Μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της παγκόσμιας μουσικής σκηνής πρόκειται να υποδεχθεί σύντομα η Αθήνα. Πρόκειται για την Ελληνοαμερικανίδα ιέρεια της αβάν γκαρντ Αδαμαντία Ξυνογαλά, ή Ντιαμάντα Γκαλάς, που πρόκειται να τραγουδήσει στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στις 20 Μαΐου 2008.
Βέβαια ο όρος τραγούδι είναι πολύ συμβατικός για την ψηλόλιγνη Γκαλάς με τα εκφραστικά μάτια και την φωνή που πιάνει 4 οκτάβες. Η Αδαμαντία εκρήγνεται επί σκηνής χρησιμοποιώντας την φωνή της με ένα εφιαλτικό και παραισθησιακό τρόπο που σε τρυπάει μέχρι το κόκκαλο. Σκοπός της να ξυπνήσει το κοινό της από τον λήθαργο για τα θέματα που την αφορούν, είτε πρόκειται για την επιδημία του AIDS, είτε για το ολοκαύτωμα του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Ενώ πέρα από τις αβάν γκάρντ συνθέσεις της χρησιμοποιεί τραγούδια που εκτείνονται από τα μπλούζ της Αμερικής μέχρι τα μοιρολόγια της Μάνης και από τα ρεμπέτικα στα τραγούδια του θρυλικού Τζώννυ Κας. Τραγούδια που τα απογυμνώνει μουσικά και τα μετατρέπει σε θρησκευτική επίκληση. Όπως έγραψε και η κριτικός Σούζαν Μακ Κλάρυ: «Η Γκαλάς κηρύσσει μια νέα στιγμή στην ιστορία της μουσικής παρουσίασης».
Γεννημένη στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας από Έλληνες γονείς, έδειχνε πάντα ταλέντο στο πιάνο και σπούδασε κλασική μουσική και τζαζ, καθώς και visual-art performance πριν μετακομίσει στην Ευρώπη. Το καλλιτεχνικό της ντεμπούτο το έκανε το 1979 στο Φεστιβάλ του Αβινιόν, κρατώντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην όπερα «Μια μέρα σαν τις άλλες» του Βίνκο Γκλομποκάρ βασισμένη σε ντοκουμέντα της Διεθνούς Αμνηστίας για μια Τουρκάλα που βασανίσθηκε από τις Τουρκικές αρχές.
Μέσα στην δεκαετία του ‘80, όλη της η ενέργεια της δόθηκε στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τα θύματα του AIDS. Μην φαντασθείτε όμως καμιά γελοία τύπου Τζοάν Μπαέζ. Μία από τις συγκλονιστικότερες βραδιές για τον γράφοντα υπήρξε τον Σεπτέμβριο του 1991, όταν η Ντιαμάντα Γκαλάς μετέφερε στον Λυκαβηττό το Plague Mass (Λειτουργία της Πανούκλας), την ζωντανή εκδοχή της τριλογίας της «Μάσκας του Κόκκινου Θανάτου» (που αποτελείται από τους δίσκους «The Divine Punishment», «Saint Of The Pit» και «You Must Be Certain of the Devil»).
Σε εκείνη την τουρνέ χρησιμοποιούσε κείμενα της Βίβλου, ποίηση του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, ηλεκτρονική μουσική και εξπρεσιονιστική όπερα με μια προβοκατόρικη θεατρική παρουσία και μια φωνή που ξύπναγε νεκρούς για να κατηγορήσει την αδιαφορία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της αμερικάνικης κυβέρνησης απέναντι στα θύματα του AIDS. Η ίδια θεωρούσε το AIDS γενοκτονία και όλοι της οι δίσκοι, από το «Litanies of Satan» μέχρι το «The Singer», όπου αναδεικνυόταν σε φοβερή μπλουζίστρια, είναι αφιερωμένοι στην ασθένεια από την οποία πέθανε ο αδελφός της.
Εκείνος όμως ο δίσκος της που πρέπει να μας αφορά είναι ο προτελευταίος της, το «Defixiones, Will and Testament» του 2003. Πρόκειται για ένα δίσκο αφιερωμένο στην γενοκτονία Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσύριων από τους Τούρκους την περίοδο 1916-1923. Η ίδια θυμάται πως ξεκίνησε το ενδιαφέρον της για αυτήν την εθνική υπόθεση: «Η οικογένεια του πατέρα μου ήταν Πόντιοι από την Μικρά Ασία. Από όταν ήμουν 10 χρονών μου έλεγε πως τους κυνηγούσαν οι Τούρκοι και αποφάσισαν να πάνε να ζήσουν στην Σμύρνη και μετά μου έλεγε τι έγινε στην Σμύρνη. Ο πατέρας μου με έβαζε να δω το «Αμέρικα Αμέρικα» του Ηλία Καζάν για να καταλάβω πως βρέθηκαν στην Αμερική».
Ενώ σε συνέντευξη της στο YouTube δηλώνει: «Defixiones σημαίνει κατάρα στα Ελληνικά. Ήταν η προειδοποίηση που υπάρχει στους τάφους των λαών, όπως των Ελλήνων, που σκοτώθηκαν στην Τουρκία, και είχε το νόημα ότι αν σκάψει κανείς αυτόν τον τάφο, όλες οι γενιές μετά από αυτόν θα υποφέρουν πολλά δεινά. Και αυτό συνέβαινε επειδή δεν πίστευαν ότι η Τουρκική αστυνομία θα τους προστατέψει και πραγματικά κανείς δεν τους προστάτεψε. Οι Τούρκοι έσκαψαν τους τάφους μόνο και μόνο για να αποδείξουν ότι μπορούν να το κάνουν. Έπαιρναν τα λεφτά από τις τσέπες και τα δακτυλίδια από τα χέρια των νεκρών, σκυλεύοντας τους τάφους.
Το «Defixiones» έχει να κάνει με γενοκτονίες ενάντια σε εθνικές μειονότητες που οι άνθρωποι είτε τους φοβόταν, είτε τους ζήλευαν, επειδή είχαν πολλά λεφτά. Αυτό έγινε με τους Έλληνες και τους Αρμένιους στην Τουρκία. Οι Τούρκοι όχι μόνο τους σκότωσαν, αλλά θέλησαν να βεβαιωθούν ότι αυτοί οι λαοί δεν θα ξανα-υπάρξουν». Ενώ έχει δηλώσει ότι η γενοκτονία των Αρμενίων και των Ελλήνων δεν πρόκειται να αναγνωρισθεί γιατί θίγονται οι οικονομικές και στρατιωτικές σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με την Τουρκία και το Ισραήλ που την στηρίζει.
Ο δίσκος περιλαμβάνει μανιάτικα μοιρολόγια, ρεμπέτικα, αλλά και μελοποιημένη ποίηση του Νερβάλ, του Παζολίνι, Αρμένιων και Σύριων ποιητών. Η Γκαλάς ακούγεται να τραγουδά απελπισμένα: «Οι νεκροί μας είδαν τις κόρες τους / να τις κτυπούν και να τις βιάζουν 16 φορές / μέσα στις φλόγες που ακόμα έκαιγαν / Οι νεκροί μας είδαν τον Χρυσόστομο να του βγάζουν τα μάτια και την γλώσσα / και να του σπάνε τα δάκτυλα και τα δόντια ένα προς ένα / μέσα στα γέλια και τα πανηγύρια της φωτιάς. Οι νεκροί μας σύρθηκαν / για εβδομάδες σε πορείες / μέσα στoν ήλιο της ερήμου / μέχρι που ο ήλιος τους έκαψε τα πνευμόνια».
Η Γκαλάς θα πρόσθετε εκ των υστέρων και ένα ποίημα με τίτλο «Μίσος», που είχε τυπωθεί στην «Hurriyet» τις μέρες της εισβολής στην Κύπρο και μιλάει για τους Έλληνες που θα τους κόψουν σε χίλια κομμάτια. Πρόκειται για μια θρηνωδία μιάμισης ώρας χωρίς συναισθηματισμούς και ελπίδας για λύτρωσης. Ενώ στο ειδικό site που έφτιαξε για τον δίσκο υπάρχουν εκατοντάδες ντοκουμέντα και φωτογραφίες για τα εγκλήματα των Τούρκων.
Το 2004 η Ντιαμάντα Γκαλάς επρόκειτο να παίξει στους Ολυμπιακούς αγώνες, αλλά οι υπεύθυνοι δεν της επέτρεψαν να παρουσιάσει το «Defixiones». Θυμάται: «Οι Έλληνες πιστεύουν στην ηλιθιότητα της Ελληνοτουρκικής φιλίας. Μου έλεγαν «Δεν μπορείς να παίξεις το Defixiones γιατί θα θυμώσουν οι Τούρκοι. Τώρα προσπαθούμε να κτίσουμε την Ελληνοτουρκική φιλία. Γιατί δεν παίζεις κανένα δημοτικό;» Και εγώ τους απαντούσα «Άντε γαμηθείτε!»
Το «Defixiones, Will and Testament» υπήρξε ο τελευταίος δίσκος με δικό της υλικό. Θα ακολουθήσει το «Guilty Guilty, Guilty» που περιλαμβάνει τραγούδια για τραγικούς έρωτες και εγκλήματα τιμής. Τραγούδια που επεκτείνονται από το «Long Black Veil» που έκανε διάσημο ο Τζώννυ Κας μέχρι το «Autumn Leaves» του Υβ Μοντάν σε στίχους Ζακ Πρεβέρ, αλλά και τραγούδια της Πιαφ και της Τίμι Γιούρο. Φέτος κυκλοφόρησε δύο λάιβ με αγαπημένα τραγούδια τζαζ και κλασσικού αμερικάνικου ρεπερτορίου, τα «All The Way» και «At Saint Thomas the Apostle Harlem».
Κατά πάσα πιθανότητα θα ερμηνεύσει αυτό το υλικό με μια επιλογή από παλιότερο υλικό. Όπως και να έχει αξίζει η παρακολούθηση της συναυλίας της.