Η μαφία των Κινέζων τσακίζει την ελληνική βιομηχανία

  • Δημοσιεύτηκε: 10 Ιούλιος 2004

    Μέτρα - τσεκούρι για την ανάσχεση της εφιαλτικής εξάπλωσης του κινέζικου παραεμπορίου στον εμπορικό ιστό της χώρας πρέπει να πάρει άμεσα η κυβέρνηση, πριν αρχίσουν η μία μετά την άλλη οι εγχώριες κλωστοϋφαντουργίες να κλείνουν.

    Τα οικονομικά στοιχεία που κατέγραψε σε έρευνά της η «Αυριανή» αποτελούν σήμα κινδύνου για την επιβίωση του κλάδου, καθώς το σύμπλεγμα των εταιριών καλείται υα αντιμετωπίσει μαφιόζικο εμπορικό πόλεμο από το ασιατικό τραστ, που επιχειρεί να ελέγξει το συντριπτικό μερίδιο της λιανικής με μαϊμού και κάκιστης ποιότητας εμπορεύματα, απλώνοντας τα πλοκάμια του στον κεντρικό εμπορικά ιστό της πρωτεύουσας και των μεγάλων αστικών κέντρων τας Χώρας (όταν στην κυριολεξία, κάθε μέρα ξεφυτρώνει κι ένα κινέζικο «κατάστημα»), ενώ χιλιάδες οικογένειες εργαζομένων στην ελληνική κλωστοϋφαντουργία αγωνιούν προ τας επερχόμενης καταιγίδας λουκέτων. Πληθώρα ερωτημάτων προκύπτουν και για την διαπλοκή των Κινέζων με τις αρμόδιες διοικητικές, τελωνειακές, ελεγκτικές και αστυνομικές αρχές, που έχουν επιτρέψει την μετατροπή τας αγοράς σε ξέφραγο - κινέζικο - αμπέλι.

    Μέχρι πριν από δύο χρόνια οι επιχειρήσεις που στηρίζονταν στο παραεμπόριο δεν ξεπερνούσαν τα όρια τας Πλατείας Κουμουνδούρου στην Αθήνα. Σήμερα, έχουν επεκταθεί και στην περιφέρεια, με αποτέλεσμα τις δικές τους γειτονιές με κινεζικά καταστήματα να έχουν αποκτήσει διάφορες πόλεις, όπως η Θεσσαλονίκη, η Λάρισα και η Πάτρα. Οι καταναλωτές δείχνουν να προτιμούν τα προϊόντα των κινέζικων μαγαζιών λόγω των χαμηλών τιμών, παρά το γεγονός ότι τα προϊόντα τους είναι χαμηλής έως κακής ποιότητας, ενώ όσον αφορά στον τρόπο εισαγωγής τους, χωράει μεγάλη συζήτηση.

    Σημειώνεται ότι οι συνθήκες που επικρατούν στον κλάδο παγκοσμίως έχουν διαφοροποιηθεί δραματικά στο διάστημα που μεσολάβησε από την απόφαση για την κατάργηση των ποσοστώσεων το 1995, ιδιαίτερα με την είσοδο τας Κίνας στον Π.Ο.Ε. το 2002. Πολλές και αξιόπιστες μελέτες δείχνουν ότι η Κίνα είναι σε θέση να κυριαρχήσει σε λίγα χρόνια και μάλιστα σε ποσοστό έως και 50% στο διεθνές εμπόριο υφάσματος και ενδύματος, θέτοντας σε κίνδυνο 30 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες.

    Όπως υποστηρίζει ο επιχειρηματικός κόσμος της Ευρώπης, η εισβολή της Κίνας στον κλάδο βασίζεται κυρίως σε αθέμιτες πρακτικές που διαστρεβλώνουν το ελεύθερο και υγιές εμπόριο, όπως χειραγώγηση ισοτιμιών, κρατικές ενισχύσεις και επιχορηγήσεις, πλήθος δανείων που δεν εξυπηρετούνται και της επιτρέπουν να μειώνει τις τιμές μέχρι και 75%.

    Ο ευρωπαϊκός τομέας κλωστοϋφαντουργικών ειδών και ειδών ένδυσης περιλαμβάνει περίπου 105.000 εταιρείες, με συνολικό κύκλο εργασιών που αγγίζει τα 195 δισ. ευρώ κατά τα διάρκεια του 2003 και στο οποίο αναλογεί σχεδόν το 4% της συνολικής μεταποιητικής παραγωγής της Ε.Ε. και το 7% της απασχόλησης στον μεταποιητικό τομέα (1,95 εκατομμύρια εργαζόμενοι).

    Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ε.Ε., από κοινού με τις ΗΠΑ, είναι ο μεγαλύτερος έμπορος κλωστοϋφαντουργικών ειδών και ειδών ένδυσης. Το 2002, το συνολικό εμπόριο ανήλθε σε 115 δισ. ευρώ, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι είναι και ο μεγαλύτερος εισαγωγέας στον κόσμο κλωστοϋφαντουργικών ειδών από την Κίνα. Το 2003, η Ε.Ε. εξήγαγε κλωστοϋφαντουργικά είδη και είδη ένδυσης, συνολικής αξίας 38,5 δισ. ευρώ, με αρνητικό ισοζύγιο 30,0 δισ. ευρώ.

    Το εμπόριο στον τομέα κλωστοϋφαντουργικών ειδών και ειδών ένδυσης αντιπροσωπεύει το 5,7% των παγκοσμίων εξαγωγών. Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές στους δύο αυτούς τομείς, ιδίως δε οι φτωχότερες χώρες στον κόσμο και ορισμένες χώρες της Μεσογείου. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι χώρες με το μεγαλύτερο μερίδιο στον τομέα κλωστοϋφαντουργικών ειδών και ειδών ένδυσης στις συνολικές εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων είναι το Μπαγκλαντές με 95% και στα συνέχεια το Λάος με 93%, το Μακάο με 89%, η Καμπότζη με 83%, το Πακιστάν με 73%, η Σρι Λάνκα με 71%, το Νεπάλ με 61%, η Τυνησία με 46%, η Τουρκία με 38%, η Ινδία με 30% και η Ρουμανία με 27%. Σημειώνεται ότι για την Κίνα το ποσοστό είναι μόνο 12% και ειδικότερα στον κλάδο ένδυσης το ποσοστό ανέρχεται στο 19% περίπου.

    Λόγω του ανταγωνισμού από τις προαναφερόμενες χώρες, η Ε.Ε. χαρακτηρίζεται από αρνητικές εξελίξεις στον κλάδο. Ο ανταγωνισμός αυτός οδηγεί σε μείωση της παραγωγής και των εξαγωγών και αντίστοιχη αύξηση των εισαγωγών. Επίσης, η παρατεταμένη περίοδος ισχυροποίησης του Ευρώ έναντι του δολαρίου καθιστά εντονότερο τον ανταγωνισμό και κατά συνέπεια δυσχερέστερη την πορεία του κλάδου στην Ε.Ε., με την Κίνα να παραμένει ο κυρίαρχος ανταγωνιστής.

    Απελευθέρωση ποσοστώσεων

    Μέχρι την 1/1/2005 θα έχει ολοκληρωθεί η ποσοτική απελευθέρωση όλων των προϊόντων κλωστοϋφαντουργίας. Το γεγονός αυτό - σε συνδυασμό με την ένταξη στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου χωρών όπως η Κίνα και η Ρωσία, καθώς και η ένταξη νέων χωρών στην Ε.Ε.- αναμένεται να επηρεάσει σοβαρά τις εξελίξεις στον κλάδο, αυξάνοντας τις εισαγωγές προϊόντων από τις αναπτυσσόμενες χώρες. Μάλιστα, λόγω του χαμηλού κόστους εργασίας, οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και της Άπω Ανατολής εντείνουν τον ανταγωνισμό.

