Γραμμή Μεταξά, ώρα 05:30 π.μ., 6 Απριλίου 1941: Οι γερμανικές σιδηρόφρακτες στρατιωτικές δυνάμεις εξαπολύουν επίθεση εναντίον της πατρίδας μας Ελλάδας που ήδη δίνει την μάχη στα βορειοηπειρωτικά βουνά, από τις 28 Οκτωβρίου 1940, ενάντια στην άνανδρη φασιστική επίθεση της Ιταλίας του Μπενίτο Μουσολίνι. Η ναζιστική Γερμανία, με τηλεγράφημα που αποστέλλεται μέσω του τότε Γερμανού πρεσβευτή στην Αθήνα, ζητά από τον τότε Έλληνα Πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή την άνευ όρων παράδοση των ελληνικών εδαφών και την ελεύθερη διέλευση των γερμανικών στρατευμάτων, για να εισπράξει, όπως και η φασιστική Ιταλία την 28η Οκτωβρίου 1940, ένα δεύτερο υπερήφανο ΟΧΙ.
Οι ηρωικές αυτές μάχες του ελληνικού στρατού στην γραμμή Μεταξά, αφού κατασκευάστηκε με πρωτοβουλία του αείμνηστου εθνικού κυβερνήτη, ήταν μάχες ανάλογες εκείνες των 300 στρατιωτών του ηρωικού βασιλέα της Σπάρτης Λεωνίδα, γι' αυτό και η θυσία αυτή των αξιωματικών και οπλιτών, είναι και μπορεί να χαρακτηριστεί ανάλογη με εκείνη της εξίσου ηρωικής γενναίας μάχης των Θερμοπυλών. Χαρακτηριστικά είναι τα γεγονότα των ημερών, όπως περιγράφονται από το πρώτο γερμανικό πολεμικό ανακοινωθέν ην πρώτη ημέρα της βάρβαρης επίθεσης τους, στις 6 Απριλίου 1941: «Τα επιτεθέντα στρατεύματα μας προσέκρουσαν εις πείσμονα αντίσταση. Η ικανότητα του εχθρού (Ελλήνων) για άμυνα παραμένει αμείωτος».
9 Απριλίου 1941: Ο ελληνικός στρατός δυστυχώς χάρη στην υπογραφή του στρατηγού Γεώργιου Τσολάκογλου, διοικητή του Γ' Σώματος Στρατού, υπογράφει χωρίς την έκκριση των ανωτέρων του, αλλά και της τότε πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας της χώρας (βασιλέας Γεώργιος Β', πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής) την συνθηκολόγηση στους Γερμανούς, μετά και το σπάσιμο της γραμμής άμυνας από την Γιουγκοσλαβία με την είσοδο τους στην Θεσσαλονίκη και την υποχώρηση του ελληνικού στρατού από το μέτωπο της Βορείου Ηπείρου.
Ώρα 17:15. Οι Γερμανοί επιστρέφουν στις θέσεις τους. Γερμανικό αυτοκίνητο, με υψωμένη την λευκή σημαία, πλησιάζει τις ελληνικές θέσεις στο κεντρικό δρόμο Κούλας-Σιδηροκάστρου. Τρεις Έλληνες στρατιώτες, με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό Ιωάννη Δαμιανό, πήγαν προς συνάντησή τους. Ο επικεφαλής Γερμανός αξιωματικός χαιρετά τους Έλληνες σε στάση προσοχής και ζητά την παράδοση του οχυρού διότι οι Γερμανοί ήδη έχουν εισέλθει στην Θεσσαλονίκη και υπεγράφη ανακωχή. Ο διοικητής του οχυρού, ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος, απήντησε: «Τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται». Ο Γερμανός αξιωματικός διαβεβαιώνει στην στρατιωτική του τιμή πως δεν πρόκειται για τέχνασμα και ορίζει την επομένη 10η Απριλίου 1941 και ώρα 18.00 νέα συνάντηση.
Στις 10 Απριλίου το οχυρό εγκαταλείφθηκε. Εξερχόμενοι οι Έλληνες μαχητές απολαμβάνουν τιμές από γερμανικό άγημα, το οποίο καλείται να επιθεωρήσει ο Έλλην ταγματάρχης! Η ελληνική σημαία δεν υποστέλλεται, παρά μόνο μετά την αποχώρηση και του τελευταίου Έλληνα στρατιώτη. Τα ξίφη των αξιωματικών και τα όπλα δεν αφαιρέθηκαν. Ο Γερμανός ταγματάρχης Max Wuensche, μετέπειτα αξιωματικός των SS και υπασπιστής του Αδόλφου Χίτλερ, απευθυνόμενος στον Έλληνα Ταγματάρχη, είπε: «Σας διαβιβάζω τα συγχαρητήρια και τον θαυμασμό των ανωτέρων μου. Οι Γερμανοί αισθανόμεθα υπερήφανοι που είχαμε αντίπαλο έναν τόσο ηρωικό στρατό».
Ο νεαρός και σκληροτράχηλος Γερμανός ταγματάρχης θα γράψει στο προσωπικό του ημερολόγιο: «Εδώ πάνω, ακριβώς κάτω από την κορυφή στο κεντρικό σημείο του Ρούπελ, μένουμε άφωνοι! Μπροστά η κορυφή, αδύνατον να προχωρήσουμε. Όποιος τολμήσει να ξεμυτίσει γαζώνεται. Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι τα λίγα και με δυσκολία φτιαγμένα αυτά οχυρά, θα ήταν τόσο δυνατά και μοντέρνα! Ποιος μπορούσε να πιστέψει ότι οι Έλληνες θα μας αντιστέκονταν τόσο σκληρά, με τόσο πείσμα και ηρωισμό!». Οι Γερμανοί δεν κράτησαν αιχμαλώτους εις ένδειξη τιμής και σεβασμού.
Σε ένα οχυρωματικό συγκρότημα προκάλυψης, ένας Γερμανός ταγματάρχης ζητά να συναντήσει τον διοικητή του. Παρουσιάζεται αγέρωχος ο λοχίας Δημήτριος Ίντζος. Ο Γερμανός δεν μπορεί να πιστέψει πως το οχυρό διοικείται από έναν έφεδρο λοχία! Του λέει: «Λοχία τούτο το μακελειό είναι δικό σου έργο. Μου σκότωσες τους καλύτερους άνδρες μου. Σε συγχαίρω!» Του δίνει το χέρι και κατόπιν διατάζει την εκτέλεσή του. Πάνω από 200 επίλεκτοι Γερμανοί Καταδρομείς κείτονταν νεκροί.
Σε ένα άλλο παρόμοιο περιστατικό, στην παράδοση του οχυρού Καρατάς ο Γερμανός αξιωματικός ζητά να δει κι αυτός τον Έλληνα διοικητή. Παρουσιάζεται ένας νεαρός ανθυπολοχαγός. Σαστισμένος ο Γερμανός ταγματάρχης του προτάσσει το χέρι του και του λέει: «Ανθυπολοχαγέ, σε συγχαίρω! Μου θανάτωσες 400 άνδρες!»
Ο ίδιος ο καγκελάριος της Γερμανίας Αδόλφος Χίτλερ, τον Μάιο του 1941, ενώπιον του Ράιχσταγκ, ομολόγησε: «Η ιστορική δικαιοσύνη με υποχρεώνει να διατυπώσω πως, από όλους τους αντιπάλους μας, τους οποίους αντιμετωπίσαμε, ο Έλλην Στρατιώτης επολέμησεν με ύψιστον ηρωισμόν και αυτοθυσίαν και συνθηκολόγησε μόνον όταν η περαιτέρω αντίστασή του ήτο αδύνατος και κατά συνέπειαν μάταια».
Έτσι η ηρωική αντίσταση του στρατού μας σε Ρούπελ, Καρατάς, Ιστίμπεη, Νυμφόπετρα και στα υπόλοιπα οχυρά απέναντι στους Γερμανούς εισβολείς από τις 6-10 Απριλίου 1941 αποτέλεσε θυσία ανάλογη με εκείνη της μάχης των Θερμοπυλών και άλλη μια αλησμόνητη σελίδα σε εκείνη του αξέχαστου έπους 1940-41. Την πολύ σημαντική αυτή πολεμική αξία για εμάς τους Έλληνες των οχυρών Ρούπελ, είχα την τύχη να διαπιστώσω και ο ίδιος προσωπικά επισκεπτόμενος δύο φορές κατά το παρελθόν, και ομολογά ότι αισθάνθηκα πολύ υπερήφανος για τους προγόνους μας.
Σήμερα πάντως, εν μέσω οικονομικής κρίσης, θα πρέπει να διεκδικήσουμε όσα μας χρωστάει η Γερμανία και να τιμούμε πάντοτε ως έθνος όσους αγωνίστηκαν για την ελευθερία. Γιατί μόνο έτσι η θυσία αυτή θα έχει αντίκρισμα και στο μέλλον.