Απάντηση σε δημοσίευμα της «Καθημερινής»

  • Δημοσιεύτηκε: 28 Ιούνιος 2013

    Αξιότιμοι κύριοι συντάκτες,

    Με πολύ προσοχή διάβασα την συνέντευξη του Ακμπάρ Αχμέντ, καθηγητή Ανθρωπολογίας στο φύλλο σας της 23 Ιουνίου του τρέχοντος. Παραβλέποντας κριτικές που αφορούν στον Μπους και τον Ομπάμα (προφανώς αντανακλούν κομματικές προτιμήσεις), εντύπωση μου έκανε η σύγχυσή του στην χρήση πολλών εννοιών.

    Ενώ ο κ. καθηγητής δείχνει να αντιλαμβάνεται το πρόβλημα της ενδοστρεφούς σύγκρουσης στους κόλπους του Ισλάμ που επιφέρει και ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στους ίδιους τους Μωαμεθανούς, «πετάει» τα καρφιά του στην δυτική κουλτούρα, λέγοντας ουσιαστικά πως ο Σάμουελ Χάντινγκτον εφηύρε την σύγκρουση των πολιτισμών. Το ότι αυτό αποτελεί παραπλανητικό, είναι γνωστό σ' όλους όσοι ασχολούνται με την θρησκευτική και πολιτική φιλοσοφία. Στην πραγματικότητα, ο Χάντινγκτον απλώς περιέγραψε με τον όρο «σύγκρουση πολιτισμών» τις διαφορές που ήδη υφίσταντο μεταξύ των δύο διαφορετικών πολιτισμικών μεγεθών. Κατά συνέπεια, η όποια επιχειρηματολογία και απολογητική προσπάθεια του κ. Αχμέντ ακυρώνεται στην βάση της προκείμενης πρότασής του.

    Το ίδιο αναποτελεσματική είναι η αναφορά στην δημιουργία τζαμιού στην Αθήνα. Χρησιμοποιεί κατά το δοκούν και παρερμηνευτικά την έννοια της δημοκρατίας και μοιάζει να εγκαλεί την χώρα μας για ... έλλειψή της, αν δεν γίνει το τζαμί! Αποφεύγει βέβαια ο κ. Αχμέντ να αναφερθεί στην παντελή έλλειψη «συνεναινετικού» φρονήματος, που εξάλλου θεωρείται «ξενικό στοιχείο» στην ισλαμική κουλτούρα, στους κόλπους της ίδιας της ισλαμικής κοινότητας που, επί παραδείγματι, αρέσκεται να θεωρεί την γυναίκα υπάνθρωπο ον.

    Η δημοκρατία, όμως αποτελεί πολιτική έννοια. Και στην σφαίρα της πολιτικής θεώρησης αντιδρούμε κάποιοι στην ίδρυση ενός τζαμιού, όχι στην σφαίρα της ανθρωπιστικής, ούτε αντιστεκόμαστε επειδή είμαστε φανατικοί, ζηλωτές ή αντιμουσουλμάνοι. Η ίδρυση τζαμιού, η παγκόσμια πείρα το έχει διδάξει, «γκετοποιεί» περιοχές, διαμορφώνει προβλήματα θρησκευτικής διένεξης (που οφείλονται κυρίως στο φανατισμό των μουσουλμάνων κι όχι των χριστιανικών κοινοτήτων), παραλύει απόπειρες οικονομικής ανάπτυξης των περιοχών (μια και οι περιοχές γύρω από τα μουσουλμανικά τεμένη μεταλλάσσονται συχνότατα σε τόπους δραστηριότητας εντελώς εξωδυτικού τύπου, όπου κυριαρχεί η παντελής άρνηση του σύγχρονου τρόπου ζωής) κ.ο.κ.

    Όσο η συζήτηση για την ίδρυση μουσουλμανικού τεμένους δεν λαμβάνει υπόψη του τις πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις του θέματος και, μυωπικά όσο και υποκριτικά, περιστρέφεται μονάχα και μονόπλευρα γύρω από το θέμα του δήθεν σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας, τόσο περισσότερο ύποπτες διαφαίνονται οι προθέσεις εκείνων που την υποστηρίζουν.

    Με εκτίμηση,

    Δημήτρης Ε. Γκίκας
    Μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του Εθνικού Μετώπου
    Φιλόλογος, Μ.Α.
    υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας Ιονίου Πανεπιστημίου

    Κατηγορία: