Το Ισλάμ και η Δύση: οι απόψεις του Bernard Lewis

  • Δημοσιεύτηκε: 20 Μάρτιος 2009

    Ιδιαίτερη βαρύτητα για το θέμα του Ισλάμ και της σχέσης του με την Δύση και τις δυτικές αξίες έχουν οι απόψεις (1) του καθηγητή του Πανεπιστημίου του Princeton Bernard Lewis, ο οποίος θεωρείται αυθεντία σε θέματα Ισλάμ. Όπως τονίζει ο καθηγητής Lewis: «Το Ισλάμ δεν είναι μόνο ένα θέμα πίστης και πρακτικής, είναι επίσης μία ταυτότητα και μία αφοσίωση – για πολλούς, μία ταυτότητα και μία αφοσίωση που υπερβαίνει όλες τις άλλες» (σελ. 15). Κατά αυτόν: «Το Κοράνι κάνει λόγο τόσο για ειρήνη όσο και για πόλεμο. Οι εκατοντάδες χιλιάδες παραδόσεις και ρήσεις που αποδίδονται, με ποικίλη αξιοπιστία, στον Προφήτη και κάποιες φορές μεταφράζονται με πολύ διαφορετικούς τρόπους, παρέχουν ένα ευρύ φάσμα καθοδήγησης, από τους οποίους η μαχητική και βίαιη μετάφραση της θρησκείας είναι μία μεταξύ των πολλών. Εν τω μεταξύ, σημαντικός αριθμός Μουσουλμάνων είναι έτοιμοι να εγκρίνουν, και λίγοι εξ' αυτών να εφαρμόσουν, αυτήν την μετάφραση της θρησκείας τους. Η τρομοκρατία απαιτεί μόνο λίγους» (σελ. 29-30).

    Επιπλέον, ο Lewis τονίζει ότι «το Ισλάμ, όπως άλλες θρησκείες, έχει περάσει περιόδους κατά τις οποίες ενέπνευσε μία διάθεση μίσους και βίας σε κάποιους από τους πιστούς του. Είναι ατυχία για εμάς ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε μέρος του Μουσουλμανικού κόσμου ενώ αυτό περνά μία τέτοια περίοδο, και όταν το περισσότερο – αν και οπωσδήποτε όχι όλο – από αυτό το μίσος κατευθύνεται εναντίον μας [της Δύσης]» (σελ. 21-22).

    Αναλύοντας το μίσος κατά της Δύσης ο Lewis τονίζει ότι «συχνά, το μίσος αυτό ξεπερνά το επίπεδο της εχθρότητας προς συγκεκριμένα συμφέροντα ή ενέργειες ή ακόμα και χώρες, και μετατρέπεται σε απόρριψη του Δυτικού πολιτισμού συνολικά, όχι τόσο για αυτά που κάνει όσο για αυτό που είναι, και για τις αρχές και τις αξίες που εφαρμόζει και επαγγέλλεται. Αυτές, όντως, γίνονται αντιληπτές ως εγγενώς επιβλαβείς, και εκείνοι που τις προωθούν ή τις αποδέχονται γίνονται αντιληπτοί ως «εχθροί του Θεού»» (σελ. 22).

    Παρουσιάζοντας την κοσμοθεωρία του Ισλάμ ο Lewis τονίζει ότι «στην παγκόσμια Ισλαμική πολιτεία, όπως την έχουν συλλάβει οι Μουσουλμάνοι, δεν υπάρχει Καίσαρ, αλλά μόνο ο Θεός, ο οποίος είναι ο μόνος Ανώτατος Άρχων και η μόνη πηγή του νόμου» (σελ. 6). Μάλιστα, κατά τον Lewis «οι περισσότεροι [Μουσουλμάνοι] θα συμφωνούσαν ότι ο Θεός ασχολείται με την πολιτική, και η πεποίθηση αυτή επιβεβαιώνεται και υποστηρίζεται από την shari'a, τον Ιερό Νόμο, ο οποίος ασχολείται εκτενώς με την απόκτηση και την άσκηση εξουσίας, την φύση της νομιμοποίησης και της εξουσίας, τα καθήκοντα του άρχοντος και του υπηκόου, κοντολογίς, με αυτό που εμείς στην Δύση θα αποκαλούσαμε συνταγματικό δίκαιο και πολιτική φιλοσοφία» (σελ. 7). Και συνεχίζει: «Κατά την μουσουλμανική παράδοση, ο κόσμος χωρίζεται σε δύο οίκους: τον Οίκο του Ισλάμ (Dar al-Islam), στον οποίον διοικούν οι Μουσουλμανικές κυβερνήσεις και επικρατεί ο Μουσουλμανικός νόμος, και στον Οίκο του Πολέμου (Dar al-Harb), στον υπόλοιπο κόσμο, που εξακολουθεί να κατοικείται, και πιό σημαντικό, να διοικείται από τους άπιστους. Η υπόθεση είναι ότι το καθήκον της jihad θα συνεχισθεί, διακοπτόμενο μόνο από ανακωχές, μέχρι είτε όλος ο κόσμος να υιοθετήσει την Μουσουλμανική πίστη, είτε να υποταγεί στην Μουσουλμανική κυριαρχία» (σελ. 27).

    Μάλιστα ο Lewis διαφωνεί ότι η έννοια της jihad έχει μόνο πνευματικό και ηθικό περιεχόμενο τονίζοντας ότι «η συντριπτική πλειονότητα των πρώτων αυθεντιών συζητούν την jihad με στρατιωτικούς όρους» (σελ. 26) και υπογραμμίζοντας ότι «για το μεγαλύτερο τμήμα της καταγραφείσας ιστορίας του Ισλάμ, η λέξη jihad χρησιμοποιούνταν κυρίως με στρατιωτική έννοια» (σελ. 28). Κατ' αυτόν: «Η Jihad είναι παρούσα από την αρχή της Ισλαμικής ιστορίας – στην γραφή, στην ζωή του Προφήτη, και στις ενέργειες των συντρόφων του και των αμέσων διαδόχων του. Έχει συνεχισθεί μέσω της Ισλαμικής ιστορίας και διατηρεί την γοητεία της μέχρι σήμερα» (σελ. 32). Επιπλέον, «καθώς ο ιερός πόλεμος είναι μία υποχρέωση της πίστης, ρυθμίζεται λεπτομερώς από την shari'a [τον Ισλαμικό νόμο]» (σελ. 33) ενώ όσοι Μουσουλμάνοι σκοτωθούν στην jihad αποκαλούνται «μάρτυρες».

    Μία σημαντική επισήμανση του Lewis αφορά τον ρόλο των τζαμιών για τα ισλαμικά κινήματα. Τα τζαμιά μπορούν να αποτελέσουν «ένα δίκτυο συνεργασίας και επικοινωνίας που ακόμα και οι πιό δικτατορικές κυβερνήσεις δεν μπορούν να ελέγξουν πλήρως» (σελ. 20). Και πιό συγκεκριμένα: «οι δικτάτορες μπορούν να απαγορεύσουν κόμματα, μπορούν να απαγορεύσουν συναντήσεις – δεν μπορούν να απαγορεύσουν την δημόσια λατρεία, και μπορούν μόνο σε περιορισμένο βαθμό να ελέγχουν τα κηρύγματα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι θρησκευτικές αντιπολιτευόμενες ομάδες να είναι οι μόνες που έχουν τακτικούς χώρους συναντήσεων όπου μπορούν να συγκεντρωθούν και να έχουν στην διάθεσή τους ένα δίκτυο έξω από τον έλεγχο του κράτους ή τουλάχιστον όχι πλήρως υποκείμενο σε αυτόν» (σελ. 114).

    Άλλη σημαντική επισήμανση είναι το ότι «οι Μουσουλμάνοι φονταμενταλιστές δεν διαφέρουν από τους μετριοπαθείς σε θέματα θεολογίας και ερμηνείας της γραφής. Η κριτική τους είναι, στην ευρεία της έννοια, κοινωνική» (σελ. 21). Όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει ο Lewis: «Η κατά κυριολεξία θειότητα και το αλάθητο του Κορανίου είναι βασικό δόγμα του Ισλάμ, και παρ' όλο που κάποιοι μπορεί να αμφιβάλλουν, κανείς δεν θα το αμφισβητήσει. Αυτές οι διαφορές δεν έχουν καμμία ομοιότητα με εκείνες που διαχωρίζουν τους Μουσουλμάνους φονταμενταλιστές από το μετριοπαθές Ισλάμ, και ο όρος μπορεί επομένως να παραπλανά» (σελ. 112-113).

    Η άποψη αυτή του Lewis φαίνεται να ενισχύεται από τα ευρήματα μεγάλης δημοσκόπησης του Κέντρου Μουσουλμανικών Σπουδών Gallup το οποίο διερεύνησε τις στάσεις και τις απόψεις 10.000 μουσουλμάνων σε 10 μουσουλμανικές χώρες κατά το 2005 και το 2006 (2). Μεταξύ των συμπερασμάτων των ερευνητών ήταν ότι «οι ριζοσπάστες μουσουλμάνοι έχουν περισσότερα κοινά με τους μετριοπαθείς αδελφούς τους απ' ότι συχνά πιστεύεται. Δεν υπάρχει σημαντική διαφορά στην θρησκευτικότητα μεταξύ των μετριοπαθών και των ριζοσπαστών. Στην πραγματικότητα, οι ριζοσπάστες δεν πηγαίνουν σε θρησκευτικές τελετές περισσότερο συχνά σε σύγκριση με τους μετριοπαθείς. Μία ουσιαστική διαφορά μεταξύ ριζοσπαστών και μετριοπαθών αφορά το εισόδημα και την εκπαίδευση, αλλά είναι οι ριζοσπάστες που έχουν μεγαλύτερο εισόδημα και έχουν περισσότερα χρόνια εκπαίδευσης». Μάλιστα, σύμφωνα με τα ευρήματα της ίδιας έρευνας το 50% των ριζοσπαστών μουσουλμάνων υποστηρίζει την δημοκρατία σε σύγκριση με το 35% των μετριοπαθών.

    Για την σχέση του Ισλάμ με την δημοκρατία, ο Lewis τονίζει ότι η δημοκρατική ιδεολογία απαιτεί να παρέχονται στην Ισλαμιστική αντιπολίτευση ελευθερία και δικαιώματα, αλλά «οι Ισλαμιστές, όταν ανέλθουν στην εξουσία, δεν έχουν καμμία τέτοια υποχρέωση. Αντιθέτως, οι αρχές τους τούς επιβάλλουν να καταπιέσουν όποιες θεωρούν ως ασεβείς και ανατρεπτικές δραστηριότητες. Για τους Ισλαμιστές, η δημοκρατία, εκφράζοντας την γνώμη του λαού, είναι η οδός προς την εξουσία, αλλά είναι μονόδρομος, από τον οποίο δεν υπάρχει επιστροφή, καμμία απόρριψη της κυριαρχίας του Θεού, όπως ασκείται διαμέσου των επιλεγμένων εκπροσώπων Του. Η εκλογική πολιτική τους έχει διατυπωθεί περιληπτικά με το κλασικό «ένας άνδρας (μόνο άνδρες), μία ψήφος, άπαξ»» (σελ. 96).

    Κατά τον Lewis «το Ισλάμ ως τέτοιο, δεν είναι εχθρός της Δύσης, και υπάρχει αυξανόμενος αριθμός Μουσουλμάνων που δεν επιθυμούν τίποτα άλλο από μία στενή και πιό φιλική σχέση με την Δύση και την ανάπτυξη δημοκρατικών θεσμών στις χώρες τους. Όμως ένας σημαντικός αριθμός Μουσουλμάνων – κυρίως αλλά όχι αποκλειστικά αυτοί τους οποίους αποκαλούμε φονταμενταλιστές – είναι εχθρικοί και επικίνδυνοι, όχι γιατί χρειαζόμαστε έναν εχθρό αλλά επειδή είναι. Κατά τα πρόσφατα χρόνια, έχουν υπάρξει κάποιες αλλαγές στην αντίληψη και, συνεπακολούθως, στις τακτικές μεταξύ των Μουσουλμάνων. Κάποιοι εξ' αυτών εξακολουθούν να βλέπουν την Δύση γενικά και τον τωρινό ηγέτη της τις ΗΠΑ ειδικότερα ως τον προαιώνιο και άσπονδο εχθρό του Ισλάμ, το σοβαρότερο εμπόδιο στην παλινόρθωση της πίστης και του νόμου του Θεού στις χώρες τους και στον τελικό παγκόσμιο θρίαμβό τους. Γι' αυτούς δεν υπάρχει άλλος τρόπος παρά μόνο ο πόλεμος μέχρι θανάτου, όπως ορίζει αυτό που θεωρούν ως επιταγές της πίστης τους. Υπάρχουν άλλοι που, ενώ διατηρούν τις απόψεις τους και τον πολιτισμό τους, επιθυμούν να συνεργασθούν μαζί μας [με την Δύση] για έναν πιό ελεύθερο και καλύτερο κόσμο. Επιπλέον, υπάρχουν άλλοι που, ενώ βλέπουν την Δύση ως τον υπέρτατο εχθρό τους και ως πηγή κάθε κακού, έχουν παρ' όλ' αυτά επίγνωση της ισχύος της και αναζητούν κάποιον προσωρινό συμβιβασμό ώστε να προετοιμασθούν καλύτερα για την τελική μάχη. Θα ήταν σοφό να μην μπερδεύουμε τους δεύτερους με τους τρίτους» (σελ. 24).

    Παραπομπές
    1) Όλα τα αποσπάσματα προέρχονται από το βιβλίο: Lewis Bernard “The Crisis of Islam: Holy War and Unholy Terror”, London: Orion Books, 2003.
    2) Gledhill Ruth “Anti-American feelings soar among Muslims, study finds”, The Times 21/2/2007.

    * Ο Γιάννης Κολοβός είναι επικοινωνιολόγος. Το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Το τέλος μίας ουτοπίας: η κατάρρευση των πολυπολιτισμικών κοινωνιών στην Δυτική Ευρώπη» κυκλοφόρησε το 2008 από τις Εκδόσεις Πελασγός.


    Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 15ης Μαρτίου της εφημερίδας Ελεύθερη Ώρα.
    Κατηγορία: