Πριν από λίγα χρόνια, τέτοιες μέρες, οι αγρότες της Θεσσαλίας ήταν για μια ακόμη φορά στους δρόμους. Οι οδικοί κόμβοι γύρω από την Λάρισα, και τα Τέμπη γνώριζαν πάλι ημέρες «δόξας». Η τσίκνα από τα λουκάνικα που ψήνονταν, η μυρωδιά του τσίπουρου, τα δημοτικά τραγούδια που ακούγονταν από τα μεγάφωνα, έδιναν μια ξεχωριστή νότα στην όλη κινητοποίηση. Φυσικά τα διάφορα «μπλόκα» είχαν διαφορετικούς στόχους.
Το πιο αγωνιστικό «μπλόκο» ήταν εκείνο του ΚΚΕ, υπό την ηγεσία του κ. Μπούτα, ενός παλιού αγροτοσυνδικαλιστή του ΚΚΕ, και πολύ επιτυχημένου επιχειρηματία παραγωγής κρασιού. Ο κ. Μπούτας, με την χαρακτηριστική βαριά προφορά του Καρδιτσιώτικου κάμπου, έκανε τις πιο αγωνιστικές δηλώσεις: «Και το Πάσχα εδώ θα 'μαστε» δήλωνε αποφασιστικά, και συμπλήρωνε με έμφαση πως «θέλουμε τσ' παράδες που μας έκλεψαν», ενώ οι δηλώσεις του κατέληγαν συνήθως με τις θέσεις του ΚΚΕ για την αγροτιά.
Λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, υπήρχε το «μπλόκο» των αγροτοσυνδικαλιστών της ΝΔ, επικουρούμενο και από κάποιους συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ. Επικεφαλής και εκεί, «παλιές καραβάνες» του Θεσσαλικού αγροτοσυνδικαλισμού. Ο κ. Σιδηρόπουλος, πνευματικό παιδί του Προέδρου της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Λάρισας κ. Κοκκινούλη (ο οποίος απείχε διακριτικά από τις κινητοποιήσεις, αφού εκείνη την περίοδο, η Ένωση Συνεταιρισμών Λάρισας άνοιγε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο στην Λάρισα, κόστους πολλών εκατομμυρίων, που σήμερα ψυχορραγεί), ο κ. Λαδόπουλος, που πέρα από την αγροτοσυνδικαλιστική του δράση τύγχανε και επικεφαλής του Τοπικού Οργανισμού Εγγείων Βελτιώσεων (Κρατικός Οργανισμός εννοείται) και διάφοροι άλλοι.
Τα «μπλόκα» της Θεσσαλίας, ήταν σε «ανοιχτή γραμμή» με τα «μπλόκα» της Φθιώτιδας και των Σερρών, για καλύτερο συντονισμό. Τα κανάλια των Αθηνών, σε ζωντανές συνδέσεις με τους τόπους των εξελίξεων, αγωνιούσαν για το πότε θα ανοίξουν οι δρόμοι, και οι δαιμόνιοι ρεπόρτερ μέσα στο κρύο, με αγωνιώδη τρόπο, περιέγραφαν με τα πιο μελανά χρώματα τις ταλαιπωρίες που υφίσταντο οι διερχόμενοι οδηγοί. Όλη αυτή την κατάσταση καλούνταν να την διαχειριστεί ο αρμόδιος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Χατζηγάκης. Τρικαλινός πολιτικός, γόνος του μεγαλύτερου και ιστορικότερου «τζακιού» της Θεσσαλίας, και παλιός γνώριμος των συνδικαλιστών, δεν είχε διστάσει, όταν η ΝΔ ήταν στην αντιπολίτευση, να ανέβει σε τρακτέρ, και να διαδηλώσει για τα «δίκαια» των αγροτών.
Το πρόβλημα ήταν στην ουσία πολύ απλό. Οι αγροτοσυνδικαλιστές ήθελαν λεφτά για να φύγουν από τους δρόμους, αλλά οι Ευρωπαίοι που είχαν γίνει αυστηροί σε κάτι τέτοιες «παροχές» δεν έπρεπε να καταλάβουν τίποτε. Οι συσκέψεις διαδέχονταν η μια την άλλη. Τελικά η λύση βρέθηκε. Τα λεφτά θα δίνονταν, όχι με την μορφή «επιδοτήσεων», αλλά με την μορφή «αποζημιώσεων», λόγω φυσικών καταστροφών. «Θαυμάσια» λύση που δεν άφηνε κανέναν παραπονεμένο, αλλά ταυτόχρονα και λύση «υπόδειγμα» πολιτικαντισμού και κουτοπονηριάς.
Κάτι όμως «στράβωσε». Οι συνδικαλιστές της ΝΔ, που από ότι αποδείχτηκε στην συνέχεια είχαν από την αρχή επικοινωνία με τον κ. Χατζηγάκη και συντονίζονταν μαζί του, διέρρεαν από την αρχή στους αγρότες (για να «καρπωθούν» στην συνέχεια την επιτυχία) πως θα πάρουν τελικά τα χρήματα. Αυτό όπως ήταν αναμενόμενο το έμαθαν και οι «κουτόφραγκοι» Ευρωπαίοι, και έτσι μετά από λίγα χρόνια ζητούν πίσω τα χρήματα, που δεν δόθηκαν από εθνικούς πόρους, όπως ψευδώς ισχυρίζονταν τότε όλοι οι εμπλεκόμενοι, αλλά από κοινοτικά κονδύλια.
Σήμερα ο κ. Χατζηγάκης είναι προς το τέλος του πολιτικού του βίου, οι αγροτοσυνδικαλιστές της ΝΔ έχουν εκλεγεί οι περισσότεροι στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, ο κ. Μπούτας εξακολουθεί να είναι ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας κρασιού, οι περισσότεροι αγρότες δεν έχουν τα χρήματα για να τα επιστρέψουν, και ο Έλληνας φορολογούμενος επιβαρύνεται σήμερα με ακόμα μισό δισεκατομμύριο ευρώ. Καλή Χρονιά...