Ένας χρόνος Νέα Δεξιά

  • Δημοσιεύτηκε: 26 Μάιος 2017

    Ένας χρόνος συμπληρώθηκε το Σάββατο 13 Μαΐου από την ίδρυση του κόμματος της Νέας Δεξιάς με πρόεδρο τον πρώην πολιτευτή και μέλος της Πολιτικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας Φαήλο Κρανιδιώτη, που διαγράφηκε από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρο του κόμματος Κυριάκο Μητσοτάκη στις 16 Μαρτίου 2016, με αφορμή ανάρτηση του με πολύ επικριτικά σχόλια σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης για τον υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννη Μουζάλα, για απαράδεκτες δηλώσεις του σε τηλεοπτικό σταθμό για το εθνικό θέμα της ονομασίας του κρατιδίου των Σκοπίων.

    Από την στιγμή που η υποτιθεμένη Κεντροδεξιά (Ν.Δ.), με βάση τις επιλογές της σημερινής ηγεσίας της και της ηγετικής της ομάδας, αποφάσισε να «αποχωριστεί» την δεξιά της τάση και να κινηθεί προς κέντρο και προς κεντροαριστερά, υπήρχε ένα κενό προς τα δεξιά που θα έπρεπε να καλυφθεί σωστά, γιατί οι απογοητευμένοι δεξιοί, που στήριζαν κάποτε την Νέα Δημοκρατία δεν πρέπει πλέον να στηρίζουν ως ψήφο διαμαρτυρίας ούτε αρβύλες με ξυρισμένα κεφάλια που παραπέμπουν σε άλλες εποχές, και φυσικά δεν έχουν καμία σχέση με την Δεξιά (Χρυσή Αυγή), ούτε να στηρίζουν, παραμένοντας κάποιοι εγκλωβισμένοι πολιτικά, σε ψευτοπατριωτικά δεκανίκια καιροσκόπων και πολιτικών τυχοδιωκτών (Ανεξάρτητοι Έλληνες) που στηρίζουν συγκυβερνώντας εδώ και δυόμιση χρόνια πολιτικά συνονθυλεύματα πρώην πασοκτσήδων και δογματικών κομμουνιστών (ΣΥΡΙΖΑ), που ενδιαφέρονται μόνο για τα προνόμια της εξουσίας.

    Αυτό το κενό μπορεί και πρέπει να καλύψει η Νέα Δεξιά, με την άξια ηγεσία του Φαήλου Κρανιδιώτη και των άξιων συνεργατών του, με σταθερή δεξιά ιδεολογία και τα σωστά οργανωτικά βήματα. Χρόνια πολλά στην Νέα Δεξιά και μακάρι στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις (Βουλής, Ευρωβουλής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης) να υπάρχουν εκπρόσωποι της στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Όμως πέρα από το συγκεκριμένο κόμμα, τίθεται για μένα ένας προβληματισμός για το μέλλον της ελληνικής Δεξιάς τα επόμενα κρίσιμα χρόνια, με βάση τις εγχώριες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, και ειδικότερα τις διεθνείς, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την ευρωπαϊκή παρουσία της χώρας.

    Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας που με επιλογή της σημερινής της ηγεσίας και της σημερινής της ηγετικής ομάδας, αποφάσισε εδώ και ενάμιση χρόνο μετά την εκλογή του Κυριακού Μητσοτάκη, να πάψει να είναι ουσιαστικά κεντροδεξιό κόμμα και να μετατραπεί σε ένα κεντρώο έως κεντροαριστερό κόμμα, είναι γεγονός ότι πλέον δεν μπορεί ούτε κατά το ήμισυ να εκφράσει εκείνους που αυτοπροσδιορίζονται ιδεολογικά ως δεξιοί. Ιδιαίτερα με θέσεις που δεν διαφέρουν ουσιαστικά από κόμματα της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς (π.χ. ψήφιση χωρίς όρους και προϋποθέσεις υπέρ της ανέγερσης τεμένους στο Βοτανικό, σύμπλευση με την κυβέρνηση και τα προαναφερόμενα κόμματα στο θέμα της εκπαίδευσης παιδιών μεταναστών-προσφύγων χωρίς επίσης όρους και προϋποθέσεις στα σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ψήφιση επίσης του εκτρώματος των έμφυλων ταυτοτήτων κ.α.) και όλα αυτά με την στήριξη υποτιθεμένων «δεξιών» βουλευτών και ηγετικών της στελεχών που προέρχονται από τον ΛΑ.Ο.Σ. (Μάκης Βορίδης, Άδωνης Γεωργιάδης).

    Επίσης η αποπομπή, κατ’ εντολή της ηγεσίας του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον περασμένο Μάρτιο, ηγετικού στελέχους της ΟΝΝΕΔ από την Θεσσαλονίκη, με αφορμή ένα πολύ σκληρό αλλά έως ένα βαθμό δικαιολογημένο σχόλιο σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, για ένα απαράδεκτο σχόλιο επίσης σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης της μαρξίστριας πρώην υπουργού και βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ Σίας Αναγνωστόπουλου για τις Ελληνίδες γυναίκες, όπως και η απόσυρση βουλευτών της Ν.Δ. από ερώτηση για το «Τάμα του Έθνους», αποδεικνύουν ότι δυστυχώς η Ν.Δ. είναι και πάλι, αν όχι συμβιβασμένη, τουλάχιστον φοβική απέναντι στην Αριστερά και τις παραφυάδες της.

    Έτσι σε συνδυασμό με την πλήρη απουσία υπεράσπισης από την Ν.Δ. της εθνικής ταυτότητας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου παράλληλα να τονιστεί η αλλαγή πορείας από την προσήλωση στους αριθμούς, στην γραφειοκρατία των Βρυξελλών και στην γερμανική «αυθεντία» και μονοκρατορία της σκληρής λιτότητας και των μνημονίων, με επιστροφή στις ιδρυτικές αρχές της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) το 1957 και ιδιαίτερα στις ιδρυτικές αρχές της Ελλάδας, της Ρώμης και του Χριστιανισμού, παρατηρείται κενό αντιπροσώπευσης όλων όσων αυτοπροσδιορίζονται ως δεξιοί. Αποτέλεσμα το κενό αυτό να καλύπτεται μέχρι τώρα από την αποχή στις εκλογικές αναμετρήσεις, είτε από κόμματα που όπως προαναφέρθηκε δεν έχουν καμία σχέση με τις αρχές και τις αξίες της ελληνικής Δεξιάς (Χρυσή Αυγή και Ανεξάρτητοι Έλληνες).

    Με βάση τα παραπάνω η ελληνική Δεξιά σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο θα πρέπει να υπερασπιστεί τις ιδεολογικές της αρχές και αξίες, ανεξαρτήτως κόμματος, και να πάψει πλέον να είναι φοβική και ακόμα χειρότερα συμβιβασμένη. Αλλιώς η ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς που, με μεγάλη ευθύνη της Ν.Δ. υπάρχει στην ελληνική κοινωνία, από την Μεταπολίτευση του 1974, και ιδιαίτερα μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία στις εκλογές του 1981, θα συνεχίσει να υπάρχει, με ακόμα χειρότερες συνέπειες σε εθνικό και κοινωνικό επίπεδο, και πέρα από τον πλαστό πολιτικό διαχωρισμό μνημόνιο-αντιμνημόνιο, που τα αποτελέσματα του η Ελλάδα βιώνει τα τελευταία δυόμιση χρόνια.

    Οι ευθύνες εκείνων που αυτοπροσδιορίζονται ως δεξιοί είναι μεγάλες εν όψει και επικειμένων εκλογικών αναμετρήσεων, γιατί οι καιροί ου μενετοί. Ο καθένας πρέπει παράλληλα να πάρει τις αποφάσεις του. Γιατί η ελληνική Δεξιά είχε παρελθόν, παρόν και πρέπει να έχει και μια σταθερή πολιτική και κοινωνική ηγεμονία και πολύ περισσότερο, με βάση τα ευρωπαϊκά εκλογικά αποτελέσματα, ένα ελπιδοφόρο μέλλον.