    Διακήρυξη Κωνσταντινούπολης

    Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών η Ένωση Βιομηχάνων Βαμβακουργών Ελλάδος και ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργών προσυπέγραψαν τηνδιακήρυξη της Κωνσταντινούπολης. Η διακήρυξη αυτή υπεγράφη από εκπροσώπους των σημαντικότερων φορέων του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας και του ενδύματος διεθνώς, καθώς και από εκπροσώπους των αναπτυσσόμενων χωρών, όπως η Κένυα, η Σενεγάλη, η Νότια Αφρική, η Κολομβία κ.α., η ανάπτυξη των οποίων εξαρτάται άμεσα - σε μερικές σχεδόν αποκλειστικά με ποσοστό άνω του 85% - από την πορεία των εξαγωγών τους στα κλωστοϋφαντουργικά είδη και είδη ένδυσης.

    Στην διακήρυξη αυτή, οι εκπρόσωποι των 45 - μέχρι σήμερα - χωρών που προσυπογράφουν απευθύνουν έκκληση στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, προκειμένου να αναβάλει την εφαρμογή της τελικής φάσης της κατάργησης των ποσοστώσεων έως την 31η Δεκεμβρίου 2007 και να καλέσει επειγόντως σε συνεδρίαση τα μέλη του έως τον Ιούλιο του 2004.

    Ως επιβεβαίωση των αρχικών δεσμεύσεων της διακήρυξης της Κωνσταντινούπολης στις 15-17 Ιουνίου 2004 πραγματοποιήθηκε συνάντηση κορυφής στις Βρυξέλλες, με θέμα την κρίση που προκαλείται στα είδα κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης μετά την άρση των ποσοστώσεων. Τα 90 μέλη της παγκόσμιας αυτής κλωστοϋφαντουργικής συμμαχίας, που αντιπροσωπεύουν 47 κράτη υπέγραψαν δήλωση, ζητώντας από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου να παρατείνει χρονικά το τρέχον καθεστώς ποσοστώσεων. Στην δήλωση αναφέρεται ότι ο τομέας της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης βρίσκεται πολύ κοντά σε μία κρίση πρωτοφανών διαστάσεων που πλήττει ιδιαίτερα τις αναπτυσσόμενες Χώρες, ενώ τόνιζαν ότι με την σταδιακή εξάλειψη των ποσοστώσεων, μερικές κύριες εξαγωγικές χώρες, οι οποίες τώρα επιδιώκουν να μονοπωλήσουν το εμπόριο σε αυτόν τον τόσο ζωτικό κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας έχουν εισάγει πρακτικές διαστρέβλωσης του εμπορίου και του ανταγωνισμού.

    Επίσης, στην δήλωση τονίζεται ότι η άρση των ποσοστώσεων τον Ιανουάριο του 2005 θα οδηγήσει την παγκόσμια αγορά σε κατάρρευση, με άμεση συνέπεια την απώλεια τουλάχιστον 30 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας στις αναπτυσσόμενες χώρες, πλήττοντας κυρίως τις γυναίκες που αποτελούν πλειοψηφία στο εργατικό δυναμικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι προηγούμενες κινήσεις είχαν ως αποτέλεσμα την δέσμευση των 90 κλωστοϋφαντουργικών οργανισμών απʼ όλο τον πλανήτη να ζητήσουν από τις κυβερνήσεις τους να προβούν σε σημαντικές ενέργειες, όπως η έκτακτη συνάντηση με τον Π.Ο.Ε., με αίτημα είτε την παράταση του υπάρχοντος συστήματος ποσοστώσεων, είτε την δημιουργία ενός νέου συστήματος προστασίας που να επιβάλλει μηχανισμούς διασφάλισης, με στόχο να περιορίσει τον αντίκτυπο από την κατάργησή τους, καθώς επίσης και την απαίτηση για αποτελεσματικά μέτρα κατά του αθέμιτου ανταγωνισμού.

