«Η αξία των πολιτευμάτων δεν εξαρτάται από την εξωτερικήν των μορφήν, αλλά από το ήθος των ανθρώπων οι οποίοι, ως κυβερνώντες και κυβερνώμενοι, ζουν και δρουν εν τη πολιτεία» (από το έργο «Ο Ανώτατος Άρχων: Η θέσις του και η σημασία του εν τη πολιτεία», του Δημητρίου Βεζανή, καθηγητή Γενικής Πολιτειολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από το 1932).
Ο πρόσφατος θάνατος του έκπτωτου Έλληνα βασιλέως Κωνσταντίνου, καθώς και τα όσα διαδραματίστηκαν πριν και κατά την κηδεία του, έφεραν τους Έλληνες πολίτες σε επαφή με παραστάσεις και πρόσωπα που για τους νέους ήταν πρωτόγνωρα, ενώ για τους πιο ηλικιωμένους ανέσυραν μνήμες από ένα παρελθόν που άλλοι νοσταλγούν και άλλοι δεν θέλουν καν να θυμούνται.
Δεν ξέρω κατά πόσον η «εξωτερική μορφή» αυτού του παρελθόντος μπορεί να γοητεύσει σήμερα νέους ανθρώπους. Οι παλαιότεροι έχουν τις προσλαμβάνουσές τους και με αυτές πορεύονται και θα πορευθούν μέχρι το τέλος. Οι νεότεροι, όμως, έχουν άραγε την ικανότητα να ξεφύγουν από την «αισθητική» της χυδαιότητας της εποχής μας; Μία χυδαιότητα που δεν αποτυπώνεται μόνο στη βρωμιά των μεγαλουπόλεων, στις μουτζούρες του γκράφιτι, στο γκρίζο των καμένων δασών μας, στην τραπ «μουσική» και στη γλωσσική πενία που καταστρέφει την αίσθηση του κόσμου, αλλά επεκτείνεται ως φυσική συνέπεια στην πολιτική τους εκπροσώπηση και στην θεσμική απαξίωση.
Το πιθανότερο είναι η ευθυτενής στάση του Παύλου και η σεμνότητα της Άννας-Μαρίας να χαρακτηριστούν ως υποκριτικά στοιχεία ενός τυπικού πρωτοκόλλου και ως αναντίστοιχα μιας «φυσιολογικής» ζωής ενός απλού ανθρώπου, παραβλέποντας όμως ότι η αξιοπρέπεια μπορεί να επιζήσει ακόμη και σε στιγμές όπου όλα θεωρούνται χαμένα, στην φτώχεια και στη δυστυχία, αρκεί να έχει κανείς ένα αξιακό σύστημα για να στηριχτεί. Ο υποβιβασμός της φυσιογνωμίας του ηγέτη (αυτό που ο Δημήτριος Βεζανής ορίζει ως «εξωτερική μορφή») στο επίπεδο μιας «λαϊκής οικειότητας» οδήγησε μάλλον τους ανθρώπους, «κυβερνώντες και κυβερνώμενους», στο να μπερδέψουν τελικά τους ρόλους τους.
Αντίθετα, ο θεσμός της βασιλείας θεωρείται ότι πηγάζει από το έλεος του Θεού. Έτσι έχει επικρατήσει τουλάχιστον στην δυτική εκδοχή του, ξένη πάντως με τα βασιλικά αξιώματα των αρχαίων ελληνικών πόλεων. Αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό της βασιλείας τη συνδέει με το θρησκευτικό συναίσθημα των ανθρώπων. Γι’ αυτό και ο φόβος του Θεού δεν επιτρέπει την επιπόλαιη αμφισβήτηση της κρίσης και των προθέσεων των βασιλέων. Ο αήθης ευτελισμός του θεσμού σε πρωινάδικα και σε καφενεία δεν είναι χωρίς νομικές συνέπειες για όποιον το αποτολμήσει, τουλάχιστον σε πολιτείες που σέβονται θεσμούς και αξίες. Αυτό είναι κάτι που έγινε απολύτως αντιληπτό από τη συμπεριφορά του τεραστίου πλήθους που συνέρρευσε στον μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, που ενήργησε με ευλάβεια και σεβασμό στον θεσμό, χωρίς παρεκτροπές και απρέπειες, και αυτό παρά την ύβρι που διέπραξε η κυβέρνηση απέναντι σε έναν τέως ηγέτη του ελληνικού κράτους.
Εδώ και δεκαετίες, από το δημοψήφισμα που κατήργησε την βασιλευομένη δημοκρατία, οι όποιες εκδηλώσεις των βασιλοφρόνων περιορίζονταν σε κάποιες αναιμικές συγκεντρώσεις σε κλειστές αίθουσες. Ειλικρινά δεν μπορώ να σκεφτώ ιδανικότερο τρόπο για να εκδηλωθούν τόσο έντονα τα φιλοβασιλικά αισθήματα των Ελλήνων, από αυτόν που επέλεξε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, της προσβολής δηλαδή που επέδειξε προς τον θανόντα. Ίσως γι’ αυτό ξαμόλυσε αμέσως τα πολιτικά και δημοσιογραφικά παπαγαλάκια της, για να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα. Ας φροντίσει όμως να κάνει σύντομα τις εκλογές, μην έχουμε νωρίτερα καμιά άλλη «απώλεια», γιατί τότε ο κόσμος θα κάνει οδυνηρές γι’ αυτήν συγκρίσεις...