Στην Γαλλία είχαμε τους δύο γύρους των προεδρικών εκλογών. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Ο εθνικιστής υποψήφιος και πρόεδρος του Front National Jean-Marie Le Pen συγκέντρωσε το 17% των ψήφων ενώ ο σχισματικός Bruno Megret τσίμπησε άλλο ένα 2,5%. Η πρόκριση του Le Pen στον β' γύρο αποτέλεσε πρώτου μεγέθους έκπληξη λαμβανομένου υπ' όψιν του σχίσματος του 1998 το οποίο είχε οδηγήσει σε πτώση το ποσοστό του Front National στις τότε βουλευτικές εκλογές από 10% σε 6% με τον Megret να παίρνει ένα 3%. Το αποτέλεσμα αυτό, σε συνδυασμό με την δυσχέρεια του Le Pen να συγκεντρώσει τον απαραίτητο αριθμό υπογραφών από δημάρχους ώστε να κατέλθει ως υποψήφιος, έκαναν τα κόμματα του κατεστημένου να θεωρούν ότι η υποψηφιότητά του θα έπιανε ένα 11-12% και θα έμενε στην κλασική τρίτη θέση, εκτός β' γύρου!
Από το βράδυ της Κυριακής 21 Απριλίου, με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων άρχισε στον υπέρτατο βαθμό η δαιμονοποίησή του σαν να επρόκειτο, σε περίπτωση νίκης του, να κηρυχθεί στρατιωτικός νόμος στην Γαλλία και να αυτοανακηρυχθεί ο Le Pen σε δικτάτορα! Η αυστηρότερη φύλαξη των συνόρων και η άμεση απέλαση των παρανόμων μεταναστών αποτελούν κατά τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης αλλά και τους κατεστημένους πολιτικούς ρατσιστικές και ναζιστικές μεθόδους.
Όλοι έπεσαν επάνω στον Le Pen. Το πολιτικό κατεστημένο, δεξιοί, σοσιαλιστές ακροαριστεροί, αντιρατσιστές, συνδικαλιστές και εργοδοτικές ενώσεις καλούσαν σε όλους τους τόνους τους Γάλλους ψηφοφόρους να καταψηφίσουν τον εθνικιστή υποψήφιο. Βεβαίως δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του Le Pen ήταν εργάτες, αγρότες και άνθρωποι προερχόμενοι από τα χαμηλότερα οικονομικά και επαγγελματικά στρώματα οι οποίοι πλήττονται από την μετανάστευση, την εγκληματικότητα και την ανεργία.
Την Κυριακή 5 Απριλίου, στον δεύτερο γύρο των εκλογών, ο Chirac πήρε το 82% των ψήφων και ο Le Pen το 18%. Όλοι βγήκαν να πανηγυρίσουν την νίκη της δημοκρατίας. Ήταν όμως έτσι; Αν δούμε τους αριθμούς, κερδισμένος βγήκε μάλλον ο Le Pen. Στον β' γύρο πήρε 5.525.000 ψήφους, πρωτοφανή αριθμό για την πολιτική του σταδιοδρομία, οι οποίες υπερκαλύπτουν τις 4.800.000 που πήρε στον πρώτο γύρο και τις 665.000 που πήρε ο Megret. Η αύξηση αυτή δεν φάνηκε στα ποσοστά γιατί η συμμετοχή στον β' γύρο αυξήθηκε από 72% σε 81%.
Η ήττα της δημοκρατίας έγκειται στο γεγονός ότι Αριστερά και Δεξιά ενώθηκαν εμπρός στον κίνδυνο να χάσουν την εξουσία. Η κατηγορούμενη για σκάνδαλα Δεξιά και η ομοίως κατηγορούμενη για σκάνδαλα Αριστερά, το σάπιο δηλαδή πολιτικό κατεστημένο, συνεπικουρούμενες από το ελεγχόμενο κατεστημένο των ΜΜΕ συνασπίσθηκαν κατά του Le Pen. Οι ψηφοφόροι, οι οποίοι μέχρι τον πρώτο γύρο δήλωναν αηδιασμένοι από την σαπίλα των δύο μεγάλων κομμάτων και επέλεξαν είτε την αποχή είτε τους μικρούς υποψηφίους εξανέστησαν με την επιτυχία του Le Pen και στον δεύτερο γύρο ψήφισαν μαζικά τον εκπρόσωπο της σαπίλας, της παρακμής και των δωροδοκιών. Έτσι, το κατεστημένο που έχει συμφέρον να απομυζά την Γαλλία, παρέτεινε την ύπαρξή του, ο κακός Le Pen, το τέρας, ο υπεύθυνος για όλα τα δεινά της χώρας ηττήθηκε, αλλά η παρακμή και η διαφθορά παρέμειναν...
Στην Αγγλία η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική καθώς από το 1974 ο εθνικιστικός χώρος είχε περιοριστεί σε μικρές και αλληλοσπαρασσόμενες ομάδες. Η άνοδος του British National Party σε τοπικό επίπεδο σε πόλεις του αγγλικού βορρά (που επλήγησαν από τις συγκρούσεις Πακιστανών με την Αστυνομία το καλοκαίρι του 2001) και η κάθοδος υποψηφίων του σε διάφορες πόλεις στις πρόσφατες τοπικές εκλογές προκάλεσε ανησυχία στο κατεστημένο. Τα μηνύματα που έπαιρνε το Εργατικό Κόμμα του πρωθυπουργού Tony Blair ότι ειδικά στο Oldham και στο Burnley υπάρχει πολύ μεγάλη υποστήριξη των εθνικιστών από τον τοπικό πληθυσμό οδήγησαν το κυβερνόν κόμμα σε παρεμβάσεις. Φρόντισε να στρέψει τεράστια ποσά για τον εκλογικό αγώνα στις περιοχές αυτές, ποσά δυσανάλογα για το μέγεθος των περιφερειών αυτών. Φρόντισε να παρελάσουν από τις πόλεις αυτές πρωτοκλασάτα στελέχη του κόμματος και τοπικοί βουλευτές ενώ λίγες μέρες πριν από τις εκλογές τόσο ο ίδιος ο Tony Blair, όσο και ο σύμβουλος επικοινωνίας του (ο οποίος δίνει σπάνια συνεντεύξεις) Alistair Campbell με δηλώσεις τους προειδοποίησαν τους κατοίκους των περιοχών όπου υπήρχαν εθνικιστές υποψήφιοι να μην τους ψηφίσουν γιατί αυτό θα απαξίωνε την αξία της γης και των περιουσιών τους και γιατί θα απέτρεπε την πραγματοποίηση επενδύσεων στις εν λόγω περιοχές. Επιπλέον, το Εργατικό Κόμμα, σε μία υπόθεση που μόλις άρχισε να ερευνάται από την δικαιοσύνη, παρενέβη παράνομα στην εκλογική διαδικασία εις βάρος του ΒΝΡ πληρώνοντας τον σχεδιασμό, την παραγωγή, την εκτύπωση και την διανομή σε τοπικό επίπεδο 200.000 φυλλαδίων κατά του ΒΝΡ από το αντιρατσιστικό (sic) περιοδικό Searchlight. Εννοείται ότι τα ΜΜΕ επιδόθηκαν σε εκστρατεία πλήρους δαιμονοποίησης των υποψηφίων ως φασιστών και ναζιστών.
Τελικά, στις 3 Μαΐου, το ΒΝΡ εξέλεξε 3 δημοτικούς συμβούλους στο Burnley με τους οποίους αρνείται να συνεργαστεί ο εκ του Εργατικού Κόμματος προερχόμενος δήμαρχος της πόλης με το πρόσχημα ότι είναι φασίστες. Στο Oldham παρ' όλο που δεν εξέλεξε υποψήφιο πήρε το 27% των ψήφων. Γενικώς, όπου υπήρχαν εθνικιστές υποψήφιοι έλαβαν περίπου το 18% των ψήφων. Το αποτέλεσμα είναι μικρό σε εθνικό επίπεδο αλλά αναμφισβήτητα είναι το καλύτερο αποτέλεσμα για τον βρετανικό εθνικισμό από το 1974.
Στην Ολλανδία ο νεοεισελθών στην πολιτική σκηνή Pim Fortuyn πέφτει νεκρός από τις σφαίρες λευκού ακροαριστερού 10 μέρες πριν τις εκλογές οι οποίες θα του έδιναν 15-20% των ψήφων. Ο Fortuyn δεν ταίριαζε στο προφίλ του ακροδεξιού στο οποίο μας έχουν συνηθίσει τα ΜΜΕ: μαρξιστής καθηγητής και ομοφυλόφιλος υποστήριζε την παύση της μετανάστευσης υπό ένα διαφορετικό πρίσμα. Η χώρα του δεν μπορούσε να φιλοξενήσει άλλους μετανάστες και συνεχιζόμενη ροή τους θα οδηγούσε σε κατάρρευση την ανεκτική Ολλανδική κοινωνία. Η ανάσχεση του κύματος μετανάστευσης θα έδινε στην Ολλανδία τον απαραίτητο χρόνο να ενσωματώσει τους ήδη υπάρχοντες μετανάστες. Η διατήρηση της ανεκτικής κοινωνίας της χώρας του ήταν και ο λόγος που ο Fortuyn ήταν κατά των μη-ανεκτικών και οπισθοδρομικών μουσουλμάνων. Η αντιμεταναστευτική και αντι-Ισλαμική ρητορική του οδήγησε τα ΜΜΕ και τους πολιτικούς του αντιπάλους να τον χαρακτηρίσουν με ευκολία ως ρατσιστή και ακροδεξιό.
Η δολοφονία του θέτει ένα τέρμα στον πολιτικό κίνδυνο που αποτελούσε για το Ολλανδικό κατεστημένο καθώς, ακόμα και αν από συμπάθεια το κόμμα του πριμοδοτηθεί από τους ψηφοφόρους και φθάσει και το 30-40% που εικάζεται, οι αντικαταστάτες του, κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα μπορέσουν να τον αντικαταστήσουν επάξια.
Η ευκολία των κατεστημένων πολιτικών και ΜΜΕ να χαρακτηρίζουν όποιον δεν υποστηρίζει την κοινή γραμμή υπέρ της μετανάστευσης σαν ακροδεξιό, φασίστα, ναζί και να τον δαιμονοποιούν εκτός του ότι δεν λύνει το πρόβλημα, οδηγεί στην απομόνωση και την απόγνωση σημαντικά τμήματα της κοινωνίας που πλήττονται από την μετανάστευση και υποστηρίζουν υποψηφίους που έχουν αντιμεταναστευτικές απόψεις. Επιπλέον, οδηγούν σε πράξεις μίσους, όπως η εν λόγω δολοφονία, από άτομα που αισθάνονται τόσο τρομοκρατημένα από την πιθανότητα επικράτησης των ναζιστών και τον κίνδυνο που διατρέχει η Δημοκρατία που καταλήγουν στην διάπραξη τέτοιων εγκλημάτων.
Έτσι, ο Fortuyn έπεσε θύμα της δαιμονοποίησης της αντίθετης άποψης, και εκτελέστηκε από τους υπέρμαχους της Δημοκρατίας και της ανεκτικότητας που δεν μπορούσαν να ανεχθούν την διαφορετική του άποψη. Ευτυχώς, για τον (λευκό) δολοφόνο του, ο Fortuyn είναι και αυτός λευκός και έτσι δεν μπορεί ο δολοφόνος να κατηγορηθεί για ρατσιστικό έγκλημα το οποίο επισύρει βαρύτερη ποινή. Φαίνεται ότι ο φόνος από ιδεολογικό, ταξικό ή αντι-ρατσιστικό μίσος, δεν είναι εξίσου κακός...