Μία επίσκεψη στην Κύπρο σε φορτίζει συναισθηματικά, αλλά αποτυπώνει και μία πραγματικότητα που είναι συνάμα ζοφερή και ελπιδοφόρα.
Ζοφερή λόγω της κατάστασης που διαμορφώθηκε μετά την εισβολή, με την κατοχή του μισού νησιού από τον "Αττίλα", αλλά και λόγω του διαφαινόμενου ξεπουλήματος μέσω της αποδοχής ομοσπονδιακών σχεδίων που προωθούν τα γνωστά κέντρα ξένων αποφάσεων και που φαίνεται να υιοθετεί ο Χριστόφιας. Ζοφερή και από την συμπεριφορά πολλών Κυπρίων, που μεταβαίνουν στα Κατεχόμενα είτε για να ενισχύσουν τα καζίνο που έχουν ανοίξει εκεί, είτε απλά για να ψωνίσουν φτηνότερα ... τυριά και παπούτσια! Ζοφερή και από την τριτοκοσμική εικόνα των πόλεων της νήσου, από τον απίστευτα μεγάλο αριθμό μεταναστών από ασιατικές και αφρικανικές χώρες. Ζοφερή και από την αντεθνική συμπεριφορά ορισμένων Κυπρίων, που έφτασαν στο σημείο να ομιλούν για "ελληνόφωνους" και όχι για Έλληνες στο νησί!
Ελπιδοφόρα, λόγω της ύπαρξης διαφόρων συνιστωσών του Πατριωτικού Κινήματος στην μεγαλόνησο, που, αν και ασυντόνιστες ή και ενίοτε με διαφωνίες τακτικής, αποτυπώνουν σαφέστατα τον πόθο και την λαχτάρα των αδελφών μας για ένωση με την μητέρα πατρίδα. Είναι φανερό ότι αυτοί αποτελούν την διαχρονική σιωπηρή πλειοψηφία στο νησί και ότι το μόνο που απουσιάζει αυτή την στιγμή είναι ο ηγέτης που θα τους εμπνεύσει και θα τους συντονίσει σε μία κοινή δράση. Είναι θέμα χρόνου να γίνει κι αυτό.
Είναι επίσης γεγονός, ότι τα τελευταία χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, έχει αναπτυχθεί ένα κίνημα πανελλήνων, Ελλήνων πολιτών δηλαδή που προσεγγίζουν την Μεγάλη Ιδέα του Ελληνισμού όχι πλέον με στενά γεωγραφικά και εδαφικά κριτήρια και προοπτικές, αλλά με μία γενικότερη και ευρύτερη οργανική θέαση, που έχει να κάνει με την κοινή ταυτότητα των Ελλήνων όπου γης και την κοινή ιστορική τους πορεία. Δεν είναι δυνατόν να πορευθεί ο Ελληνισμός στο νέο διεθνές περιβάλλον με ελλαδικό ή κυπροκεντρικό προσανατολισμό. Ο συντονισμός όλων των εθνικών δυνάμεων, με σεβασμό στις εθνικοτοπικές ιδιαιτερότητες και επιδιώξεις, προβάλλει εδώ και καιρό ως μία αναγκαιότητα. Τα πατριωτικά κινήματα σε κάθε περιοχή που ο Ελληνισμός μετρά τις δυνάμεις του, πρέπει να προσανατολιστούν προς την κατεύθυνση αυτή.
Δεν είναι δυνατόν τα εθνικά οράματα να εξαντλούνται στα γεωγραφικά όρια της Αττικής και από κει και πέρα να γίνονται μόνο φιλολογικές και επιδερμικές αναφορές στα εθνικά μας δίκαια. Δεν νοείται Έλληνας πατριώτης πολιτικός των Αθηνών να μην γνωρίζει 5 δρόμους της Λευκωσίας και του Αργυροκάστρου, να μην έχει επισκεφτεί ποτέ την Ίμβρο και την Ανατολική Ρωμυλία, να μην έχει μοιραστεί την ρακή των ντόπιων Ελλήνων και να μην έχει χορέψει μαζί τους την χαρά και τους πόθους τους. Το ίδιο βεβαίως ισχύει αντίστροφα για τον Βορειοηπειρώτη και τον Κύπριο αδελφό μας.
Αυτή η οργανική ενότητα σφυρηλατείται όλο και εντονότερα τα τελευταία χρόνια και είναι πια ιδιαίτερα διακριτή στην Κύπρο, όπου το πατριωτικό κίνημα αποτελείται στην μεγάλη πλειοψηφία του από νέους ανθρώπους που έχουν σπουδάσει, έχουν εργαστεί και έχουν δεθεί με την Ελλάδα, με τον μητροπολιτικό δηλαδή Ελληνισμό. Κάτι αντίστοιχο διαμορφώνεται σίγουρα και στον χώρο του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, όπου ήδη ένα κίνημα επιστροφής στα πατρογονικά εδάφη αναπτύσσεται σε επίπεδο βούλησης και σύντομα θα υλοποιηθεί, για να δέσει με αυτούς που παρέμειναν εκεί. Αυτοί που πιστεύουν ότι ο Ελληνισμός ξόφλησε, είναι πολύ γελασμένοι. Κι αυτοί που δεν μπορούν να κατανοήσουν αυτήν την αλήθεια, αλλά και την σημασία της για τις εξελίξεις στο Πατριωτικό Ελληνικό Κίνημα, σύντομα θα βρεθούν απελπιστικά μόνοι...