Η δράκα των εθνοαποδομητών

  • Δημοσιεύτηκε: 30 Μάρτιος 2018

    Το να υπάρχουν αντιδικίες στην Ελλάδα της κρίσης για ζητήματα ταυτότητας έχει κάποιο «ενδιαφέρον». Και αυτές πάντοτε αναδεικνύονται πριν από τις εθνικές επετείους μας, εκεί όπου βρίσκουν τηλεοπτική στέγη οι πάσης φύσεως εθνοαποδομητές για να βγάλουν την χολή τους εναντίον της ελληνικής Ιστορίας. Οι έντονες, πάντως, αντιδράσεις των πολιτών στις κάπως μυστήριες απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ, των «εκσυγχρονιστών» κ.ο.κ. καταδεικνύουν ότι τα αντανακλαστικά της κοινωνίας δεν ενεργοποιούνται μόνο για οικονομικά ζητήματα, όπως διδάσκει η μαρξιστική σχολή του ιστορικού υλισμού.

    Ο αναθεωρητισμός ήταν στο διηνεκές ένα «προνομιακό» πεδίο της εν Ελλάδι Αριστεράς, η οποία πάντοτε αμφισβητούσε συμβολικές στιγμές της ελληνικής Ιστορίας. Ήταν εξαιρετικά σημαντικό για αυτήν να κυριαρχεί στην αρένα των ιδεών ούτως ώστε να κατηγοριοποιεί σε «εθνικιστές» όσους αναδείκνυαν την εθνική ταυτότητά μας. Και το έχει επιτύχει εν πολλοίς, αφού δεν υπάρχει ιστορική περίοδος κατά την οποία να μην έχει προβεί σε επιστημονικούς αναχρονισμούς αμφίβολης αντικειμενικότητας.

    Για την εν Ελλάδι Αριστερά η Αθηναϊκή Δημοκρατία δεν ήταν κάτι σπουδαίο διότι τα θεμέλιά της χτίστηκαν από τους σκλάβους, η Σπάρτη ήταν ένα «φασιστικό» μόρφωμα, ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν ένας «αιμοσταγής ιμπεριαλιστής δολοφόνος», η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν ενείχε ελληνικά στοιχεία, ενώ ο χριστιανισμός της την κατέτασσε στον σκοταδιστικό Μεσαίωνα εν αντιθέσει με το προοδευτικό Ισλάμ, στην Τουρκοκρατία περνούσαμε καλά με τους Τούρκους, η Ελληνική Επανάσταση ήταν ταξική και την αντιστρατευόταν η Ελλαδική Εκκλησία, η άλωση της Τριπολιτσάς ήταν προϊόν γενοκτονίας και όχι εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα, κατά τον Μακεδονικό Αγώνα το ελληνικό κράτος καταπίεσε τους «πραγματικούς Μακεδόνες», στην προκυμαία της Σμύρνης έγινε «συνωστισμός», το OXI το είπε ο ελληνικός λαός και όχι ο Ιωάννης Μεταξάς, η βαθύτερη θέληση του οποίου ήταν να πει NAI, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν ήταν υποκινούμενο από την Σοβιετική Ένωση, αλλά το γνήσιο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα που καταπνίγηκε από τους «φασίστες», και η Γενοκτονία των Ποντίων δεν είναι γενοκτονία, αλλά «εθνοκάθαρση».

    Καίτοι οι απόψεις αυτές είναι μειοψηφικές (ακόμα) στην ελληνική κοινωνία, είναι εντυπωσιακό φαινομενικά πώς ξεφυτρώνουν και αναπαράγονται με γεωμετρική πρόοδο. Όμως μόνο φαινομενικά. Και αυτό γιατί η πάγια τακτική της Αριστεράς είναι η συνεπής εφαρμογή της διακήρυξης του Ιταλού μαρξιστή Γκράμσι περί «κατάληψης των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους» οπουδήποτε παράγεται πολιτική σκέψη, ήτοι στα σχολεία, στα πανεπιστήμια και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας μέσω των οργανικών διανοουμένων της. Πιο διαβόητο υπόδειγμα από το βιβλίο της Έκτης Δημοτικού της κυρίας Ρεπούση, που τυπώθηκε κάτω από «κεντροδεξιά» κυβέρνηση, δεν υπάρχει.

    Για τα αντανακλαστικά της φερόμενης ως συντηρητικής παράταξης δεν χρειάζεται να σπαταληθεί πολύ μελάνι διότι είναι ανύπαρκτα, ενώ η συνεχής τάση της να απολογείται την έχει καταστήσει περισσότερο ένα παρακολούθημα της Αριστεράς, χρήσιμο μόνο για να λαμβάνει κυβερνητική εντολή όποτε η τελευταία χρειάζεται αέρα ανανέωσης.

    Ότι κάποιος μπορεί να θεωρεί, πάντως, κατάπτυστες τις απόψεις αυτές δεν σημαίνει ότι δεν δικαιούται να τις έχει. Τουναντίον. Η αστυνομία της σκέψης δεν ταιριάζει σε δημοκρατικά καθεστώτα, ακόμα και εάν κάποιος αρέσκεται στο να αυτοπροσδιορίζεται ως κεμαλικός. Ο υπουργός (εθνικής;) Παιδείας, πάντως, έχει υποχρέωση από το Σύνταγμα να «καλλιεργεί τον πατριωτισμό των Ελλήνων» και να σέβεται τις μνήμες ανθρώπων που έχουν υποφέρει από τα χέρια ολοκληρωτικών καθεστώτων, όπως οι συμπατριώτες μας Πόντιοι.

    Εάν, όμως, σε αυτήν την πατρίδα δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ούτε σε κάτι στοιχειώδες όπως αυτό, είναι προτιμότερο στο μάθημα της Ιστορίας ο γονιός είτε να έχει το δικαίωμα να ζητά εξαίρεση για το τέκνο του, είτε το δικαίωμα της προσφυγής στο «home schooling». Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να ανέχεται να παραχαράσσεται η Ιστορία σε βαθμό που προσβάλλεται η προσωπικότητά του.