Συλλογική ασφάλεια στην Ευρώπη και ελληνικές προτεραιότητες

  • Δημοσιεύτηκε: 17 Μάιος 2010

    Τους τελευταίους μήνες, διαφαίνεται μια ενίσχυση στον ευρωπαϊκό δημόσιο διάλογο, μια εντεινόμενη καλλιέργεια απόψεων και προτάσεων, σχετικά με το μέλλον της ασφάλειας στην Ευρώπη και στην ανατολική Μεσόγειο. Στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, αυτός ο δημόσιος διάλογος είναι σε εξέλιξη, πράγμα που βεβαίως δεν συμβαίνει σε Ελλάδα και Κύπρο, παρ' ότι -λόγω της τουρκικής απειλής- θα έπρεπε να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: Αθήνα και Λευκωσία θα όφειλαν να έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες, διπλωματικές και πολιτικές, προς ενεργό συμμετοχή τους στα σχετιζόμενα με το υπό διαμόρφωση νέο πλαίσιο (ή νέα αρχιτεκτονική όπως αλλιώς αποκαλείται) για την κοινή ευρωπαϊκή ασφάλεια στον κόσμο του αύριο.

    ΗΠΑ, Βρετανία και οι ενταγμένες στο ΝΑΤΟ χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, συναποτελούν ένα πρώτο μπλοκ που εκφράζει την παλαιά, ατλαντική τάση και τάξη, ως προς την συλλογική ασφάλεια. Παρ' ότι ο πρόεδρος Ομπάμα επιχειρεί μια κάποια αναθεώρηση της αμερικανικής στρατηγικής ασφαλείας, καλώντας όλες τις πυρηνικές δυνάμεις του πλανήτη σε από κοινού διαχείριση των πυρηνικών οπλοστασίων, παρ' ότι οι ΗΠΑ δείχνουν να αποδέχονται, δειλά έστω, ότι ο κόσμος βαίνει προς το πολυ-πολικότερον, η αντίληψή τους για την ευρωπαϊκή συλλογική ασφάλεια δείχνει να παραμένει στατική και πατερναλιστική Αυτό φάνηκε σε πολλές κρίσεις, όπως στην Γεωργία ή στην τελευταία χερσαία επιχείρηση του Ισραήλ στην Γάζα, την οποία η τότε κυβέρνηση στην Πράγα χαρακτήριζε "αμυντική", σε δηλώσεις της ως προεδρεύουσα της ΕΕ, δηλαδή για λογαριασμό και των άλλων Ευρωπαίων εταίρων.

    Όπως αντιλαμβάνονται ΗΠΑ και ΝΑΤΟ την συλλογική ασφάλεια, τα ελληνικά δίκαια σε Αιγαίο και Κύπρο σαφώς επηρεάζονται αρνητικά. Διότι η στρατηγική επιλογή της Ουάσινγκτον στην περιοχή, θα παραμείνει για πολλά χρόνια η Τουρκία, παρά τις όποιες "ασυμφωνίες χαρακτήρα". Και οι ΗΠΑ εμφανίζονται απρόθυμες να δυσαρεστήσουν την Άγκυρα. Για αυτό συνταυτίζονται με τους Τούρκους και αποδέχονται (οι ΗΠΑ) τον αναθεωρητισμό της Άγκυρας στο Αιγαίο, αποδεχόμενες την λογική της "ισχύος" και όχι του διεθνούς δικαίου. Και όχι μόνον αυτό. Υποθάλπουν, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, τις παράλογες τουρκικές διεκδικήσεις, όπως με τον πρόσφατο χάρτη του ΝΑΤΟ που εμφάνιζε το Αιγαίο διχοτομημένο. Θυμίζουμε πως στα μέσα Απριλίου 2010, ο ανώτατος διοικητής των Αεροπορικών Δυνάμεων της νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ (CCA), που εδρεύει στην Σμύρνη, εξέδωσε το γνωστό απαράδεκτο σήμα με το οποίο παραχωρούσε το μισό Αιγαίο στο 6ο υποστρατηγείο του Εσκι Σεχίρ (6CAOC) ως περιοχή ευθύνης του.

    Η δεύτερη τάση ως προς το μέλλον της ευρωπαϊκής συλλογικής ασφάλειας, ευρωκεντρικότερη και λιγότερο ατλαντική, προτάσσεται κυρίως από την Γαλλία, καθώς και από χώρες της ΕΕ που παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις από το αγγλοσαξονικό μοντέλο (π.χ. δεν θέλουν μια πλήρη τουρκική ένταξη στην Ευρώπη). Εδώ εντάσσεται και η πορεία της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ), που εδώ και δύο σχεδόν δεκαετίες προσπαθεί να ολοκληρωθεί, παρά τα πολλά αδύναμα σημεία της προσπάθειας. Είναι δύο οι βασικοί λόγοι αυτού του ελλείμματος: αφ' ενός οι ιδιαίτερες και μη εναρμονισμένες περί ασφάλειας αντιλήψεις των χωρών της ΕΕ, σε συνάρτηση με το ότι συχνά εκλαμβάνουν διαφορετικά η καθεμία τα εθνικά της συμφέροντα αλλά και την ιδέα καθ' εαυτή της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Αφ' ετέρου δε, η ηγεμονική παρουσία των ΗΠΑ και η μειωμένη πολιτική βούληση πολλών κρατών της ΕΕ (με χαρακτηριστικότερα αυτά της Ανατολικής Ευρώπης) να προχωρήσουν σε μια κοινή ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας.

    Η ΚΕΠΠΑ παραμένει βεβαίως σε τροχιά "κοινοτικοποίησης" (ο ετήσιος οικονομικός προϋπολογισμός της π.χ., πλην στρατιωτικών θεμάτων, βαρύνει τον κεντρικό προϋπολογισμό της ΕΕ). Ταυτόχρονα η ΚΕΠΠΑ αναβαθμίζεται μερικώς με την Συνθήκη της Λισαβόνας (η θέση του Ύπατου Εκπροσώπου της ΚΕΠΠΑ, όσο και του Ευρωπαίου Επιτρόπου για τις Εξωτερικές Σχέσεις και την Πολιτική Γειτνίασης αντικαθίστανται από τον Ύπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης για Εξωτερικά Θέματα και Πολιτική Ασφαλείας). Αυτό σημαίνει ότι η ΚΕΠΠΑ κατευθύνεται προς μια ενοποίηση αρμοδιοτήτων εξωτερικής πολιτικής. Παραμένουν όμως τα ελλείμματα, που φαίνονται στην έλλειψη συνοχής της εξωτερικής ευρωπαϊκής δράσης, στην απουσία ελέγχου της ΚΕΠΠΑ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην απουσία εξειδικευμένου διευρωπαϊκού διαλόγου και πρωτίστως στην διαφορετική πολιτική στοχοθεσία ισχυρών κρατών-μελών της ΕΕ.

    Η διάσταση ως προς το λειτουργικό του νέου σχήματος ηγεσίας στην ΚΕΠΠΑ, φαίνεται π.χ. στην τακτική του Βελγίου, που θα αναλάβει την εξαμηνιαία διεύθυνση της Ένωσης τον Ιούλιο 2010. Το Βέλγιο έχει ήδη ανακοινώσει (υποστηριζόμενο από την Ισπανία) ότι οι εκ περιτροπής προεδρίες των κρατών-μελών, δεν θα μπορούν να αποκλειστούν από την ΚΕΠΠΑ. Γενικότερα, η οργανωτική δομή που προτείνεται από την Συνθήκη της Λισαβόνας για την ΚΕΠΠΑ εμπεριέχει συγχύσεις και αντιξοότητες, όπως για παράδειγμα για την λειτουργικότητα των πολλαπλών ρόλων του Ύπατου Εκπρόσωπου της Ένωσης για Εξωτερικά Θέματα και την Πολιτική Ασφαλείας. Συμπερασματικά, τα κράτη-μέλη της ΕΕ δείχνουν να αντιλαμβάνονται τα οφέλη από μια νέα, προωθημένη αρχιτεκτονική συλλογικής ασφάλειας αλλά από την άλλη διστάζουν, φοβούμενα πως θα έχαναν τον έλεγχο. Θα επιθυμούσαν δηλαδή μια Ευρώπη πιο ασφαλή και ισχυρή, χωρίς όμως να μοιραστούν την εθνική κυριαρχία τους ή να εκχωρήσουν μέρος αυτής.

    Εννοείται πως Ελλάδα και Κύπρος θα κεφαλαιοποιούσαν οφέλη από μια πιο στιβαρή και ολοκληρωμένη ΚΕΠΠΑ, που θα τις προστάτευε, στο μέτρο του ρεαλιστικού πάντα, από πιθανούς τουρκικούς τυχοδιωκτισμούς στο μέλλον. Η πορεία όμως της ΚΕΠΠΑ φαίνεται πως θα είναι μακρά και επίπονη, ίσως και αμφίβολη.

    Μια τρίτη οπτική για μια νέα αρχιτεκτονική για την ασφάλεια, συνιστά η πρόταση του Ρώσου προέδρου Ντμίτρι Μεντβέντεφ για μια (νέα) Πανευρωπαϊκή Συνθήκη Ασφαλείας. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ παρουσίασε πρόσφατα στους ομολόγους του τους στόχους της ρωσικής πρότασης, τονίζοντας ότι "το πλαίσιο και οι στόχοι του ΟΑΣΕ σε ό,τι αφορά την ασφάλεια έχουν πλέον ξεπεραστεί και για αυτό η Ευρώπη πρέπει τώρα να κάνει αποφασιστικά βήματα για να ξεπεράσει την διαχωριστική γραμμή της ευρω-ατλαντικής περιοχής". Τα παραπάνω βρήκαν θετική ανταπόκριση στον Γάλλο υπουργό Εξωτερικών Μπερνάρ Κουσνέρ. Αυτός χαρακτήρισε την πρόταση "σοβαρή" και κάλεσε τα κράτη-μέλη της ΕΕ "να δείξουν προσοχή". Από την άλλη διατυπώθηκαν επιφυλάξεις, όπως για παράδειγμα από τον υπουργό Εξωτερικών της Δανίας Μαξίμ Βερχάγκεν, που δήλωσε πως "δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη να αντικαταστήσουμε την σημερινή αρχιτεκτονική ασφαλείας. Εκείνο που χρειάζεται είναι να την βελτιώσουμε".

    Ως κεντρικός στόχος της ρωσικής πρότασης ορίζεται η εμπέδωση ενός γενικού αισθήματος ασφαλείας, το οποίο θα επιτευχθεί μόνον αν θα υπάρχει έλεγχος και επιτήρηση των συμφωνημένων. Καμία χώρα και κανένας διεθνής οργανισμός δεν θα επιτρέπεται να ενισχύσει την ασφάλειά του σε βάρος άλλων χωρών ή οργανώσεων ασφαλείας. Παρέχεται δικαίωμα στα συμβαλλόμενα κράτη να ζητήσουν διάσκεψη κορυφής αν κρίνουν ότι απειλείται η ασφάλειά τους. Για παράδειγμα, η Γεωργία θα μπορεί να προσφύγει σε τέτοια διάσκεψη, αν κρίνει ότι απειλείται από την Ρωσία. Οι Ρώσοι προτείνουν υπογραφή της συνθήκης από κύριες οργανώσεις συλλογικής ασφάλειας: την ΕΕ, το ΝΑΤΟ, τον Οργανισμό Ασφαλείας και Συνεργασίας στην Ευρώπη (ΟSCΕ) και την Συλλογική Συνθήκη Ασφαλείας της Ρωσίας με τις έξι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.

    Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αμερικανική τοποθέτηση επί της πρότασης Μεντβέντεφ: Ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Στάινμπεργκ, απέφυγε να μπει στην ουσία της ρωσικής πρότασης, η Wall Street Journal έγραψε όμως λίγες ημέρες μετά ότι η πρόταση θα αποτελούσε "ένα από τα κεντρικά σημεία" των μελλοντικών επαφών Ομπάμα-Μεντέντεφ. Το ΝΑΤΟ από πλευρά του, είναι βεβαίως προβληματισμένο. Διότι φοβάται ότι το δικαίωμα διαφωνίας που θα παρέχεται στα κράτη-μέλη της συνθήκης, θα εξασθενήσει τις υποχρεώσεις των μελών του προς το ίδιο το ΝΑΤΟ. Συμπερασματικά, η ρωσική πρόταση περιέχει ενδιαφέροντα σημεία, που ενδεχομένως θα μπορούσαν, μέσα από διευρωπαϊκό διάλογο να ορίσουν κάποιο πλαίσιο για μελλοντική συνεργασία πάνω στην συλλογική ασφάλεια. Σε συνδυασμό με μια ολοκληρωμένη ΚΕΠΠΑ θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα ασφαλέστερο πλαίσιο για την Ανατολική Μεσόγειο και ειδικότερα για το Αιγαίο, που ενδιαφέρει την Ελλάδα.

    Όπως και να έχει, προς όποια κατεύθυνση και αν οδηγηθούν τα πράγματα, Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να δείξουν πιο ενεργή βούληση και να αναλάβουν ενδεχομένως και πρωτοβουλίες, αντί απλώς να παρακολουθούν τις μελλοντικές εξελίξεις. Το Αιγαίο και η Κύπρος δεν είναι Ελβετία, ούτε Λουξεμβούργο. Με δεδομένο ότι ο τουρκικός επεκτατισμός θα διατηρηθεί αμείωτος (και όλα αυτό δείχνουν), Αθήνα και Λευκωσία πρέπει να παλέψουν α) μέσα στο ΝΑΤΟ για όσο λιγότερο δυσμενείς επιπτώσεις γίνεται και β) μέσα στην ΕΕ, αλλά και πανευρωπαϊκά, για δημιουργία μιας μελλοντικής αρχιτεκτονικής στην ασφάλεια που θα καλύπτει τα κενά που αφήνει το ΝΑΤΟ, ως προς την ασφάλεια Ελλάδας και Κύπρου.

    Κατηγορία: