Υστερόχρονο επετειακό το άρθρο. Εφήμερα επίκαιρο σαν την Χριστουγεννιάτικη βαρυστομαχιά. Απόηχος γιορτής θλιμμένης. Ζήτημα που μας απασχολεί το αίτιο του ολιγοήμερου «θριάμβου» με αφορμή την αγιότητα των ημερών - λες και οι λοιπές ημέρες είναι ανίερες. Γιατί γιορτάζουμε; Μήπως για τον 13ο μισθό; Για τις ολιγοήμερες ανάσες από τον εργασιακό και ψυχολογικό κάματο; Για το ενδεχόμενο της κατάποσης αλκοολούχων ποτών και κατανάλωσης εύγευστων φαγητών και γλυκισμάτων; Γιορτάζουμε και για όλα αυτά, αλλά όχι μόνο γιʼ αυτά - σε καμία περίπτωση. Τα Χριστούγεννα, αρχικά, ήταν η γιορτή της Γέννησης του πρώτου και τελευταίου κήρυκα της Αγάπης. Η άφιξη του Σωτήρα Ιησού στον αναπόδραστα θνητό κόσμο μας δεν έγινε σε ιδιωτικό τζετ με την συνοδεία μαχητικών κάποιας πολεμικής αεροπορίας. Δεν προέκυψε σε πολυτελή σουίτα 1ης θέσεως κάποιου ιδιωτικού μαιευτηρίου. Καμία δημοτική μπάντα δεν παιάνιζε παιάνες θριάμβου στην υποδοχή του κατʼ εντολήν κενολόγου δημαρχεύοντος Λουδοβίκου.
Το σκηνικό της Πρώτης Ελεύσεως είναι γνωστό. Φάτνη, ταπεινότητα, ζώα, κατάνυξη και προϊδεασμός για τα μέλλοντα συμβάντα με τα συμβολικά δώρα. Αυτό γιόρταζαν οι χριστιανικοί λαοί - τουλάχιστον στην αρχή. Πανηγύριζαν για τον ερχομό της Αγάπης με σεμνό και ουσιαστικό, βαθύ τρόπο. Από τότε, κύλησε πολύ νερό στις κοίτες του Χρόνου. Το εκκλησίασμα διχάστηκε, οι Εκκλησίες διαιρέθηκαν, τα δόγματα αυξήθηκαν τόσο - όσο μειώθηκε η αληθινή αίσθηση της Χριστιανοσύνης (βλέπε αλληλεγγύη και αγάπη) στους ανθρώπους. Οι Δυτικοί, έχοντας κακοχωνέψει τον αριστοτελικό ορθολογισμό, αποπειράθηκαν να βάλουν τον Θεό στην προκρούστεια κλίνη της καρτεσιανής σκέψης. Προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το Ανερμήνευτο σμικρύνοντας το Απόλυτο μέχρι να φτάσει στα δικά τους μέτρα. «Χαμήλωσαν» τους τόνους στον εορτασμό της Ανάστασης επειδή κατά βάθος δεν πιστεύουν σ' αυτήν και έδωσαν μεγαλύτερη σημασία στο γεγονός της γέννησης, διανθισμένης με μεγάλες δόσεις «Μαριολατρείας» (δηλαδή εξίσωση της Παναγίας με την Τριαδική θεότητα).
Η Ανατολική Εκκλησία (εν προκειμένω η δική μας) κατόρθωσε να διατηρήσει σχετικά καλά το αρχικό μήνυμα χωρίς όμως να αποφύγει απόλυτα την εκκοσμίκευση και την συνεπαγόμενη έκπτωση από το ζητούμενο Απόλυτο, δηλαδή την μετάδοση του μηνύματος της Αγάπης. Στο μοναδικό χαρακτηριστικό που υπερτερεί ο Δυτικός εκκλησιασμός έναντι του Ανατολικού - Ορθοδόξου, είναι η «τάξη». Η ησυχία. Η σιωπή. Εμείς οι αεί παίδες Έλληνες, οι οποίοι είμαστε πάντοτε ο «τρόπος» μας, ακόμα στις ιερότερες στιγμές, θορυβούμε. Άτακτοι και χαρίεντες μιμούμεθα την Άναρχη πρωταρχική μας απεικόνιση με έλλειψη τάξης, ανυπαρξία σιωπής. Αυτό συνιστά την Ελληνορθόδοξη σύναξη. Σύνους (και όχι βλοσυρός) είναι ο Έλληνας όταν είναι μόνος. Στην αγορά, διακλαδώνεται και δικτυώνεται με το περιβάλλον του ακριβώς όπως το νευρικό σύστημα μέσα στον ενιαίο οργανισμό.
