Όμως στην σημερινή δυναμική απαξιώνονται όχι μόνο τα δέντρα, τα λάχανα και οι χελώνες, αλλά και η μεγάλη πλειονότητα του ανθρώπινου δυναμικού της Γης, αν σκεφτεί κανείς ότι το «αμερικανικό όνειρο» είναι πραγματικότητα μόνο στις ΗΠΑ, σε μια χώρα στην οποία το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού καταναλώνει ή σπαταλά (εξαρτάται από την οπτική γωνία που το βλέπει κανείς) το 25% της παγκόσμιας ενέργειας, ή έστω στον ευρύτερο δυτικό κόσμο, όπου το 15% του παγκόσμιου πληθυσμού διαθέτει περίπου το 80% του παγκόσμιου πλούτου και της παγκόσμιας ενέργειας. Όχι «κληρονομικώ δικαιώματι», επειδή τους έλαχε τέτοιο μερίδιο υλικών πόρων στις χώρες τους, αλλά λόγω των «δικαιωμάτων» που τους παρέχει η υψηλή τεχνογνωσία τους και η συνακόλουθη πολιτικοστρατιωτική ισχύς τους. Από την άλλη μεριά, αν κανείς σκεφτεί, έστω θεωρητικά, να αποδώσει πλανητική δικαιοσύνη επιβάλλοντας την ανακατανομή αυτού του πλούτου που κατέχουν σήμερα 800 εκατομμύρια άνθρωποι, μοιράζοντάς τον στα 6,5 περίπου δισεκατομμύρια του πλανήτη, θα τον μεταμόρφωνε σφαιρικά σε έναν φτωχό κόσμο. Αντίστροφα, αν ολόκληρος ο πληθυσμός του πλανήτη απολαμβάνει την ίδια ευμάρεια με τους κατοίκους της Βόρειας Αμερικής, ο πλανήτης θα οδηγείτο σε οικολογική κατάρρευση από την απαιτούμενη υπερκατανάλωση πρώτων υλών και ενέργειας.
Σήμερα οι δικαιολογημένες διεκδικήσεις των φτωχών της Γης για μια καλύτερη ζωή, απειλούν να μεταμορφώσουν τον στενότατο πλέον πλανήτη μας σε πεδίο συγκρούσεων για την κατανομή των ζωτικών αγαθών (νερό, πετρέλαιο, τροφή, αέρας). Σε μια τέτοια εξέλιξη, η όποια πολιτική θεώρηση, «δεξιά» ή «αριστερή», θα αποσυνδεθεί από τα σημερινά οικονομικά της χαρακτηριστικά, αποκτώντας τις καθαρά βιολογικές διαστάσεις ενός αγώνα επιβίωσης, και καθιστώντας τις όποιες ιδεολογικές προσεγγίσεις πρακτικά ανέφικτες για την αντιμετώπιση των κρίσιμων αυτών προβλημάτων. Εάν τα πράγματα αφεθούν ως έχουν (rebus sic standibus), δεν αποκλείεται η ανθρωπότητα να εμπλακεί σε ένα εφιαλτικό σενάριο σύγκρουσης μεταξύ μιας ηθικά μεταλλαγμένης μετα-ανθρώπινης τεχνολογικής «ελίτ» και των περιττών πλέον γι' αυτήν ανθρώπινων μαζών που θα επιδιώξει να εξολοθρεύσει από τον πλανήτη. Είναι φανερό ότι η πρόληψη μιας τέτοιας μη-αντιστρεπτής αρνητικής εξελίξεως δεν περνά μέσα από τον μιμητισμό της επιδίωξης του άμετρου ατομικού πλουτισμού, αλλά από την κάμψη και καταπολέμηση της άκρατης και άλογης παραγωγικότητας, της συνακόλουθης και υποβολιμαίας υπερκατανάλωσης και της περιττής πολυτέλειας της συσσώρευσης πλούτου προς εξυπηρέτηση επίπλαστων (υποκατάστατων) δραστηριοτήτων, σε συνδυασμό με τον γενικότερο εξευγενισμό του ανθρώπου της ζούγκλας των «μεγαλουπόλεων» του πλανήτη (homo urbanus), που θα τον απεξαρτήσει από τον οικονομικό ατομικισμό και θα τον απελευθερώσει από την πολιτική κυριαρχία των μαζών.
Χωρίς αμφιβολία ζούμε σε καιρούς που η «έρημος» απλώνεται παντού, γιατί η «πόλις» απλώνεται παντού («ερημία μεγάλη εστίν η Μεγάλη πόλις», Στράβων). Κι αλλοίμονο σ' αυτόν που έχει την έρημο μέσα του (Νίτσε). Ίσως πλησιάζει η ώρα που θα σημάνει την εποχή του ασκητή και του πεζοπόρου της ασφάλτου. Γιατί στην εποχή μας χρειάζονται περισσότερο χαρακτήρες παρά ευφυΐες, περισσότερο σπονδυλικές στήλες παρά μυαλά. Χρειάζονται ταγοί που με την ύπαρξή τους και μόνο («η ευθύνη μας συνίσταται σ' αυτό που είμαστε, όχι σ' αυτό που κάνουμε»), δημιουργούν και προβάλλουν τις διαχρονικές αλήθειες, αξίες και αρχές μιας συντηρητικής επανάστασης, οι οποίες λοιδορούνται και χλευάζονται από ένα νεοβάρβαρο τεχνοπολιτισμό που τις απορρίπτει ως ανορθολογικές. Χρειάζονται εκείνοι οι ταγοί, που «επειδή πετούν ψηλά, φαντάζουν μικροί σ' εκείνους που δεν μπορούν να πετάξουν» (Νίτσε). Σήμερα, όπως παλιά στην Ρωσία, ο γέροντας του μοναστηριού (στάρετς) και ο τρελός του χωριού, ο «δια Χριστόν σαλός» (γιουροντίβι), αποκτούν ξανά την αξία τους ως δίαυλοι εκφοράς της αλήθειας που υπερκαλύπτεται τεχνηέντως από τα περιτυλίγματα της πλασματικής υλικής ευμάρειας του life style, της εικονικής πραγματικότητας (της βασίλισσας της νύχτας και του βασιλιά των δαχτυλιδιών) και της μεθοδευμένης και κατευθυνόμενης παραπληροφόρησης.
Της αλήθειας ότι ο πλανήτης περνά μια όχι μόνο οικονομική, αλλά πνευματική, ηθική και ψυχική κρίση, που προκαλείται από τον «συνωστισμό» που δημιουργεί η υπερβολική πυκνότητα των αστικών πληθυσμών με το συνακόλουθο στρες που πηγάζει από την έλλειψη αυτονομίας του ανθρώπου στην λήψη αποφάσεων και στην εξάσκηση της δημιουργικής του δύναμης, από την αποκοπή του από την επικοινωνία του με τους ρυθμούς, τους ήχους και την γλώσσα της Φύσης, την νευρική κόπωση που υφίσταται στην καθημερινότητά του από τις ολοένα αυξανόμενες μηχανές παραγωγής θορύβου (κομπρεσέρ, μοτοσικλέτες, ραδιόφωνα, μηχανές του γκαζόν και τα συναφή), την υπερβολική ταχύτητα των επιβαλλόμενων - ερήμην του - κοινωνικών αλλαγών και από την ρευστοποίηση και εξαφάνιση των μικρής κλίμακας, αλλά υψηλής ευστάθειας κοινωνικών πυρήνων (φυλή, χωριό, οικογένεια με την διευρυμένη της έννοια).
Της αλήθειας ότι η ψυχοστασία των ανθρώπων περνά, όχι μέσα από την ατέρμονα και πολλές φορές αμοραλιστική κοινωνική τους αναρρίχηση, αλλά μέσα από την εσωτερική τους αναβάπτιση (του «γνώθι σαυτόν» και του «μηδέν άγαν»), μέσα από την πνευματική τους αυτοτροφοδοσία (του «ουκ επ' άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος» και του «άνω σχώμεν τας καρδίας») και μέσα από την «αρμονική τους ανάπτυξη» (George Ivanovitch Gurdjieff), η οποία τους μετατρέπει από εξαρτημένα φύλλα του δέντρου σε αυθύπαρκτους κόσμους, σε σπόρους, και τους μεταμορφώνει από κάμπιες που έρπουν σε χρυσαλίδες που πετούν.
Της αλήθειας ότι «οι άνθρωποι του λαού δεν στερούνται φυσικής γενναιοδωρίας και δεν έχουν την τάση να μετρούν τα πάντα σε χρήμα» (Charles Maurras). Και ακόμα της αλήθειας ότι η ριζοσπαστική Δεξιά μπορεί να είναι εναντίον της ισοπέδωσης και υπέρ της διαφοροποίησης, αλλά πάντα μέσα στα πλαίσια των ορίων και των φραγμών που διασφαλίζουν μακροπρόθεσμα την κοινωνική ευστάθεια και δεν επιτρέπουν την πολλαπλασιαστική νεοπλασία των οικονομικών ολιγαρχιών, οι οποίες, στο όνομα μιας ακόρεστης και άνομης κερδοσκοπίας, τείνουν να καθυποτάξουν ή και να στραγγαλίσουν την προσωπικότητα, το πνεύμα και την ψυχή των ανθρώπων, υποβαθμίζοντάς τους στον ρόλο των εξαρτημάτων της απρόσωπης μετανθρώπινης πλανητικής τους μηχανής και οδηγώντας τους στην αλλοτρίωση (αποξένωση, alienation, entfremdung).
Η ανάδυση στις αρχές του 21ου αιώνα, μέσα στις χώρες του «οικονομικού θαύματος», ενός σύγχρονου μαζικού «πρεκαριάτου», σε αντικατάσταση του «προλεταριάτου» του 20ου αιώνα, ενός δηλαδή ευρέος κοινωνικού στρώματος «ανασφαλών» και «ανασφάλιστων», άνεργων, υποαπασχολούμενων, με επισφαλείς εργασιακές προοπτικές και αβέβαιων για το μέλλον τους ανθρώπων (που ανέρχεται στο 1/3 περίπου των πολιτών της Ευρώπης και των ΗΠΑ), εξελίσσεται σε κοινωνική μάστιγα με άγνωστες συνέπειες για την ανθρωπότητα.
Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνά κανείς ότι ο νόμος της «αντίδρασης» είναι «επαναληπτικός» νόμος της ανθρώπινης φύσεως, όσο η τελευταία παραμένει η ίδια, κατά τον Θουκυδίδη («έως αν η αυτή φύσις ανθρώπων η»). Ο νόμος αυτός ενεργοποιείται καταλυτικά μόλις η κρίσιμη μάζα μιας κοινωνίας συνειδητοποιήσει πως σκοπός της ζωής δεν είναι η χαμέρπεια, ούτε η λαθροβίωση, αλλά η αξιοπρέπεια του ανθρώπου, η οποία στην εντελέχειά της συμπεριλαμβάνει και τον αξιοπρεπή θάνατο, με ότι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνική δυναμική των χρόνων που έρχονται. Γιατί ο οικονομισμός δεν είναι τελικά μια «διαδικασία χωρίς υποκείμενο» (Althusser), έκφανση δηλαδή ενός «φυσικού ή κοινωνικού φαινομένου χωρίς ενόχους» και άρα χωρίς δυνατότητα αντίδρασης, αλλά μια ανθρώπινη διαδικασία χωρίς ανθρώπινη συνείδηση, υπηρετούμενη όμως και υπηρετώντας ανθρώπους που θα έπρεπε να έχουν κοινωνική συνείδηση.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος 27 (Μάιος-Ιούνιος 2011) του περιοδικού Patria.