Ακούμε συνεχώς από πολιτικούς και δημοσιογράφους ότι δεν υφίσταται πλέον Δεξιά και Αριστερά. Ότι οι ιδεολογίες κατέρρευσαν, οι διαχωριστικές γραμμές συνέκλιναν, η πολιτική εκφράζει πλέον το εφικτό και όχι το ευκταίο, ότι τα σημερινά διακυβεύματα δεν έχουν αξιακές-ηθικές αναφορές. Οι πολιτικοί του κατεστημένου θέλουν να αυτoτοποθετηθούν στο Κέντρο και τον «μεσαίο χώρο», ΠΑΣΟΚ και ΝΔ έχουν εκποιήσει κάθε ιδεολογικό και ιστορικό πρόσημο, όλα είναι στρογγυλευμένα και ακίνδυνα. Στο όνομα της πολυσυλλεκτικής δημοκρατίας τύπου «Carrefour», όλοι είναι όλα. Και για αυτό κανείς δεν είναι τίποτα.
Έτσι είναι λοιπόν τα πράγματα, ή μήπως κάποιοι βολεύονται από αυτή την εικονική πραγματικότητα; Ιστορικώς, ο διαχωρισμός Δεξιάς - Αριστεράς έχει παρελθόν άνω των 200 ετών. Στην Γαλλική Επανάσταση, οι βουλευτές οι οποίοι υποστήριζαν την Συνταγματική Βασιλεία καθόντουσαν στα δεξιά έδρανα της βουλής και οι ριζοσπαστικοί στα αριστερά.
Στην πολιτική μορφοποίηση που ακολούθησε, η Δεξιά τασσόταν υπέρ της αξίας του έθνους, ενώ η Αριστερά είχε διεθνιστική οπτική. Η Δεξιά ενστερνιζόταν την εμπειρία της παραδόσεως, η Αριστερά έβλεπε σε αυτή ένα εμπόδιο στην «κοινωνική εξέλιξη». Η Δεξιά έδινε έμφαση στην ελευθερία, η Αριστερά στην ισότητα. Η Δεξιά υποστήριζε το εθνικό κράτος, η Αριστερά μιλούσε για την «δικτατορία του προλεταριάτου» και τον «προλεταριακό διεθνισμό». Αν νομίζει κάποιος ότι σε αυτά τα 200 χρόνια άλλαξαν και πολλά στην φιλοσοφική νοηματοδότηση Δεξιάς και Αριστεράς, νομίζω θα απογοητευθεί πολύ.
Γιατί η πραγματικότητα είναι ότι οι διαχωριστικές γραμμές παραμένουν ιδεολογικά και αξιακά αναλλοίωτες. Η Δεξιά δίνει και σήμερα έμφαση στο έθνος και στο εθνικό κράτος, ενώ η Αριστερά έχει εναγκαλισθεί ένα φιλελεύθερο κοσμοπολιτισμό, όχι τόσο επειδή τον πιστεύει, αλλά προκειμένου να αποκρύψει το αρχιπέλαγος των γκούλαγκ. Η Δεξιά υποστηρίζει τις αξιακές αναφορές του εθνικού πολιτισμού και την εθνική συνείδηση που τον συνοδεύει, η Αριστερά εξακολουθεί να θεωρεί τα έθνη ιστορικές κατηγορίες που αναδύθηκαν με την χειραφέτηση της αστικής τάξεως τον 18ο αιώνα. Το έθνος για αυτή είναι δημιούργημα του νεωτερικού καπιταλισμού.
Αν λοιπόν τα ιδεολογικά και ιστορικά πρόσημα δεν καταργήθηκαν, τι άλλαξε; Η απάντηση είναι ότι με την κατάρρευση του κομμουνισμού το 1989 είχαμε δύο αλλαγές. Η μεν Αριστερά, από ολοκληρωτική και απολογητής του κομμουνισμού, μεταλλάχθηκε σε «ανθρωπιστική», στηρίζοντας πάντα οτιδήποτε το μετα-εθνικό, για να μην πω αντεθνικό, οι δε φιλελεύθεροι νόμισαν ότι με την νίκη τους επί του κομμουνισμού τελείωσε και το ιστορικό γίγνεσθαι. Και όλοι μαζί βάλθηκαν να πείσουν - ο καθείς για διαφορετικούς λόγους - ότι οι ιδεολογίες απεβίωσαν, ότι η πολιτική είναι ξεκομμένη από ιδεολογικές καταβολές και ιστορικές φορτίσεις.
Η ελληνική εμπειρία
Στην Ελλάδα βεβαίως που η Αριστερά παίζει μόνη της, τα πράγματα είναι χειρότερα. Εδώ η Νέα Δημοκρατία σχεδόν στενοχωριέται που νίκησε η Δεξιά στον ανταρτοπόλεμο και απολογείται για την 21η Απριλίου, ενώ η Αριστερά δεν έχει να απολογηθεί για την συμβολή της στην κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου, για την «Ανεξάρτητη Μακεδονία-Θράκη», για τα Δεκεμβριανά και το αντάρτικο.
Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι η 21η Απριλίου ανέτρεψε την δεξιά κυβέρνηση της ΕΡΕ του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ότι η «δημοκρατική παράταξη» δολοφόνησε τον πρωθυπουργό Δημήτριο Γούναρη και την ηγεσία της συντηρητικής παρατάξεως σε μία παρωδία δίκης το 1922, ή ότι ο Βενιζέλος ποινικοποίησε τον κομμουνισμό το 1929 με το Ιδιώνυμο, ότι το ΚΚΕ τέθηκε εκτός νόμου από τον Σοφούλη και τον Μπελογιάννη τον εκτέλεσε ο Πλαστήρας, δεν έχουν λεχθεί ποτέ από αυτούς που όφειλαν να το κάνουν. Και φθάσαμε να απολογούμαστε σήμερα στους συντρόφους του Μάρκου και του Ζαχαριάδη επειδή κρατήσαμε την Ελλάδα ελεύθερη και δημοκρατική.
Αν δεν υπάρχει όμως ιδεολογία και ιστορική συνέχεια δεν υπάρχει πολιτική. Αν οι πολιτικές θέσεις και οι προγραμματικές αρχές δεν απορρέουν από ιδεολογικές πεποιθήσεις, τότε όλα είναι στον αέρα. Τότε δεν υπάρχουν ηθικές δεσμεύσεις και κόκκινες γραμμές και η πολιτική μετατρέπεται σε μία άνευρη διαχειριστική άσκηση, στην οποία ο καθένας θα μπορούσε να εκφράσει το οτιδήποτε. Να λοιπόν ποια είναι η αξία της ιδεολογίας. Να μας δώσει τις ηθικές κατευθύνσεις, να συνδέσει το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον, να δώσει την δυνατότητα στον πολίτη να επιλέξει μεταξύ διαφορετικών πολιτικών προταγμάτων. Αυτό είναι και η ουσία της δημοκρατίας.
Η Ελλάς είναι η μόνη χώρα στην οποία η Δεξιά είναι ιδεολογικώς ανύπαρκτη, πολιτικώς ανάπηρη και ιστορικώς απούσα. Μόνο εδώ θα μπορούσε ο κ. Καραμανλής να εγκαινιάσει το «Μουσείο Δημοκρατίας» στον Αη-Στράτη και ο κ. Ρουσόπουλος να βραβεύσει τον αμετανόητο σταλινικό κινηματογραφιστή του ΔΣΕ Μάνο Ζαχαρία με τον «Χρυσό Αλέξανδρο»! Ηγέτες όπως ο Δραγούμης και ο Παπάγος, για να μην μιλήσουμε για τον Μεταξά, δεν αναφέρονται στην Δεξιά. Χωρίς όμως τον Δραγούμη δεν θα υπήρχε Μακεδονικός Αγώνας, χωρίς τον Παπάγο δεν θα είχαμε τις νίκες του 1940 και χωρίς τον Μεταξά δεν θα γραφόταν το ΟΧΙ στην παγκόσμια ιστορία.
Quo Vadis
Στην Ελλάδα πρέπει να επανιδρύσουμε την Δεξιά. Αυτό έχει ανάγκη η χώρα και η κοινωνία μας. Μία υπερήφανη, λαϊκή και πατριωτική Δεξιά. Με εμπιστοσύνη στην ορθότητα των θέσεών της και της ιδεολογικής της ανωτερότητος. Υπερήφανη για την ιστορία της και την προσφορά της στην πατρίδα. Με σαφή διάκριση εχθρών και φίλων. Με διάθεση διεκδικήσεως της ιδεολογικής ηγεμονίας σε κάθε κοινωνική έκφραση.
Δίνοντας έμφαση στην σκέψη και τον θεωρητικό λόγο. Με εφημερίδες, περιοδικά, δεξαμενές σκέψεως και διανοουμένους. Με πολιτικούς που υπερασπίζονται τις εθνικές ιδέες στον δημόσιο διάλογο. Με ισχυρή κοινοβουλευτική παρουσία και εξίσου ισχυρή πολιτική δράση. Πολεμώντας για τις ιδέες και την ιστορία της και όχι απολογούμενη. Αυτή την μάχη δίνει με παρρησία ο Γιώργος Καρατζαφέρης και ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός.
Όπως γράφει ο Χρίστος Γούδης στην «Ανατομία της Δεξιάς»: «Στην εποχή μας χρειάζονται περισσότερο χαρακτήρες παρά ευφυΐες, περισσότερο σπονδυλικές στήλες παρά μυαλά». Αυτός είναι ο δρόμος της εθνικής Δεξιάς.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 4ης Φεβρουαρίου 2012 της εφημερίδας Ελεύθερη Ώρα.