Τα δύο συγκλονιστικότερα πολιτικά γεγονότα του 21ου αιώνα αναμφίβολα ήταν το Brexit και η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην ηγεσία των ΗΠΑ. Αυτό που κατέστησε τόσο συγκλονιστικά αυτά τα δύο γεγονότα ήταν ότι απελευθερώθηκε μία υπόκωφη δυναμική από τους λαούς τόσο ισχυρή η κινηματικότητα της οποίας σίγουρα υπέκρυπτε κάποια αιτήματα. Και, εν πάσει περιπτώσει, αυτή θα έπρεπε να είναι η ανάγνωση από οποιονδήποτε πολιτικό αναλυτή που σέβεται τον εαυτό του και την τιμιότητα του λειτουργήματος που επιτελεί.
Αντιθέτως όμως, παρατηρείται εδώ και κάποιο διάστημα μία κάπως μυστήρια ανάγνωση των φαινομένων αυτών τόσο από τους αντιπάλους του Τραμπ, όσο και από τους φανατικούς Bremainers. Κυριαρχεί στα δημοσιογραφικά στρατόπεδα αυτά μία νέα ερμηνεία σύμφωνα με την οποία οι πολιτικοί εκείνοι που δεν υποστηρίζουν τις επιλογές του συστήματος, όπως την παγκοσμιοποίηση, την πορεία προς το ευρωκράτος, την πολιτική ορθότητα κλ.π. εντάσσονται στην σφαίρα του «post-truth politics». Η πολιτική δηλαδή σύμφωνα με αυτούς τους ειδήμονες ξάφνου άλλαξε και ενώ οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ ήταν πάντοτε έντιμα και προήγαγαν την αλήθεια, τώρα ανέτειλε η εποχή των λαϊκιστών που εκμεταλλεύθηκαν τους «ξεχασμένους της παγκοσμιοποίησης».
Έτσι, η εκλογή Τραμπ δεν επισυνέβη διότι οι λευκοί της εργατικής τάξης είχαν φτάσει σε ένα επίπεδο διαβίωσης χειρότερο από τους μαύρους της δεκαετίας του ‘60, επειδή ο κόσμος σιχάθηκε την πολιτική ορθότητα, γιατί η λαθρομετανάστευση ήταν ανεξέλεγκτη και εξαιτίας του γεγονότος ότι οι λομπίστες ήλεγχαν πολιτικούς-ρομπότ όπως θεωρείται από μία ευρεία μάζα η Κλίντον, αλλά διότι ο Τραμπ εκμεταλλεύθηκε και πυροδότησε το συναίσθημα έναντι της λογικής.
Το Brexit δεν έλαβε χώρα γιατί οι πολιτικοί του παρελθόντος ξεγέλασαν τον βρετανικό λαό, λέγοντάς του ότι η ενσωμάτωση στην ΕΕ θα είναι απλά μία τελωνειακή ένωση και η είσοδος απλά σε μία κοινή αγορά, ενώ στην ουσία σηματοδοτούσε απώλεια εθνικής κυριαρχίας και ανοιχτά σύνορα, αλλά επειδή η καμπάνια του Leave επικράτησε στους ημιμαθείς που δεν πείστηκαν από τα εκατοντάδες επιχειρήματα των «ειδικών». Σαν τους 364 εκείνους ειδικούς οικονομολόγους που εφιστούσαν την προσοχή στην Μάργκαρετ Θάτσερ να μην εφαρμόσει την οικονομική πολιτική της διότι θα προκαλούσε χάος. Τόσο χάος που η οικονομική πολιτική αυτή κατέστησε ξανά την Βρετανία υπερδύναμη.
Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειαζόμαστε «ειδικούς» για να μας αποδείξουν ότι οι λαοί δεν πρέπει να χάσουμε την εθνική μας κυριαρχία και την προσωπική μας ελευθερία, όσα στοιχεία και να μας παραθέτουν. Εάν άκουγε ο Παπαφλέσσας τους αντίστοιχους «ειδικούς» της εποχής του θα τον έπειθαν ότι εξέγερση δεν «συμφέρει». Η προσέγγιση της αμιγούς υλιστικής εξέτασης των πραγμάτων καταδικάζει τους λαούς στην τυραννία του κατεστημένου, το οποίο συγκροτείται από τις παγιωμένες αντιλήψεις του σήμερα.
Τα δύο φαινόμενα Τραμπ και Brexit που με τόση μανία επιδιώκουν να αποδομήσουν και να αναστρέψουν οι διεθνείς ελίτ δεν είναι εύκολα αναστρέψιμα, διότι δεν βασίζονται σε ένα απλό και αόριστο συναίσθημα των λαών, αλλά σε ένα αλάνθαστο αισθητήριο αντίστασης απέναντι στην ανελευθερία της παγκοσμιοποίσης. Εμείς, όλοι εμείς, δεν είμαστε αριθμοί αλλά πολίτες, δεν είμαστε παθητικά θύματα ενός προδιαγεγραμμένου μέλλοντος που μπορεί να καθοριστεί από έναν αλγόριθμο. Ούτε είμαστε προβλέψιμοι για να αντιδρούμε ομοειδώς όπως τα πειραματόζωα σε ένα εργαστήριο.
Αυτό πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψιν τους και οι εντός Ελλάδος «post-truth politics» αναλυτές και πολιτικοί. Αναλυτές και πολιτικοί που με τόση ευκολία κατακρίνουν τόσο τον Τραμπ, όσο και το Brexit, ενώ με μία κάπως περίεργη ελαφρότητα συντάσσονται αναφανδόν υπέρ των γερμανικών θέσεων. Εν αντιθέσει βέβαια με την ευχάριστη έκπληξη της ανακοίνωσης της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών που ευθέως επετέθη στον Σόιμπλε υπενθυμίζοντάς του ότι η ελληνική ναυτιλία αποτελεί το 50% της ευρωπαϊκής. Ευτυχώς η αστική μας τάξη έχει συναίσθηση τι σημαίνει λανθασμένη γεωπολιτική επιλογή και από ό,τι φαίνεται γνωρίζει τα κίνητρα των εν Ελλάδι «post–truth politics» αναλυτών.