Εισαγωγή
Η παρούσα εργασία σκοπό έχει να επισημάνει τα κυριότερα προβλήματα που παρουσιάζουν, όπως και την κατάσταση στην οποία βρίσκονται σήμερα οι σημαντικότεροι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία του Πειραιά. καθώς και να προτείνει λύσεις εφικτές που θα μπορούσαν να τα αναδείξουν και να βελτιώσουν την εικόνα τόσο των μνημείων, όσο και την συνολική της πόλεως μας.
Εύκολα μπορεί ο καθένας να αντιληφθεί ότι τα αρχαιολογικά μνημεία της πόλης μας - και όχι μόνον - είναι «θύματα» του κακώς εννοούμενου οικονομικού ωφελιμισμού και όχι της άναρχης δόμησης, όπως ίσως αρκετοί πιστεύουν. Επίσης η ανεξήγητη συμπεριφορά του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου που σχεδόν μονίμως γνωμοδοτεί κατά των μνημείων εκδίδοντας αποφάσεις για ισοπεδώσεις, για καταχώσεις και για ανωδομήσεις υπέρ των αρχαίων, ενώ στις λίγες περιπτώσεις που οι αποφάσεις του είναι υπέρ των μνημείων τούτο οφείλεται κατά μείζονα λόγο στις κινητοποιήσεις διάφορων ιδιωτικών συλλόγων και στην ευαισθητοποίηση του κοινού.
Εκείνο που πρέπει να γίνει, όχι μόνο γιατί το οφείλουμε στους προγόνους μας, αλλά γιατί είμαστε οι κληρονόμοι και οι συνεχιστές του σημαντικότερου και μεγαλύτερου πολιτισμού που δημιουργήθηκε από ανθρώπους, είναι να αναστηλώσουμε και να αναδείξουμε αυτά τα μνημεία. Ενέργειες προς αυτήν την κατεύθυνση μπορούν μακροπρόθεσμα πέρα από τα οποιαδήποτε άλλα θετικά αποτελέσματα να επιδράσουν ευεργετικά προπαντός στην παιδεία, αφού η μεν παιδεία προάγει τον πολιτισμό, ο δε πολιτισμός παράγει παιδεία.
Στην έκθεση αυτή δεν συμπεριλαμβάνονται κάποια αρχαία μνημεία της πόλης μας αφού, είτε λόγω της θέσης τους, είτε γιατί τα υπολείμματα είναι πολύ λίγα, οποιαδήποτε επέμβαση για ανάδειξη ή προβολή στο κοινό είναι από ελάχιστη έως αδύνατη.
Έτσι δεν γίνεται αναφορά σε μνημεία όπως ο Φάρος στην είσοδο του Κανθάρου και στον Τάφο του Θεμιστοκλή αμφότερα στην Πειραϊκή Ακτή, αλλά εντός της Ναυτικής Διοίκησης Αιγαίου. Επίσης και για τους ευρισκόμενους σε υπόγεια πολυκατοικιών Νεώσοικους, για το Σηράγγειον, για την Οικία των Διονυσιαστών στα θεμέλια του Δημοτικού Θεάτρου, για τον πύργο της οχύρωσης του ιερού της Μουνιχίας Αρτέμιδος στον Ναυτικό Όμιλο Ελλάδος και για τα σπουδαία αρχαιολογικά ευρήματα στην αυλή του Πανεπιστημίου Πειραιώς τα οποία ευρίσκονται σε καθεστώς «προσωρινής κατάχωσης», καθώς και σε μερικά άλλα «ελάσσονος» σημασίας όπως π.χ. τα ελάχιστα ερείπια από λατομεία και οικίες στον λόφο του Προφήτη Ηλία.
Ασφαλώς και μπορούν να υπάρξουν αλλαγές στην παρούσα πραγματικότητα των μνημείων, οπότε η έκθεση αυτή μπορεί να αναπροσαρμοσθεί. Επίσης αυτό είναι δυνατόν και για παραλήψεις ή και επισημάνσεις που θα μπορούσαν να συμβάλουν θετικά στην κατεύθυνση ανάδειξης των πειραϊκών μνημείων και βεβαίως όχι μόνον αυτών για τα οποία γίνεται λόγος παρακάτω, αλλά και για τα μνημεία εκείνα που για διαφόρους λόγους δεν συμπεριλήφθηκαν. Κάθε καινούργια ιδέα ή πρόταση που οδηγεί στον κοινό σκοπό είναι πάντα ευπρόσδεκτη.
Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιώς
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιώς παρά το ότι φιλοξενεί σημαντικότατα ιστορικά εκθέματα της ευρύτερης περιοχής της πόλεως μας, παραμένει υποβαθμισμένο. Αναφέρω παραδειγματικά ότι και μόνον η συλλογή των χάλκινων αγαλμάτων των κλασσικών χρόνων από τον Πειραιά το καθιστούν μοναδικό παγκοσμίως, γεγονός που παραμένει άγνωστο ακόμη και στους δημότες της πόλεως μας.
Δυστυχώς σήμερα το μουσείο δεν είναι επισκέψιμο, παραμένει κλειστό επί δύο έτη. Ο λόγος που παραμένει κλειστό το μουσείο επί τόσο μακρύ χρονικό διάστημα είναι η έλλειψης των κονδυλίων για τις εργασίες της ανακαίνισης του. Η μελέτη ανακαίνισης του μουσείο εκπονήθηκε το 2003, εγκρίθηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο τον Φεβρουάριο του 2004 και δημοπρατήθηκε τον Oκτώβριο του 2004. Την 1η Νοεμβρίου εγκαταστάθηκε ο εργολάβος και το μουσείο έκλεισε με αρχικό χρόνο παράδοσης το τέλος Μαρτίου του 2005. Ωστόσο, οι εργασίες σταμάτησαν αφού ο ανάδοχος του έργου ουδέποτε πληρώθηκε.
Όλη αυτή η κατάσταση έχει ως αποτέλεσμα το μουσείο να παραμένει κλειστό και τα μοναδικής αξίας χάλκινα αγάλματα, καθώς και όλα τα εκθέματα του, που φυλάσσονται στους χώρους να αντιμετωπίζουν σοβαρότατους κινδύνους, λόγω των συνθηκών που επικρατούν στις αίθουσες του μουσείου απ΄ όπου έχουν αφαιρεθεί οι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, τα στοιχειώδη συστήματα κλιματισμού και οι ψευδοροφές. Η εγκεκριμένη χρηματοδότηση των εργασιών έχει «χαθεί» αδικαιολόγητα μεταξύ του υπουργείου Πολιτισμού και του υπουργείου Oικονομικών. Η διευθύντρια του Μουσείου αρχαιολόγος Νέλλη Αξιώτη αναφέρει σε έγγραφο της προς το ΥΠΠΟ: «Πώς δημοπρατήθηκε το έργο αν δεν είχε εξασφαλισθεί η χρηματοδότηση; Σύμφωνα με τον νόμο, δεν γίνεται καμία ανάθεση έργου αν δεν έχουν εξασφαλισθεί οι πιστώσεις».
Πέρα από τις όποιες ευθύνες που πρέπει να αναζητηθούν και να καταλογισθούν για τους σοβαρότατους κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα εκθέματα, εκείνο το οποίο χρήζει άμεσης προτεραιότητας είναι η ασφαλής ολοκλήρωση των εργασιών ανακαίνισης του μουσείου και η παράδοση αυτού στο κοινό σε βραχύ χρονικό διάστημα.
Το θέατρο της Ζέας και τα έργα στον εξωτερικό χώρο του Μουσείου
Το θέατρο της Ζέας που βρίσκεται στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο με το αρχαιολογικό μουσείο είναι των ελληνιστικών χρόνων (2ου αιώνα π.Χ.). Από το θέατρο σήμερα σώζεται σε σχετικά καλή κατάσταση η ορχήστρα και η σκηνή, αντίθετα από το κοίλον του θεάτρου δεν σώζεται τίποτα από τις αλλεπάλληλες σειρές εδωλίων των θεατών.
Παλαιότερα το θέατρο χρησιμοποιείτο για παραστάσεις λαϊκών παραδοσιακών χορών, γεγονός που συνεπάγεται την επιβάρυνση του χώρου του θεάτρου. Μέχρι πριν δύο έτη και ενώ το μουσείο λειτουργούσε, η πρόσβαση του κοινού προς το θέατρο απαγορευόταν.
Γεγονός πάντως είναι ότι υπάρχουν αρκετοί προβολείς και το θέατρο φωτίζεται ικανοποιητικά κατά τις νυκτερινές ώρες. Δεν γνωρίζουμε εάν υπάρχει σκέψη από το ΥΠΠΟ για αναστήλωση και ανάδειξη, όλου ή μέρους του θεάτρου πράγμα που θα ήταν και ευκταίο.
Στον ίδιο χώρο με το θέατρο της Ζέας και πίσω από την σκηνή αυτού, η Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων του ΥΠΠΟ, κατασκευάζει στέγαστρο για την δημιουργία μόνιμης έκθεσης στον υπαίθριο χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου. Ποια θα είναι η τελική μορφή της όλης κατασκευής δεν γνωρίζουμε, όμως είναι πολύ θετικό αφού δίνεται η δυνατότητα να εκτεθούν πολλά εκθέματα τα οποία στοιβάζονταν σε αποθήκες μέχρι πρότινος. Ανάλογο έργο έχει γίνει και στα ανατολικά του Βράχου της Ακροπόλεως χωρίς να δημιουργεί προβλήματα αισθητικής στο χώρο.