Η νεωτερική Δυτική κοινωνία συνήθισε την σιωπή. Αποξήρανε τους εσωτερικούς χυμούς της και ευφράνθηκε με τον αφρώδη οίνο, τις άριστες αστικές συγκοινωνίες, την στρατιωτικοποίηση των χώρων εργασίας και την παραγωγή (με το Π κεφαλαίο). Ο Έλληνας (που δεν έχει τίποτα, ούτε καν το Θεό του), δεν έφτιαξε άρτιο κράτος αλλά διαμόρφωσε μια υπέροχα επιπόλαιη και ταυτόχρονα βαθιά αντίληψη για τον Χρόνο, τις Αξίες, το Ήθος, το Απόλυτο, την Ψυχή και το Ένα - με τις σύμφυτες αντιφατικές συμπεριφορές του, πάντοτε. Όλη αυτή η ακούσια ιστορική μεθόδευση, πρόσφατα, μας οδήγησε στο 1821, το 1922, το 1912-1913 και το 1974. Οι περιπέτειες της πατρίδας μας έχουν αποτυπωθεί στις καρδιές και το λαβύρινθο του νου μας με τα ίδια ακριβώς ψηφία που γράψαμε, όλοι μαζί, τα έπη του Ομήρου, τους ύμνους του Γρηγορίου Παλαμά, τις νότες του Μητρόπουλου και ζωγραφίσαμε τις αντανακλάσεις που κάνει η ποίηση του Κάλβου στο ατσάλι των σπαθιών του Νικοτσάρα και του Κολοκοτρώνη. Ζωγραφίσαμε τη νίκη του Έλληνα που πάλεψε το Θάνατο με πυροκόκκινη μπογιά που κλέψαμε από την κάφτρα του τσιγάρου του Σολωμού Σολωμού.
Από την άλλη πλευρά, η ανιστορικότητα της «ελίτ» μπήκε μέσα στο σέικερ της παγκοσμιοποίησης και οδήγησε στην τραγωδία των Ιμίων, την προδοσία Οτσαλάν, την καταδολίευση της Κύπρου και - μεταξύ άλλων - και του EURO... Τόση φασαρία για ένα κράμα νικελίου. Άραγε δεν κατανοούν όλοι αυτοί οι κακοφορμισμένοι πίθηκοι της αντιδραστικής Δύσης ότι εξισώνονται με το αντικείμενο του ... θριάμβου τους; Πανηγυρίζοντας για ένα νόμισμα δηλώνουν την σαφή ηθική τους κατωτερότητα έναντι και του ιδίου του Ιούδα. Εκείνος ο ... λογιστής* πρόδωσε τον Υιό του Ανθρώπου για 30 αργύρια. Οι δικοί μας διδάκτορες του τεμενά προδίδουν τα πάντα για 1 Ευρώ! Ευτυχώς που τους δίνουν αυτό το 1 Ευρώ διότι θα προθυμοποιούντο να «πουλήσουν» για ακόμα λιγότερα.
Ο Ελληνορθόδοξος έφηβος όμως αντιμετωπίζει αυτή την ιστορική παραφωνία (του να εξουσιάζεται από κάποιον Ντούιζεμπεργκ) με μεγάθυμη ελαφρότητα. Εναρμονίζει την χαύνωσή του με την «μαγική» αναλογία 1:340,75. Ίσως, για όλους αυτούς τους λόγους που αναφέραμε προηγουμένως να πανηγυρίζουμε. Για τον θρίαμβο και την ταπείνωσή μας. Την άνοδο και την πτώση μας. Την λατρεία μας στον Χριστό και - δυστυχώς - τον Μαμμωνά. Με το τούρκικο γρόσσι ζήσαμε 400 χρόνια. Μέχρι στιγμής δεν ανησυχώ. Ελπίζω η «Βασιλεία» των νεοκοτσαμπάσηδων και του Ευρώ να είναι ολίγον πιο βραχύβια. Έχει ο Θεός, και μαζί με την Αθηνά ας κουνήσουμε ρυθμικά τα χέρια...
* Ο Ιούδας, κατά την παράδοση, ήταν ο «λογιστής» της ομάδας του Χριστού και των Αποστόλων. Κάποιος πρωθυπουργός της χώρας αυτοδιαφημίζεται ως λογιστής! Εκλεκτικές συγγένειες...