Οι πρόσφατες εξελίξεις με το ζήτημα των γελοιογραφιών που σατίριζαν τον Μωάμεθ, πέραν του ερωτήματος που δημιούργησαν για το αν η ελευθερία του τύπου πρέπει να έχει κάποια όρια, κατέστησαν εμφανείς πλέον τους κινδύνους του πολυπολιτισμικού εγχειρήματος. Στη χώρα μας, βέβαια, δεν είχαμε την ευκαιρία να δούμε από πρώτο χέρι τις συνέπειες αυτής της συγκρούσεως, μιας και κανένα ΜΜΕ δεν θεώρησε απαραίτητη ή ίσως δεν απετόλμησε την αναδημοσίευση - αναμετάδοση των επίμαχων σκίτσων. Ωστόσο, τα επεισόδια προ δύο ετών στον Εχίνο της Θράκης, με το παρ' ολίγον λιντσάρισμα τηλεοπτικού συνεργείου και ηθοποιών από μαινόμενους μουσουλμάνους, λόγω της υποψίας «βεβηλώσεως» κάποιου τζαμιού από τσίτσιδες ηθοποιούς, μάς θυμίζει ότι δεν πρέπει να αδιαφορούμε για αυτά τα γεγονότα.
Από την διαδικτυακή δημοσκόπηση των Ελληνικών Γραμμών προκύπτει ότι ακόμη και σ' ένα κοινό με πατριωτικό και ως επί το πλείστον χριστιανικό προσανατολισμό, οι απόψεις διίστανται σχετικά με την αντιμετώπιση του θέματος. 'Αλλοι θεωρούν ότι η ελευθερία του τύπου υπερτερεί του σεβασμού στην θρησκευτική πίστη του άλλου και άλλοι το αντίθετο. Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι αν σε ένα τόσο ομοιογενές κοινό υπάρχει τέτοια διάσταση, στο διεθνές περιβάλλον η σύγκρουση θα είναι ακόμη πιο αισθητή. Ίσως τελικά το δίλημμα αυτό να μην είναι και το ουσιαστικά ζητούμενο.
Στον μουσουλμανικό κόσμο, άλλωστε, δεν φαίνεται να υπάρχουν τόσοι ενδοιασμοί. Είδαμε, λοιπόν - και εν αντιθέσει με τον σκεπτικισμό που σε μεγάλο βαθμό επικράτησε στη Δύση με αποκορύφωμα την υποχώρηση των πρωταγωνιστών αυτής της αντι-ισλαμικής προκλήσεως - μία μαζικότητα άνευ προηγουμένου στις αντιδράσεις των μουσουλμάνων, από τις πιο μετριοπαθείς μουσουλμανικές χώρες, όπως η Τουρκία, όπου δολοφονήθηκε ένας καθολικός ιερωμένος, μέχρι τις σκληροπυρηνικές φονταμενταλιστικές κοινωνίες, όπως αυτή του Αφγανιστάν, όπου οι Μωαμεθανοί βγήκαν στους δρόμους με τα χαντζάρια.
