Η καταφανής αποτυχία της ενσωμάτωσης των ολοένα και διογκούμενων μεταναστευτικών πληθυσμών στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης έχει οδηγήσει σημαντικά τμήματα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και Κεντροαριστεράς σε μία επαναξιολόγηση των πολιτικών που πρότειναν κατά τα τελευταία τριάντα έτη και σε μία αποκαλυπτική αυτοκριτική για τους ευσεβείς τους πόθους, οι οποίοι τελικώς αποδείχθηκαν αβάσιμοι.
Έναν τέτοιο ειλικρινή απολογισμό κάνει ο διευθυντής του προσκείμενου στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (SPD) Ιδρύματος Friedrich Ebert στο Λονδίνο Ernst Hillebrand ο οποίος και εντοπίζει τα εξής λάθη της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στα θέματα μετανάστευσης και ενσωμάτωσης:
Όπως περιγράφει το τελευταίο σημείο ο ίδιος ο Hillebrand: «Εν τέλει, και ίσως πιο ντροπιαστικά, δειχθήκαμε εντελώς δειλοί όταν χρειάστηκε να υπερασπιστούμε τις βασικές αρχές και νόρμες των ίδιων των κοινωνιών μας. Αυτή η απροθυμία προκαλεί μεγάλη έκπληξη, καθώς οι σημερινές δυτικές κοινωνίες είναι σε μεγάλο βαθμό το προϊόν των πολιτικών και πολιτισμικών αγώνων των προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων κατά τον αποκαλούμενο «σοσιαλδημοκρατικό» εικοστό αιώνα. Η Ευρωπαϊκή Αριστερά απέτυχε εντελώς να βρεί μία πρέπουσα απάντηση και να επικρατήσει της θρησκευτικής και πολιτισμικής μη ανεκτικότητας που άρχισε να εμφανίζεται. Σήμερα από τον φόβο της ξενοφοβίας και τυφλωμένοι από τις δικές μας ιδιοτροπίες παραχωρήσαμε ακόμα περισσότερο έδαφος σε διάφορα θέματα. Αποδεχόμαστε ότι μέσα στις μεταναστευτικές κοινότητες κεντρικές πτυχές των βασικών αξιών της προοδευτικής δυτικής σκέψης υπονομεύονται ολοένα και περισσότερο ή χάνουν το νόημά τους. Στις μέρες μας, η μεγαλύτερη απειλή για τις αστικές ελευθερίες τείνει να μην προέρχεται από το Κράτος, αλλά από την οργανωμένη μη-ανεκτικότητα των μειονοτήτων. Από τον φόβο της πολιτικής ορθότητας ποτέ δεν τολμήσαμε να θέσουμε αυτό το ερώτημα, και το χειρότερο, κάποιες φορές ενθαρρύναμε την μη-ανεκτικότητα».
Μάλιστα ο Hillebrand παραδέχεται ότι «η Ευρωπαϊκή Αριστερά ποτέ δεν διαμόρφωσε μία συνεπή στρατηγική του πώς να αντεπεξέλθει με την τεράστια πρόκληση της ενσωμάτωσης πολλών εκατομμυρίων πολιτισμικώς, κοινωνικώς και γλωσσικώς «ξένων» ανδρών και γυναικών στις αυξανόμενα ανταγωνιστικές οικονομίες και κοινωνίες της Ηπείρου. Ακόμα χειρότερα, ποτέ δεν επιτρέψαμε έναν ανοιχτό πολιτικό διάλογο για τα ερωτήματα αυτά και τα προβλήματα και τις προκλήσεις που συνδέονται με αυτόν». Και ο Hillebrand προειδοποιεί: «Η Ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά θα πρέπει να διορθώσει το συντομότερο δυνατόν τις προαναφερθείσες αδυναμίες. Αν δεν το πράξει θα πληρώσει βαρύτατο τίμημα: αργά ή γρήγορα θα βρεθεί να ζεί σε κοινωνίες οι οποίες θα είναι πολύ διαφορετικές από εκείνες τις οποίες ονειρευόταν και για τις οποίες προσπαθούσε μέσω της πολιτικής. Θα απωλέσει και πολιτική ισχύ και επιρροή καθώς οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι, έχοντας βαρεθεί και κουρασθεί από το να τους κάνουν διάλεξη, αντί να τους ακούν, θα απομακρυνθούν από αυτήν και θα αναζητήσουν νέες ή εναλλακτικές πολιτικές δυνάμεις για να ψηφίσουν».
