Αρχές της δεκαετίας του '80. Ο «λαοπρόβλητος» ηγέτης Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ κυριαρχούν στον Θεσσαλικό κάμπο. Είναι η εποχή της ανεμελιάς και των «πακέτων στήριξης», η εποχή της «αλλαγής» και των «οραμάτων», η εποχή του Κιλελέρ και των αγροτικών συνεταιρισμών. Είναι η εποχή της «μετάλλαξης» του αγρότη σε δημόσιο υπάλληλο. Παράλληλα είναι και η εποχή των πολιτισμικών αλλαγών της υπαίθρου. Αλλαγών εμπνεύσεως και αισθητικής ΠΑΣΟΚ.
Οι χρηματικές επιδοτήσεις από την «Ευρώπη των μονοπωλίων» πέφτουν σωρηδόν, κανείς δεν ελέγχει κανέναν. Διπλοζυγίσματα και τριπλοζυγίσματα της παραγωγής, εκατομμύρια «κεφάλια» ζώων μετρούνται και επαναμετρούνται, ακόμα και η έκταση της Ελλάδας ... αυξήθηκε, αν λάβει κανείς υπόψη τα δηλωθέντα στρέμματα που καλλιεργούνται. Και φυσικά οι αγροτικοί συνεταιρισμοί. Κρατικά επιχορηγούμενοι, δημιουργούν αστρονομικά χρέη. Χρέη που «χαρίζονται» και «ξαναχαρίζονται». Και ακόμη πιο φυσικά κανείς δεν διώκεται για τις λοβιτούρες που γίνονται.
Ακόμη και οι καλλιεργητικές επιλογές των αγροτών αλλάζουν. Ο «λευκός χρυσός», το βαμβάκι, έχει την τιμητική του. Εύκολο στην καλλιέργεια, με καλή απόδοση, λίγη εργασία, και πολύ γενναία επιδότηση από την Ευρώπη, γίνεται το must της ελληνικής γεωργίας. Και μετά, εκεί γύρω στο φθινόπωρο, οι πληρωμές. Πλουσιοπάροχες. Τα περίφημα «τσεκ».
Μετά τις πληρωμές ακολουθούν τα ΠΑΣΟΚικής εμπνεύσεως γλέντια και πανηγύρια, από τους κρατικώς επιδοτούμενους «πολιτιστικούς συλλόγους» των χωριών. Μια πλατφόρμα από τρακτέρ, πάνω στην οποία επιβαίνει το λαϊκό συγκρότημα, και μετά ακολουθούν αντάρτικα τραγούδια, και οι τελευταίες επιτυχίες του Γιάννη Φλωρινιώτη και της Πίτσας Παπαδοπούλου, διανθισμένες με λίγο κλαρίνο για να τηρούνται τα προσχήματα.
Κάπως έτσι κυλούσε όμορφα η ζωή. Ο αγρότης «έφαγε επιτέλους ψωμί». Αν το ψωμί αυτό ήταν δανεικό, κανέναν δεν ενδιέφερε. Αν οι διαρθρωτικές αλλαγές στην αγροτική παραγωγή, περιορίζονταν μόνο στο μήκος της φούστας της «τραγουδιάρας» των πανηγυριών, αυτό ουδόλως ενοχλούσε.
Κάποτε όμως το όνειρο τελείωσε. Οι Ευρωπαίοι κατάλαβαν τι γίνονταν στην Ελλάδα, και άρχισαν οι περικοπές. Τότε ξύπνησε όμως ο αγροτοσυνδικαλισμός. Τα μπλόκα, τα τρακτέρ στους δρόμους, το κλείσιμο των Τεμπών, και των οδικών κόμβων, οι πολιτικάντηδες προστάτες των «δίκαιων του αγρότη». Ο ψευτοτσαμπουκάς των δρόμων, τα υποκριτικά αγροτοδικεία, οι «πιέσεις» των τοπικών κοινωνιών.
Ούτε λέξη για νέες καλλιέργειες, ούτε μια αναφορά σε πραγματική ανάπτυξη. Το κράτος έπρεπε να εξακολουθεί να είναι πλουσιοπάροχο, και ας μην είχε να «δώσει». Έπρεπε να «βρει». Και «έβρισκε». Δανειζόμενο. Δειλοί και άβουλοι κρατούντες και παρακρατούντες, βύθιζαν όλο και βαθύτερα τους αγρότες στην άβυσσο. Προείχαν οι εκλογές και τα «ψήφια». Και έτσι εξακολουθούσαν να περνάνε ωραία όλοι.
Τώρα όμως ήρθε ο λογαριασμός. Και τον λογαριασμό αυτόν θα τον πληρώσουν κυρίως οι αγρότες. Εκτός αν καταλάβουν το λάθος τους, εκτός αν κάποιος τους πει την πραγματική και ωμη αλήθεια, και το κυριώτερο, αν οι ίδιοι οι αγρότες είναι πρόθυμοι να ακούσουν την αλήθεια. Μόνο τότε υπάρχει η ελπίδα. Όχι μόνο για αυτούς, αλλά για όλους μας.