Η εν συνδυασμώ νίκη Τραμπ και η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ απετέλεσε ένα ισχυρότατο χαστούκι για τις ελίτ. Για τις ελίτ, που τα οικονομικά συμφέροντά τους ταυτίζονται με την Παγκοσμιοποίηση με τελικό στόχο οι λίγοι να κυβερνούν τους πολλούς, με ενδιάμεσους κάποιους αχυράνθρωπους «τεχνοκράτες».
Φυσικά, ένα τόσο ισχυρό σύστημα συμφερόντων δεν ήταν ποτέ δυνατόν να πέσει αμαχητί. Στην Αυστρία, την Ολλανδία και την Γαλλία ανευρέθησαν οι διέξοδοι εκείνες για να μην εξαπλωθεί η Αντεπανάσταση των εθνικών κοινωνιών και να καταστρατηγηθεί, προσωρινώς τουλάχιστον, το δικαίωμα των Εθνών στην διαφορετικότητα, η αντίστασή τους σε έναν ομογενοποιημένο πολυπολιτισμικό χυλό, όπου το άτομο θα λογίζεται ως απλά ένας αριθμός υποκείμενος σε ένα υπερεθνικό κράτος που θα αποφασίζει για αυτό, αλλά χωρίς αυτό.
Ηγέτης της νέας αυτής Ιεράς Συμμαχίας, η τελευταία απολογητής του «μοντερνισμού», λογίζεται πλέον η Άγγελα Μέρκελ. Είναι ειρωνικό το πώς τα φέρνει κάποιες φορές η Ιστορία. Εκείνη η χώρα που εισήγαγε ό,τι το πιο αντιδραστικό τώρα να υπερασπίζεται ό,τι πιο συστημικό εις το όνομα ανεκτικότητας. Η καγκελάριος της Γερμανίας έχει υιοθετήσει ό,τι πιο «προοδευτικό» χωρά στην ατζέντα της. Προσκάλεσε τους μετανάστες για να εγκαταστηθούν στην χώρα της. Εμμέσως νομιμοποίησε τον γάμο των ομοφυλοφίλων. Θεωρεί την πράσινη ενέργεια ως την λύση στην κλιματική αλλαγή, ακόμα και εάν όλα τα σοβαρά στοιχεία και έρευνες καταδεικνύουν ότι η κλιματική αλλαγή είναι ανεξάρτητη της ανθρώπινης επέμβασης. Και φυσικά, παραδίδει τα κλειδιά της εθνικής κυριαρχίας των εθνών-κρατών της Ευρώπης στο υπερεθνικό Ευρωκράτος, της ιδίας της της χώρας συμπεριλαμβανομένης.
Επί της ουσίας, η κ. Μέρκελ προήχθη, επέκεινα της εκλογής Τραμπ, με μία συμβολική επίσκεψη από τον τέως Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα. Υπάρχει όμως ένα κενό σε αυτό το πλάνο. O πασιφισμός της Γερμανίας την καθιστά ακατάλληλη για να ηγεμονεύσει στον ελεύθερο κόσμο. Πολλώ δε μάλλον, σε μία εποχή που οι άλλες υπερδυνάμεις χρησιμοποιούν στρατιωτική τους δύναμη για να επιβάλουν την βούλησή τους.
Από την μία, η απόφαση του Βερολίνου να απόσχει από την ψηφοφορία του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το 2011. Μια απόφαση, που καθιέρωσε την «no flight zone» για τη Λιβύη, καθώς τα στρατεύματα του Μουαμάρ Καντάφι απειλούσαν να καταστρέψουν την πόλη της Βεγγάζης. Είναι δε και η άρνηση να συνεργαστεί με τις προσπάθειες του ΝΑΤΟ για την προστασία πολιτών. Αυτά δημιουργούν την εικόνα μίας ήπιας ισχύος που επί της ουσίας συμμετέχει μόνον κατά τα φαινόμενα. Αν και η Μέρκελ έχει οδηγήσει την ΕΕ στην επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία για την προσάρτηση της Κριμαίας και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ανατολική Ουκρανία, παραταύτα απέχει από την αποστολή αμυντικών όπλων στο Κίεβο. Ενώ στις σπάνιες περιπτώσεις κατά τις οποίες η Γερμανία αποστέλει τον στρατό της στο εξωτερικό, όπως στο Αφγανιστάν, οι κανόνες στρατολόγησης είναι τόσο περιορισμένοι ώστε οι στρατιώτες της σπάνια να συμμετέχουν στη μάχη.
Το μόνο ζωντανό πλάνο που κρατά όρθια την κ. Μέρκελ ως «ηγέτη» της Παγκοσμιοποίησης είναι η διοίκηση της ΕΕ. Για να συνεχίσει όμως η Γερμανία να διοικεί την Ευρώπη πρέπει να συνεχίσει να υφίσταται το Ευρώ ως νόμισμα. Διότι η αξία του ευρωπαϊκού νομίσματος είναι χαμηλή, κρατώντας τις τιμές κάτω σε μία αγορά μεγάλη. Και, παρόλο το γεγονός ότι διαθέτει χρήματα στην Ελλάδα και την Ισπανία, χώρες σαν τις τελευταίες συγκρατούν προς τα κάτω την αξία του Ευρώ βοηθώντας τις εξαγωγικές γερμανικές επιχειρήσεις να στέλνουν φθηνά τα προϊόντα τους όχι μόνο στα μέλη της ευρωζώνης, αλλά και παγκοσμίως.
Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται βέβαια καλά, αλλά είναι ζήτημα το πότε θα αντιδράσει η Ιταλία, όπως ήδη αντέδρασε ο συστημικός Μακρόν. Οι ελίτ έχουν ποντάρει σε λάθος άλογο. Εκτός και εάν διαβάζουν τις εφημερίδες του. Εκεί, φεμινίστριες αρθρογράφοι έχουν υποστηρίξει κατά καιρούς ότι η Μέρκελ είναι η ζωντανή απόδειξη ότι μία γυναίκα μπορεί να ασκήσει εξουσία. Φυσικά δεν τους συμφέρει η Θάτσερ, η Αικατερίνη και η Ελισσάβετ.