Κάποτε μία πραγματικά έξυπνη διαφήμιση - σε αντίθεση με αυτήν του Jumbo που προβάλλει την ομοφυλοφιλία ως πρότυπο οικογενειακό ισάξιο με την κλασική πυρηνική οικογένεια - έλεγε «καλύτερα να μασάς παρά να μιλάς». Κάπως έτσι πρέπει να αισθάνθηκε ο Αλέξης Τσίπρας όταν ερωτήθηκε από τον Αμερικανό δημοσιογράφο Τζον Ρόμπερτς, ο οποίος, επιχειρώντας να κάνει τον πρωθυπουργό να ανακαλέσει, του υπενθύμισε την παλαιότερη δήλωσή του, πριν από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, όταν είχε πει για το ενδεχόμενο να γίνει πρόεδρος ο Ντόναλντ Τραμπ «να μην μας βρει αυτό το κακό και εκλεγεί πρόεδρος».
Η κουλτούρα του εξυπνακισμού των νεότερων πολιτικών, εν αντιθέσει με τους παλαιότερους που είχαν πείρα χρόνων, αλλά και σέβονταν τους θεσμούς, οδήγησε τον κ. Τσίπρα σε ιστορική γκάφα, την οποία κάπως προσπάθησε να μαζέψει στην συνέχεια. Γι’ αυτό είναι κοινός κανόνας ότι ποτέ πριν από τις εκλογές ξένων χωρών δεν λαμβάνουμε θέση υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου. Αυτά είναι βασικές αρχές διπλωματικής συμπεριφοράς 101 που μαθαίνονται σε οιοδήποτε πανεπιστήμιο πολιτικών επιστημών από το πρώτο έτος παρακολούθησης.
Και μπορεί βέβαια ο κ. Τσίπρας το μόνο διπλωματικό ζήτημα που παρακολούθησε ποτέ στην ζωή του να ήταν τα μαγειρέματα των φοιτητικών εκλογών, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι το ίδιο ισχύει και για τον κ. Κουμουτσάκο της Νέας Δημοκρατίας. Ο κ. Κουμουτσάκος, με σπουδές πολιτικών επιστημών και διπλωματικών-διεθνών σχέσεων, θα έπρεπε να ξέρει καλύτερα, ιδίως αφ’ ης στιγμής είχε τοποθετηθεί τομεάρχης παρά τω υπουργείω Εξωτερικών. Αντ’ αυτού όμως, επέκεινα της εκλογής Τραμπ είχε κάνει την καταπληκτική ανάρτηση στον λογαριασμό twitter του: «It’s the end of the world as we know it» (είναι το τέλος του κόσμου όπως τον ξέρουμε) από το ομώνυμο τραγούδι των REM, συμπληρώνοντας: «Σκέψη. Περισυλλογή. Δράση». Και αυτήν την δήλωση την έκανε για τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ, γνωρίζοντας ως διπλωμάτης ότι σταδιακά η Τουρκία υποβαθμίζεται, ενώ η Ελλάδα αναβαθμίζεται μοιραίως.
Αλλά τι να πούμε για τον κ. Κουμουτσάκο... Εδώ, όταν η υγεία του Θάνου Πλεύρη ήταν σε πολύ σοβαρή κατάσταση, αισθάνθηκε την ανάγκη να τονίσει ότι έχουν ιδεολογικές διαφορές την ώρα που του ευχόταν καλή ανάρρωση. Προσωπικά οι λεκτικές αστοχίες του Γιώργου Κουμουτσάκου μού θυμίζουν τον πρίγκιπα Φίλιππο όταν προσπαθεί να μείνει σοβαρός. Aλλά και η ιδεολογική εαυτοφοβία και η πρωτοφανής αστοχία του κ. Μητσοτάκη να προβλέψει το λαϊκό έρεισμα σε μια κοινωνία όπου σπούδασε - με τις ελίτ παρέα βέβαια - στηρίζοντας την Χίλαρι Κλίντον και όχι τον Ντόναλντ Τραμπ είναι παροιμιώδης.
Σε γενικές γραμμές πάντως η Αριστερά και μόνο η Αριστερά φαίνεται ότι μπορεί σε αυτήν την χώρα να γκρεμίσει σαν τραπουλόχαρτα τους μύθους που η ίδια έχει δημιουργήσει. Η Αριστερά και όχι η Κεντροδεξιά κατάφερε να προωθήσει το σχέδιο των ιδιωτικοποιήσεων χωρίς να ανοίξει ούτε ρουθούνι. Έτσι και τώρα η Αριστερά είναι η μόνη που μπορεί να σπάσει τον αντιαμερικανισμό που η ίδια δημιούργησε. Όπως ακριβώς ο - στα όρια της Αριστεράς - ΓΑΠ ήταν αυτός που επιχείρησε να σπάσει τον αντισιωνισμό που η ίδια η Αριστερά είχε δημιουργήσει υπερασπιζόμενη τους Παλαιστινίους.
Η συγκυρία είναι όντως ευνοϊκή για την Ελλάδα, αφού η Ρωσία καιρό τώρα έχει απαλλαγεί από την «δουλείαν του Ρίμλαντ» και δεν έχει ανάγκη να χρησιμοποιήσει τα θερμά ύδατα της Μεσογείου. Επομένως, η Τουρκία χάνει τον ανασχετικό ρόλο της, που την καθιστούσε αναγκαία για τον αγγλοσαξονικό πόλο. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που η Τουρκία εισήγαγε το δόγμα του νεοοθωμανισμού. Μέσω των εξουσιαστικών σχέσεων που προσπάθησε να εισαγάγει στον μουσουλμανικό κόσμο ήθελε να προτάξει την ισχύ της στους ενεργειακούς πόρους.
Παρά ταύτα, δεν πρέπει να εθελοτυφλούμε. Ουσιαστική αναβάθμιση της γεωπολιτικής ισχύος της Ελλάδος θα ήταν τα F-35, αλλά και η έμπρακτη συμφωνία για ετήσια δωρεάν στρατιωτική βοήθεια ανάλογη εκείνης που παρέχεται από τις ΗΠΑ σε Αίγυπτο και Ισραήλ. Αυτήν την στιγμή στο μυαλό των ΗΠΑ δεν έχει αποκωδικοποιηθεί πλήρως η πραγματικότητα ότι οι μουσουλμανικές χώρες σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποτελέσουν αξιόπιστους εταίρους και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο υφίσταται ακόμα η ψευδαίσθηση ότι το κύριο πρόβλημα είναι ο Ερντογάν. Αυτά πρέπει να αναδείξει μία σοβαρή Δεξιά.