    Η ελληνική θέση

    Την διεθνή αυτή πρωτοβουλία υποστήριξε από την αρχή η Ελλάδα, με ενέργειες οι οποίες αποσκοπούν στην κινητοποίηση της πολιτικής ηγεσίας των χωρών της Ε.Ε. Επίσης, δεσμεύθηκε, συνυπογράφοντας την παραπάνω δήλωση, να συνεργαστεί στο άμεσο μέλλον με μέλη του κοινοβουλίου για την υπογραφή επιστολής που θα ζητά την υποστήριξη της ελληνικής κυβέρνησης, προκειμένου να προωθήσουν επίσημα το θέμα στον ΠΟΕ και να ζητήσουν, έπειτα από έρευνα των νέων δεδομένων, την αναθεώρηση των αποφάσεων που ελήφθησαν πριν από δέκα χρόνια.

    Δέσμες μέτρων

    Οι ελληνικές επιχειρήσεις κλωστοϋφαντουργίας - ένδυσης έχουν καταλάβει πλέον ότι πρέπει να προβούν σε κινήσεις που θα φέρουν όχι μόνο την βιωσιμότητα, αλλά και την σταθερή ανάπτυξη όπως:

    • Αναδιάρθρωση οργανωτικής και παραγωγικής δομής, μέσω επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες παραγωγής, διαχείρισης και ελέγχου.
    • Επίτευξη οικονομιών κλίμακας, μέσω της δημιουργίας ομίλων εταιρειών ένδυσης.
    • Στροφή στην παραγωγή νέων προϊόντων - υφασμάτων και στην δημιουργία υποδομών για είσοδο στην λιανική αγορά, όπου τα περιθώρια κέρδους είναι σαφώς μεγαλύτερα.

    Σημειώνεται ότι απαραίτητες κρίνονται και θεσμικές παρεμβάσεις για την εκτόνωση του αθέμιτου ανταγωνισμού από Χώρες όπως η Κίνα αφενός, αλλά και την ενίσχυση τηις παραγωγής και της ανταγωνιστικότητας όπως:

    • Την ψήφιση το συντομότερο δυνατό του νέου αναπτυξιακού νόμου.
    • Την ενίσχυση του κλάδου διαμέσου του Γʼ ΚΠΣ. Με την επανεξέταση των όρων και προϋποθέσεων για την συμμετοχή των κλωστοϋφαντουργικών επιχειρήσεων στο Γʼ ΚΠΣ και με την επίσπευση προκήρυξης των προγραμμάτων, των ελέγχων και των εκταμιεύσεων, όπου παρουσιάζονται σοβαρές καθυστερήσεις.
    • Την αναθεώρηση του Εργασιακού Νόμου 2874 προς την κατεύθυνση της ευελιξίας των εργασιακών σχέσεων και την διευθέτηση του χρόνου εργασίας, καθώς και την απαλλαγή για μια τριετία των εισφορών στο ΙΚΑ για την κλωστοϋφαντουργία, όπως έχει γίνει και σε ορισμένες Χώρες της Ε.Ε. κατά το παρελθόν.
    • Την φορολογική μεταρρύθμιση.
    • Πάταξη του παραεμπορίου και αντιμετώπιση των εισαγωγών από την Κίνα μέσα από πολιτική που θα ακολουθήσει σε επίπεδο Ε.Ε. και η οποία στοχεύει σε παράταση της λήξης των ποσοστώσεων από τρίτες χώρες χαμηλού κόστους μέχρι τις 31/12/2007, σε λήψη μέτρων επί κοινοτικού επιπέδου κατά τας Κίνας και τροποποίηση του 3030/93 κανονισμού τας Ε.Ε. και λήψη μέτρων κατά των κινέζικων εισαγωγών, λόγω διαταραχών που προκαλούνται στην αγορά.

    Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 10ης Ιουλίου 2004 της εφημερίδας «Αυριανή».