Ωμός, ως προς τις παρατηρήσεις του, είναι και ο ανταποκριτής στην Βρετανία της εβδομαδιαίας γερμανικής εφημερίδας Die Zeit Jurgen Kronig ο οποίος παραδέχεται ότι «σε όλη την Ευρώπη φαίνεται ξεκάθαρα ότι η πολυπολιτισμικότητα όχι μόνο απέτυχε στον εκπεφρασμένο της στόχο να δημιουργήσει μία αρμονική, πιο ενσωματωμένη κοινωνία. Στην πραγματικότητα αποδείχθηκε ότι είχε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Δίνοντας έμφαση, ακόμα και υποστηρίζοντας τις διαφορές μεταξύ των διαφόρων κοινοτήτων, βοήθησε, στο όνομα της διαφορετικότητας, να δημιουργηθεί μία ακόμα βαθύτερα διαιρεμένη κοινωνία. Το μεγάλο πείραμα της πολυπολιτισμικότητας προκάλεσε ζημιά στην κοινωνία συνολικά, έδωσε έμφαση στις ξεχωριστές ταυτότητες, αντιτέθηκε στην ιδέα ότι θα πρέπει να υπάρχει μία ευρύτερη εθνική ταυτότητα βασισμένη στον πολιτισμό της φιλοξενούσας κοινωνίας, τον οποίο παρ' όλ' αυτά έβλεπε με εχθρότητα, ακολουθώντας κάποιο κοσμοπολίτικο όνειρο ενός «οικουμενικού πολιτισμού» που θα καθιστούσε ξεπερασμένους τους εθνικούς πολιτισμούς, αρνήθηκε να δει τον κίνδυνο του θρυμματισμού και αγνόησε, αν δεν απέρριψε ευθέως, την ανάγκη για κοινές αξίες. Η πολυπολιτισμικότητα ως ιδεολογία μπορεί να γεννήθηκε από καλές προθέσεις, αλλά κατά την διάρκεια της ανόδου της στις Ευρωπαϊκές χώρες ένα μίγμα από άλλα κίνητρα σύντομα άρχισε να αποκτά επιρροή: η μετα-αποικιακή ενοχή, ο πολιτισμικός σχετικισμός και μία τοποθετημένη σε λάθος βάση έννοια του σεβασμού των πολιτισμικών και θρησκευτικών διαφορών [...] Κυρίως στους πολιτισμικούς θεσμούς και στους θεσμούς των ΜΜΕ της Δύσης, συναντάται η άποψη ότι ο πολιτισμός μας και το πολιτικό και οικονομικό σύστημα που θεσμοποίησε, είναι ένοχο, καταπιεστικό, που δεν είναι άξιο υπεράσπισης. Γι' αυτό η ενσωμάτωση σε ένα τέτοιο σύστημα δεν θεωρείται πολύτιμη από τους μετανάστες. Από εκεί πηγάζει το συμπέρασμα, ότι το τελευταίο πράγμα το οποίο πρέπει να γίνει είναι να προσπαθήσουμε να επιβάλλουμε τις αξίες και τους κανόνες της φιλελεύθερης δημοκρατίας μας σε ανθρώπους από άλλους πολιτισμούς και κοινότητες, οι οποίοι θέλουν να μείνουν εδώ και να ζήσουν στις χώρες μας».
Μάλιστα ο Kronig προειδοποιεί καταλήγοντας στο ίδιο συμπέρασμα με τον Hillebrand: «Κάποια τμήματα της Αριστεράς δεν θέλουν να εγκαταλείψουν την πολυπολιτισμικότητα η οποία τους προσφέρει ένα ευχάριστο συναίσθημα ηθικής ανωτερότητας. Όμως, αν τα κόμματα της Αριστεράς δεν αλλάξουν την πορεία τους, μπορεί να απωλέσουν την ικανότητά τους να κερδίζουν πλειοψηφίες και να κυβερνούν στο εγγύς μέλλον».
Κλείνοντας αυτήν την ενδεικτική κριτική στελεχών της Αριστεράς, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι, στο θέμα της ενσωμάτωσης των μεταναστών και της πολυπολιτισμικότητας, η Ευρωπαϊκή Αριστερά έχει ουσιαστικά ταυτιστεί με την ιδεολογικοποίηση της αποτυχίας. Από την άλλη, η Ευρωπαϊκή Δεξιά, υπό τον φόβο της «πολιτικής ορθότητας» και δείχνοντας αδυναμία να αμφισβητήσει την ιδεολογική επιρροή και κυριαρχία των ιδεών της Αριστεράς κατά τα τελευταία τριάντα χρόνια, ουδέποτε υπερασπίσθηκε την έννοια του Έθνους, αλλά αντιθέτως προσχώρησε στην πράξη και εκείνη στην πολυπολιτισμικότητα.
Η συνειδητοποίηση των λαθών και των αδυναμιών της πολυπολιτισμικότητας εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Αριστεράς θα έχει κάποια αξία αν οδηγήσει σε μεταστροφή των απόψεων και των πολιτικών της προτάσεων. Σε αντίθετη περίπτωση η αυτοκριτική αυτή θα μείνει απλά ως «κενός λόγος» που σκοπό θα έχει τον κατευνασμό των ψηφοφόρων της που ανησυχούν για τις συνέπειες της ανεξέλεγκτης εισροής μεταναστών στις χώρες τους. Αλλά ακόμα και αν αυτός ο κατευνασμός επιτευχθεί, θα είναι πρόσκαιρος...
Πηγές
1) Hillebrand Ernst “Migration and Integration: the Errors of the European Left”, in Cramme Olaf and Motte Constance (eds) “Rethinking Immigration and Integration: a New Centre-Left Agenda”, London: Policy Network, 2007, pp. 35-44.
2) Kronig Jurgen “The Challenge of Multiculturalism for the Centre-Left”, in Cramme Olaf and Motte Constance (eds) “Rethinking Immigration and Integration: a New Centre-Left Agenda”, London: Policy Network, 2007, pp. 177-189.
* ο Γιάννης Κολοβός είναι επικοινωνιολόγος και συγγραφέας του βιβλίου «Το Κουτί της Πανδώρας: Παράνομη Μετανάστευση και Νομιμοποίηση στην Ελλάδα» το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πελασγός.