Εδώ πρέπει να σταθούμε στον όρο φονταμενταλισμός και να αναρωτηθούμε, μήπως τελικά αυτή η κατηγοριοποίηση αυτή των μουσουλμάνων αποτελεί ουσιαστικά μία αυταπάτη της Δύσεως; Σε συνέντευξή του στην εβδομαδιαία γερμανική εφημερίδα “Junge Freiheit” (Νεαρά Ελευθερία) ο Γερμανός Ισλαμολόγος Τίλμαν Νάγκελ απαντά στο σχετικό ερώτημα: «Η προσδοκία κάποιων δυτικών ότι ο ισλαμικός κόσμος θα μπορούσε να αποστασιοποιηθεί από τον φονταμενταλισμό είναι μη ρεαλιστική και ανόητη. Ο διαχωρισμός μεταξύ «φονταμενταλιστικού» και «μετριοπαθούς» ισλαμισμού είναι ένα αποκλειστικά δυτικό προϊόν. Αυτό ξεκινά από το γεγονός ότι η λέξη «φονταμενταλιστής» δεν έχει αντιστοίχιση στο αραβικό λεξιλόγιο και μπορεί να ερμηνευθεί μόνο περιφραστικά, μέσω μεταφράσεων από ευρωπαϊκές γλώσσες. Το Ισλάμ απλά δεν έχει την δυνατότητα να κάνει έναν τέτοιο διαχωρισμό. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε και να αντιμετωπίζουμε αυτό ως δεδομένο, ειδάλλως θα περιπλανούμεθα διαρκώς μεταξύ φανταστικών όρων, αφενός ενός «φιλειρηνικού» Ισλάμ και αφετέρου ενός «φασιστοειδούς» Ισλάμ. Το μόνο που θα μπορούσε να κάνει κανείς θα ήταν να διακρίνει διαφορετικές ομάδες. Θεολογικά, ωστόσο, το Ισλάμ δεν μπορεί να διχοτομηθεί ανάμεσα σε «ακραίους» και «μετριοπαθείς». Θα εδύνατο κανείς, βέβαια, να οραματισθεί ένα διαφωτισμένο Ευρω-Ισλάμ, όμως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι προϊόν της ιστορικής εξελίξεως και όχι μίας κοινωνικής μηχανικής (social engineering), όπως το φαντάζονται οι υπέρμαχοι του πολυ-πολιτισμού. Τέτοιου είδους πειράματα, όπως φαίνεται ήδη αυτήν την στιγμή στην Ευρώπη, μπορούν να καταστούν εξαιρετικά επικίνδυνα».
Η παρατήρηση του κ. Νάγκελ δικαιώνεται πανηγυρικά από το εξής γεγονός: Στο στόχαστρο των μουσουλμάνων δεν βρέθηκε απλά η Δύση. Θύμα των φανατικών αντιδράσεων ήταν η 4η εξουσία, η παντοδυναμία της οποίας έχει φτάσει στις μέρες μας στο απόγειό της. Παρά αυτήν την ισχύ και το κύρος, αυτή η εξουσία δεν κατάφερε να αποκαταστήσει την παγκόσμιο τάξη ούτε με ορθολογιστικά επιχειρήματα αλλά ούτε και με τις δόλιες μεθοδεύσεις που συχνά ακολουθεί, όταν θέλει να χειραγωγεί την κοινή γνώμη. Δεν είδαμε λοιπόν κάποιον αιρετικό μουσουλμάνο να υπερασπίζεται την ελευθερία του τύπου. Δεν είδαμε «αντιδιαδηλώσεις» στους δρόμους της Κοπεγχάγης ούτε και συλληφθέντες «διαφωτισμένους» μουσουλμάνους να βασανίζονται από τις κατά τόπους θεοκρατικές κυβερνήσεις, επειδή απετόλμησαν να υπερασπιστούν τις αρχές των κοινωνιών που φιλοξενούν τόσους αδελφούς τους. Κι αυτό γιατί απλά τέτοιες περιπτώσεις δεν υπήρξαν ούτε κατά διάνοια. Κι αν υπήρξαν όμως, κανείς δεν θέλησε να τις αξιοποιήσει επικοινωνιακά.
Επιστρέφοντας στην δημοσκόπηση των Ελληνικών Γραμμών, βλέπουμε ότι ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό, γύρω στο 6% ψήφισε «δεν ξέρω - δεν απαντώ». Πιο πιθανό, δε, από οποιαδήποτε άλλη φορά είναι όσοι επέλεξαν μία από τις δύο προτεινόμενες θέσεις να μην ήταν και τόσο σίγουροι για την επιλογή τους. Ο λόγος είναι απλός: Η κοινωνία μας έχει δομηθεί πάνω στις αρχές ελευθερίας του διαφωτισμού, οι οποίες ήρθαν να περισώσουν τις ευρωπαϊκές κοινωνίες από την απολυτότητα του χριστιανικού μεσαίωνα. Από την άλλη, οι περισσότεροι από εμάς έχουμε μία πίστη και δεν μάς αρέσει να την προσβάλλουν. Η απόσταση, ωστόσο, από την δυσαρέσκεια μέχρι την χρήση βίας και την αυτοδικία είναι πολύ μεγάλη. Πόσο μάλλον, όταν η χρήση βίας δεν αντίκειται μόνον στις αρχές και τους νόμους της κοινωνίας μας αλλά και αυτές της θρησκείας μας.
Ως εκ τούτου, αποτελεί μέγα σφάλμα η υποχώρηση στο απόλυτο της μουσουλμανικής σκέψεως και ό,τι αυτό υπαγορεύει. Η δε σύγχυση στην οποία όλοι μας οδηγούμαστε ως πιστοί και από αλληλεγγύη στους πιστούς μιας άλλης θρησκείας δεν είναι αρκετή για να εκθέσει την με τόσους κόπους ορθολογιστικά δομημένη δυτική κοινωνία στην ανηλεή πίεση ενός δόγματος ασχέτου με αυτήν. Θεωρώντας λοιπόν ότι κάθε υπεύθυνο άτομο πρέπει να παίρνει θέση σε καίρια ερωτήματα είναι απαραίτητο να διακρίνουμε ότι η μη στήριξη των βαλλομένων αρχών, για τις οποίες η Ευρώπη αγωνίστηκε προ 200 ετών δεν είναι απλά «ανοχή» και υποχωρητικότητα, αλλά προδοσία της ίδιας της Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι πολέμησαν ακόμη και κατά της ίδιας της Εκκλησίας τους για να περιχαρακώσουν αυτές τις αρχές και είναι παράλογο να παραιτούνται αυτών των κεκτημένων για χάρη μίας θρησκείας που όχι μόνον δεν είναι καν η δική τους, αλλά εχθρεύεται κάθε πτυχή της καθημερινότητάς τους, της ίδιας τους της υπάρξεως.
Κι αν πρέπει να αναζητηθεί κάποιος υπεύθυνος για αυτήν την εξέλιξη, τότε περισσότερο από κάθε άλλη φορά είναι η Νέα Τάξη Πραγμάτων που επιχειρείται. Είναι αυτή η κοινωνική μηχανική, που αναφέρει ο Νάγκελ που μάταια προσπαθεί να επιβάλλει καταστάσεις, αντιμετωπίζοντας τον κόσμο σαν μια πελώρια τράπουλα, ξεχνώντας ότι ακόμη και στα παιχνίδια με χαρτιά τα χρώματα και οι φιγούρες έχουν το ρόλο τους αλλά και την ιεραρχία τους. Θέλησαν λοιπόν κάποιοι να ορίσουν νέους κανόνες στο παιχνίδι και ξαφνικά θα έπρεπε να γνωρίζουμε τι επιτρέπει το Ισλάμ και τι όχι πριν καταφερθούμε εναντίον του, τη στιγμή που απειλεί εδώ και τόσα χρόνια την ασφάλειά μας. Και μην πει κανείς ότι πρόκειται για μία φιλειρηνική θρησκεία, διότι ο καθηγητής Νάγκελ και εκεί θα τον διαψεύσει: «Πρέπει να παραδεχθεί κανείς ότι, χωρίς να υπάρχει απόλυτη ιστορική τεκμηρίωση αυτού του δεδομένου, ο Μωάμεθ συνδέεται πολλαπλά με βίαιες πράξεις. Δεν αρκεί να τσιτάρει κανείς κάποια φιλειρηνικά αποφθέγματα του προφήτη για να αποδείξει τον φιλειρηνισμό του Ισλάμ. Εθελοτυφλεί κανείς, αν δεν είναι έτοιμος να παραδεχθεί ότι το Κοράνι και η ισλαμική παράδοση, που προέρχονται από τον 7ο αιώνα, στο σύνολό τους δεν είναι άλλο παρά οι κατευθυντήριες γραμμές της στάσεως των μουσουλμάνων εν έτει 2006».
Ακόμη, λοιπόν, και σ' αυτήν την ανησυχητική περίπτωση το πρόβλημα ετέθη στην κοινωνία ως ψευδοδίλλημα υπό τον τίτλο «Ελευθερία του τύπου ή σεβασμός της θρησκευτικής πίστεως». Ξεχνάμε όμως ότι και τα δύο αυτά συστατικά των δυτικών κοινωνιών και τάξεων, συνυπήρχαν εδώ και πολλές δεκαετίες, χωρίς να έχουν υπάρξει τέτοια διλήμματα. Δεν είναι λίγες οι φορές που υπήρξαν παρόμοιες συγκρούσεις με την εκκλησία να αντιδρά σε προσβολές εις βάρος της χριστιανικής πίστεως, ξεσηκώνοντας μάλιστα τους πιστούς. Περιπτώσεις που είχαν φτάσει σε υπερβολικές αντιδράσεις, όπως εκείνες στο βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη ή στην έκθεση Outlook προ διετίας ή και στην προβολή της ταινίας «Ο τελευταίος Πειρασμός» προ αρκετών ετών. Όμως η τάξη απεκαταστάθη και τόσο ο Μίμης Ανδρουλάκης όσο και ο Μάρτιν Σκορτσέζε ή ο Βέλγος καλλιτέχνης που τόσο βάναυσα είχε προσβάλλει τον Χριστό, δεν ανησύχησαν ούτε στιγμή για τη ζωή τους. Δεν ήταν λίγοι άλλωστε οι Χριστιανοί που είχαν πάρει το μέρος τους.
Τουναντίον, όπως διαβάσαμε στον ευρωπαϊκό τύπο, στο Βερολίνο κρύβεται αυτή τη στιγμή ένας γελοιογράφος, του οποίου απειλείται η ζωή, λόγω σχεδίων του που για το Ισλάμ είναι προσβλητικά. Στην Ακαδημία των Τεχνών του Ντίσελντορφ απεσύρθη μετά από απειλητικά τηλεφωνήματα ένα επικριτικό για το Ισλάμ γλυπτό, ενώ καλλιτέχνες και δημοσιογράφοι αυτολογοκρίνονται σ' όλο τον κόσμο. Ξάφνου, οι διάφοροι μισθοφόροι της Νέας Τάξεως, σαν κι αυτούς που αναθεμάτιζαν τον Αρχιεπίσκοπο και τους πιστούς στο όνομα της ελευθερίας, μιλούν για την ανάγκη μεγαλύτερης ευαισθησίας απέναντι στο θρησκευτικό συναίσθημα, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε περιορισμούς.
Αν αυτό είναι που θέλουμε, τότε ας κοπτόμεθα για το θρησκευτικό αίσθημα των Μουσουλμάνων. Αν πάλι θέλουμε να διατηρήσουμε και να αναπτύξουμε την κοινωνία που κληρονομήσαμε με πνεύμα ελευθερίας και ορθολογισμού, τότε δεν είναι οι νόμοι και οι αρχές μας που πρέπει να μετριάσουμε, αλλά το δικό μας «συν-αίσθημα». Τα όσα βιώσαμε τις τελευταίες εβδομάδες, ελπίζουμε να είναι αρκετά για να αναθεωρήσουν οι «φωτισμένοι» νομοθέτες της Ε.Ε. και να αποφασίσουν ότι δεν είναι δυνατόν να αποδεσμεύσουν το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα και τους κανόνες λειτουργίας του - βλ. Ευρωσύνταγμα - από την θρησκευτική, πολιτιστική και ηθική του παράδοση, που απετέλεσαν την βάση λειτουργίας αυτού και των εθνών που το απαρτίζουν.
Ο καθηγητής Δρ. Τίλμαν Νάγκελ είναι Αραβολόγος - Ισλαμολόγος στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν. Έχει επίσης διδάξει στα πανεπιστήμια της Βόννης, της Σέναα Υεμένης και στο Κάιρο. Έχει συντάξει αρκετές σημαντικές μελέτες πάνω στο θέμα Ισλάμ. Γεννήθηκε το 1942 στο Κόττμπους. Βιβλία και δημοσιεύσεις του ιδίου: \Der Koran. Einfuhrung, Texte, Erlauterungen\ (C.H. Beck, 1983/2002), \Festung des Glaubens. Triumph und Scheitern des islamischen Rationalismus im 11. Jahrhundert\ (C.H. Beck, 1988), \Geschichte der islamischen Theologie\ (C.H. Beck, 1994), \Das islamische Recht\ (WVA-Verlag, 2001)