Ο φετινός χειμώνας αναμένεται ιδιαίτερα βαρύς, σύμφωνα τουλάχιστον με τις προβλέψεις των ειδικών. Αν αυτό συνδυαστεί με την δεδομένη τεράστια αύξηση του κόστους θέρμανσης, τότε αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς τί μας περιμένει. Και αυτό θα είναι κάτι που όχι μόνο θα έχει επιπτώσεις στον οικογενειακό προϋπολογισμό, αλλά θα δημιουργήσει σοβαρότατο πρόβλημα και στους χώρους διδασκαλίας. Ιδιαίτερα στα δημοτικά σχολεία το πρόβλημα θα είναι πολύ μεγαλύτερο, αφού στα περισσότερα από αυτά παρατείνεται φέτος (και ορθώς) η λειτουργία των ολοήμερων τμημάτων, τα οποία θα λειτουργούν μέχρι τις 5.30 το απόγευμα, αντί τις 4.00 που ίσχυε μέχρι την περυσινή σχολική χρονιά.
Κι αυτό γιατί στα περισσότερα σχολικά κτήρια, αν όχι σε όλα, δεν έχει προβλεφθεί η δυνατότητα θέρμανσης περιορισμένου αριθμού αιθουσών, με αποτέλεσμα για τη λειτουργία μίας ή δύο αιθουσών που απαιτούνται για την λειτουργία των ολοήμερων τμημάτων, να είναι υποχρεωτικό να θερμαίνεται ολόκληρο το κτήριο! Αντιλαμβάνεται κανείς ότι αυτό μπορεί να επιφέρει επιπλέον κόστος εκατομμυρίων ευρώ για θέρμανση. Και φυσικά, το ζήτημα δεν είναι μόνο το επιπλέον κόστος, αλλά το να εξασφαλιστεί ότι όλοι οι μαθητές θα έχουν ικανοποιητική και επαρκή θέρμανση όσο διάστημα θα βρίσκονται στις τάξεις τους.
Δεν βρισκόμαστε πια στην εποχή, κατά την οποία ο κάθε μαθητής μετέφερε από το σπίτι του στο σχολείο μαζί με τα βιβλία του και ένα κούτσουρο για να τροφοδοτηθεί η ξυλόσομπα προκειμένου να θερμαίνεται η τάξη του κατά τη διδασκαλία, αν και έτσι που πάμε είναι πιθανόν να ξαναδούμε τέτοιες σκηνές! Στην εποχή μας οφείλει η πολιτεία να διασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες εκπαίδευσης σε όλα τα Ελληνόπουλα.
Η τοποθέτηση χρονοδιακοπτών και θερμοστατών σε όλες τις σχολικές μονάδες, θα μπορούσε να αποτελέσει μία προσωρινή λύση. Είναι σίγουρα ένα κόστος, το οποίο όμως θα αποσβεστεί σύντομα από την εξοικονόμηση της κατανάλωσης καυσίμου. Η κυβέρνηση θα πρέπει να παρακάμψει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, να δώσει τη δυνατότητα στους Δήμους όλης της χώρας να προχωρήσουν στη διαδικασία αυτή και σε συνδυασμό με απόφασή της για κατάργηση του ΦΠΑ και του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων στα τιμολόγια θέρμανσης των σχολικών μονάδων, να διευκολύνει την δυνατότητα των Σχολικών Επιτροπών να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.
Με δεδομένες ήδη τις επιπλέον ανάγκες που προέκυψαν από τη λειτουργία της προσχολικής εκπαίδευσης, τις οποίες η κυβέρνηση αποδείχθηκε ανεπαρκής στο να τις καλύψει ικανοποιητικά, αφού τα 130 εκ. ευρώ που προσέφερε στις Σχολικές Επιτροπές όλης της χώρας μετά βίας κάλυψαν τις υποχρεώσεις τους, αντιλαμβάνεται κανείς ότι φέτος έχει να αντιμετωπίσει μία δραματικά διαμορφωμένη κατάσταση, στην δημιουργία της οποίας και η ίδια συνετέλεσε με τις ατυχείς και προβληματικές επιλογές της στην ενεργειακή πολιτική της χώρας μας. Αν δεν θέλει, λοιπόν, να επωμισθεί και το βάρος μιας εικόνας που θα δημιουργηθεί στα ελληνικά σχολεία που θα μας γυρίζει πολλές δεκαετίες πίσω, αναφορικά με τις συνθήκες που θα επικρατούν στους χώρους διδασκαλίας, επιβάλλεται να λάβει μέτρα άμεσα.
Η διευκόλυνση των Δήμων να εκμεταλλευθούν τη γεωθερμία, αλλά και να δημιουργήσουν ενεργειακές κοινότητες (ιδιαίτερα μάλιστα σε μεγάλους αστικούς περίκλειστους Δήμους που κατά κανόνα στερούνται εκτάσεων για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάρκων) θα αποτελούσε έναν σοβαρό σχεδιασμό για την αντιμετώπιση του προβλήματος σε βάθος χρόνου, αλλά αυτό είναι κάτι που απαιτεί χρονοβόρες διαδικασίες και μελέτες. Μέχρι να γίνουν αυτά, όμως, προέχει η άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος.