Η νέα πολιτική σκηνή, η μετάλλαξη της Αριστεράς και τα δεκανίκια

  • Δημοσιεύτηκε: 05 Μάιος 2004

    Πέραν των επί της ουσίας εξελίξεων εις ό,τι αφορά το Κυπριακό, το Σχέδιο Ανάν κατέδειξε σε μεγάλο βαθμό τις αντιφάσεις που γεννήθηκαν ή μάλλον απεκαλύφθησαν εντός του πολιτικού κατεστημένου της χώρας μας, όταν αυτό εκλήθη να πάρει θέση επί ενός πολύ σημαντικού εθνικού ζητήματος.

    Η επί έτη λιμνάζουσα κατάσταση στα εθνικά μας θέματα δεν επέτρεψε ιδιαίτερες ζυμώσεις σε καμία από τις δύο παρατάξεις της ελληνικής πολιτικής σκηνής, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μία άνευ προηγουμένου πόλωση, η οποία για πρώτη φορά δεν είχε ως βάση της την επί δεκαετιών διαίρεση σε δεξιούς και αριστερούς.

    Για πρώτη ίσως φορά μεταπολιτευτικά, η επικρατούσα ή τουλάχιστον μία εκ των επικρατουσών απόψεων της κοινής γνώμης δεν επηρεάζετο από την αυστηρή κομματική γραμμή, αλλά βασίσθηκε σε αμιγώς εθνικά κριτήρια και μάλιστα παρά τις προσπάθειες των μέσων για το αντίθετο και την αναπαραγωγή του επαίσχυντου «αποφασίστε βάση λογικής και όχι συναισθήματος». Γίναμε λοιπόν μάρτυρες των πιο απιθάνων αντιπαραθέσεων, κυρίως στις τάξεις της Αριστεράς, η οποία, της εξουσίας απολεσθείσης, αναζητά ένα ακόμη νέο πρόσωπο. Το νέο αυτό πρόσωπο θα μπορούσε να είναι είτε το νεοταξικό - διεθνιστικό - πολυπολιτισμικό όραμα του Γιωργάκη είτε ένα μετα-προεδρικό κίνημα με το γνωστό εθνικο-λαϊκό μανδύα.

    Η σύγκρουση αυτών των δύο τάσεων που κορυφώθηκε αφενός από την ταχύτατη «πρόνοια» του Γιωργάκη να προκαταλάβει την κοινή γνώμη υπέρ του Σχεδίου ΑΝΑΝ και αφετέρου από την παρουσία στελεχών του ΠΑΣΟΚ, ηγούντος του κ. Αρσένη στα προεόρτια των υποστηρικτών του «ΟΧΙ», στην μεγαλόνησο. Μαζί με τους τελευταίους, για τους δικούς τους λόγους, εσύρθησαν το ΚΚΕ με την γνωστή δήθεν «πατριωτική» γραμμή, καθώς και κάποιοι διάσπαρτοι αριστεροί φορείς και πρόσωπα, οι οποίοι αρνούμενοι κατηγορηματικά τον πατριωτισμό και τον εθνικισμό που τους απεδόθη, προσπάθησαν να καπελώσουν τα λαϊκά εθνικά ένστικτα και να τα μεταφράσουν ως ταξική αγωνία και αντικαπιταλιστική δυναμική.

    Η μετάλλαξη όμως της Αριστεράς δεν πρόκειται να σταματήσει. Στο ισχυρό ρεύμα που έχει δημιουργήσει η τεχνοκρατική και φυγόπονη αντιμετώπιση των εθνικών θεμάτων από την πολιτική Σημίτη και Παπανδρέου με ουραγούς της τα διάφορα «δίκτυα», το «αντίδοτο» αυτής της νεομυθολογικής προτάσεως διαχειρίσεως, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και απεύχεται σε άρθρο του (Ελευθεροτυπία, 22.04.2004) ο καθηγητής Α. Πανταζόπουλος, θα είναι για άλλη μία φορά μία για την ευρύτερη αριστερά «συγκινησιακή πανούκλα», ένας έμφυτος εθνικισμός δηλαδή, ο οποίος αναγκαστικά, όπως πάντοτε άλλωστε, θα αποβληθεί και θα καταπνιγεί από το παραδοσιακό αντιιμπεριαλιστικό κομμάτι της, ως αντίθετος με τις χρεοκοπημένες ιδεοληψίες της. Αυτό ίσως περιμένουν Παπανδρέου και Κωνσταντόπουλος και γι' αυτό έχουν εξαφανισθεί από προσώπου γης, αφήνοντας την ευρύτερη παράταξή τους να τρώγεται με τα ρούχα της.

    Από την πλευρά της Δεξιάς, η χρήση του όρου γίνεται μετ' επιφυλάξεως μιας και γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα τα σημεία συμπτώσεως με την ευρύτερη ευρωπαϊκή δεξιά, η συγκυρία αυτή του διχασμού στο αντίπαλο στρατόπεδο, αξιοποιήθηκε επ' αφορμή του Κυπριακού με τον καλύτερο τρόπο. Το κυβερνών κόμμα είπε «ναι» που ήταν μάλλον «όχι» ή τουλάχιστον «ναι και όχι», χωρίς αυτό να προκαλέσει τριγμούς στη συνοχή του. Μόνον ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης απετόλμησε μία δυναμική υποστήριξη του «ΝΑΙ» και ταυτίστηκε απόλυτα με τη θέση Παπανδρέου, επικρίνοντας παράλληλα και τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, χαρακτηρίζοντάς τον σε πρωινή εκπομπή ως ανακόλουθο. Εμμέσως πλην σαφώς δε, αντετέθη και στον τρόπο παρουσιάσεως της κυβερνητικής θέσεως, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «καλά τα είπε ο Καραμανλής, όμως εγώ θα έλεγα τα ίδια αλλά με διαφορετικό τρόπο». Μ' άλλα λόγια θα φρόντιζε για μία απόλυτη σύμπτωση απόψεων με τον Γιωργάκη, κατά το αμερικανικό δοκούν, που και χρονικά θα παρομοιάζετο με ομοβροντία.

    Μ' αυτά και μ' αυτά, πέραν των κινητοποιήσεων του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ, που είχαν ξεκινήσει από τον Νοέμβριο του 2002, η μοναδική δυναμική και μαζική αντίδραση από το πολιτικό κατεστημένο προήλθε από την Αριστερά. Κάπου εδώ χάνεται λίγο ο μπούσουλας, ειδικά για έναν δεξιό, ο οποίος εξακολουθεί να αποφασίζει «με το συναίσθημα». Εν' αντιθέσει με έναν αριστερό της λεγομένης «πατριωτικής αριστεράς», ο οποίος με χαρά του διέφυγε επιτέλους μια φορά τον κίνδυνο να ταυτισθεί με τις θέσεις της δεξιάς πανούκλας, όποιος δεξιός του «ΟΧΙ» αναζήτησε σημείο ταυτίσεως στο θέμα της Κύπρου, το ανακάλυψε μόνον στο ΚΚΕ.

    Κάποιοι, στο σημείο αυτό θα σπεύσουν να παρατηρήσουν ότι ο δεξιός του «ΟΧΙ» θα έβρισκε πολύ πιο κοντινό σημείο αναφοράς στο «όχι» του Γιώργου Καρατζαφέρη, όμως εδώ, μάλλον θα διαφωνήσουμε. Κι αυτό γιατί, όποιος παρακολουθεί τον Πρόεδρο του ΛΑ.Ο.Σ., θα διαπιστώσει ότι η στάση του τον τελευταίο καιρό είναι μάλλον περίεργη και αμφιλεγόμενη. Την μία προτείνει τον Μητσοτάκη για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κάτι που δεν επιθυμεί ούτε ο ίδιος ο Μητσοτάκης αλλά πολύ λιγότερο το ίδιο το κόμμα, του οποίου είναι επίτιμος Πρόεδρος, την άλλη τα μαζεύει, λέγοντας «τελικά κάναμε λάθος», λες και δεν ήξερε τι θέση θα έπαιρνε ο Ψηλός επί του σχεδίου Ανάν. Την μια είναι υπέρ της διπλής Ενώσεως της Κύπρου - κάτι σαν τη θέση Μάνου δηλαδή - και από την άλλη τα γυρνάει και καταδικάζει το σχέδιο Ανάν, επειδή ξεχνά τους αγνοουμένους μας και εμμέσως νομιμοποιεί το ψευδοκράτος.

    Το χειρότερο όμως όλων είναι, ότι τη στιγμή που έχει καταμετρήσει ένα υψηλότατο ποσοστό για ένα - έστω φερόμενο ως - πατριωτικό κόμμα, δεν κινητοποιεί τον κόσμο του κατά του Σχεδίου Ανάν, παρά περιορίζεται σε τηλεοπτικές φλυαρίες. Ο λαϊκιστής, ο πολιτικάντης, ο καιροσκόπος Καρατζαφέρης, δεν κάνει κάτι, που είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα τον έφερνε πολύ κοντά προς τον στόχο της εκλογής στο Ευρωκοινοβούλιο. «Είναι αλήθεια ή ονειρεύομαι;», αναρωτιέται ο άμοιρος δεξιός, αρχίζοντας να λοξοκοιτάζει με ζήλια τις κόκκινες κινητοποιήσεις της Παπαρήγα, κι ας επεδίωκαν το «ΟΧΙ» για εντελώς διαφορετικούς λόγους.

    Γεννάται λοιπόν το ερώτημα, στο νεοταξικό προσωπείο της Αριστεράς του Γιώργου, στο ΠΑΣΟΚ δηλαδή τύπου «Δημοκρατικοί» του Μπίλ Κλίντον, τί θα αντιπαρατεθεί; Θα αξιοποιηθεί η αποποίηση του όρου «έθνος» και η ταύτιση της «εθνικής συνειδήσεως» με ζωώδη ένστικτα ή θα συρθεί η κατ' ευφημισμόν πλέον «Δεξιά» στην ίδια λογική, που θεωρεί ως μοναδικό νόμιμο έθνος αυτού του πλανήτη το αμερικανικό; Επιπλέον, μένει να δούμε, πόσο αυτή η ενδοτική συμπεριφορά θα συνεχίσει να υιοθετείται από παραφυάδες των μεγάλων κομμάτων, όπως είναι ο Συνασπισμός και ΛΑ.Ο.Σ αντίστοιχα, που σε ρόλο τραβεστί, μεταμορφώνονται διαρκώς, ανάλογα με τις περιστάσεις, μέχρι πλήρους αφομοιώσεώς τους από τους «Μεγάλους Αδελφούς» τους.

    Κάπου εδώ, μέσα στη θύελλα των πολιτικών εκπλήξεων, το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ παραμένει αμετακίνητο. Το κόμμα που με συνέπεια εκφράζει τον ελληνικό εθνικισμό και …συνδέει το συναίσθημα με την λογική. Όσοι μπορούν να σκέπτονται ανεπηρέαστοι θα διακρίνουν ότι ο πατριωτισμός δεν είναι «συγκινησιακή πανούκλα» αλλά συστατικό των ανθρώπων, των εθνών και των πολιτισμών που αυτά γέννησαν. Χωρίς αυτόν, πόσο μάλλον χωρίς συναίσθημα δεν νοείται άνθρωπος. Όσοι - αριστεροί ή δεξιοί - απαξίωσαν την ίδια την ανθρώπινη φύση, ειδικά στην τελευταία συγκυρία, παρακάμπτοντας μαζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και την ιστορία και τις παρακαταθήκες ενός ολοκλήρου έθνους, όσοι σκοπεύουν να το ξαναπράξουν στηρίζοντας την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας αλλά και όσοι καπηλεύονται τον πατριωτισμό όντες συγχρόνως δεκανίκια του συστήματος, είναι ευκαιρία να πάρουν το μάθημά τους στις Ευρωεκλογές του Ιουνίου. Αυτό το μάθημα μπορεί το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ να το διδάξει με τον καλύτερο και πιο παιδαγωγικό τρόπο!