Αν έγραφε η κ. Κουτσίκου στις «Ελληνικές Γραμμές»

  • Δημοσιεύτηκε: 26 Φεβρουάριος 2004

    «Όποιος κλείνει τα μάτια και αδιαφορεί σε αυτό στο πρόβλημα των μεταναστών είναι ρατσιστής. Σε όλο τον κόσμο οι οικονομικοί μετανάστες καταγράφονται και στηρίζονται από το κράτος ώστε να ενταχθούν ομαλά, μέσα στο πλαίσιο της νομιμότητας». Μαριέττα Γιαννάκου Κουτσίκου

    Μετά και την περιπέτεια στα χιόνια, που ο Ελληνισμός δεν είχε ξαναβιώσει από το Αλβανικό Έπος, ο καιρός ανοίγει και οι βολτούλες τα κυριακάτικα πρωινά είναι όλο και πιο συχνές στα σοκάκια της παλιάς Αθήνας. Ξεκινώντας από το Σύνταγμα, μπορεί κανείς να κατηφορίσει την Ερμού να χαζέψει την όμορφη εμποροπανήγυρη που οι φίλοι μας Ασιάτες και Αφρικανοί έχουν στήσει. Αν θέλετε να δείτε βιτρίνες καταστημάτων, πρέπει να το κάνετε σε εργάσιμες ημέρες και ώρες ή τη νύχτα, μιας και τα δημοτικά τέλη που εισπράττει η κ. Μπακογιάννη από τους καταστηματάρχες δεν καλύπτουν Κυριακές και αργίες.

    Κάπου στα 100 μέτρα, μέσα από την οδό Φωκίωνος, θα δείτε την Μητρόπολη να αγκομαχά, παρά τον όγκο της να φανεί, ανάμεσα στις σκαλωσιές της και τα δεκάδες εργοτάξια που εδώ και χρόνια έχουν στηθεί γύρω της. Στην πλατεία που βρίσκεται μπροστά της δεν υπάρχουν μικροπωλητές, πράγμα ειλικρινά περίεργο. Κάποια ελεεινή δύναμη δεν επιτρέπει στους «οικονομικούς» μετανάστες να βγάλουν και εκεί «τίμια» το ψωμί τους. Εκεί σου γεννάται η ιδέα για μια βόλτα στην Πλάκα και ένα ανηφόρισμα προς την Ακρόπολη, την οποία έχεις χρόνια να επισκεφθείς. Αντί να διασχίσεις την Πλάκα, είναι ευκαιρία για μια πιο ξεκούραστη διαδρομή μέσα από τους νέους πεζοδρόμους που η Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων κατασκεύασε στο Μοναστηράκι και το Θησείο.

    Κατηφορίζεις λοιπόν από την Αδριανού προς Θησείο. Τι κάλλος! Είναι μοναδική η ευκαιρία να μπορείς να διαβαίνεις μέσα από έναν δρόμο πλούσιο σε νεοανακαινισμένα νεοκλασικά κτίρια, αριστερά σου να έχεις την Αρχαία Αγορά και τον ναό του Ηφαίστου και στην μέση να σου γεννάται η αίσθηση ότι περπατάς στην Αμπούγια (πρωτεύουσα της Νιγηρίας), μετά στη Βομβάη και με ένα βήμα στις φτωχογειτονιές της Σαγκάης. Άσε δε που μπορείς επιτόπου να κάτσεις και να πιεις κι έναν καφέ. Και τι καφέ. Πού αλλού στον κόσμο μπορείς, πίνοντας καφέ καθιστός, να κάνεις και τα ψώνια σου. Να αγοράσεις CD, μπιμπελό αρχαίας αφρικανικής τέχνης και λουλούδια στην κυρία από το κοντινότερο νεκροταφείο παρακαλώ.

    Που αλλού, μπορείς, κάνοντας απλά μια κυριακάτικη βόλτα κάτω από ένα εκ των 7 θαυμάτων του κόσμου να δεις από πιο πλευρό κοιμούνται οι τσιγγάνοι, πως ξεσκατίζουν τα παιδιά τους οι Πακιστανοί και πως λέγεται στα μπαγκλαντεσιανά το «Πρόσεχε ρε μ... γκαβέ το ζιπουνάκι που πατάς είναι μεταξωτό!» Μία απόσταση 100 μέτρων θα χρειαστείς γύρω στο 15λεπτο για να την διανύσεις, τόσο λίγο δυστυχώς. Βγαίνοντας όμως από την Αδριανού στην Ασωμάτων, είσαι σοφότερος και πλουσιότερος εμπειριών, έτοιμος να ανηφορήσεις προς τον Ναό της θεάς της σοφίας.

    Το τοπίο ανοίγει. Ο νέος πεζόδρομος της Αποστόλου Παύλου ξεπροβάλλει φαρδύς πλατύς. Μία άσχημη παρένθεση όμως χαλά στιγμιαία την διάθεσή σου. Δυνάμεις καταστολής. Αυτοί οι μπλε δαίμονες, πάνε να σταθούν εμπόδιο στην νέα πολυπολιτισμική μας κοινωνία. Στριμώχνουν έναν Κινέζο. Ευτυχώς το πράγμα θα μείνει στην κουβέντα. Τι κι αν ο Λι δεν έχει ούτε άδεια παραμονής, ούτε τιμολόγια, ούτε μπλοκ αποδείξεων. Ο πολιτισμός δεν σταματάει στα χαρτιά. Ούτε φυσικά έχει καμμία σχέση με ταυτότητες και σφραγίδες. Πάνε αυτές οι εποχές! Το «Κυρ Αστυνόμε μη βαράς» μετετράπη σε «Ό,τι και να κάνεις, αύριο πάλι εδώ θα 'μαι.». Κι από δω παν κι οι άλλοι. Τελικά οι μπλε δαίμονες πήραν το δρόμο τους, μιας και ο Λι ήταν πολύ σκληρός στα παζάρια. Το μεταξωτό φουλάρι για την κυρία Πολισμάνου είχε 5 ευρώ ακατέβατα και με δικαίωμα αλλαγής. Ούτε cent λιγότερο.

    Γυρίζεις προς την άλλη και βλέπεις την πιο όμορφη εικόνα που έχεις ποτέ αντικρίσει. Ε λοιπόν, το ελληνικό μεγαλείο είναι παντοτινό και για όλους. Ο Βίκτωρ Οκετσούκου, με τα μαύρα ξύλινα αλογάκια και τους ελέφαντες είχε γυρίσει προς την Ακρόπολη, ζητώντας την εύνοια του θεού Ερμή. Οι δουλειές δεν πήγαν σήμερα πολύ καλά κι απ' ό,τι φαίνεται αν δεν πουλήσει στην Ερμού, ο Ερμής δεν θα τον κοιτάξει. Μαζεύει την πραμάτεια και φεύγει, μεγαλώνοντας το απέραντο κενό ενός υποβαθμισμένου και ανεκμετάλλευτου πεζοδρόμου. Κοιτάζεις κι εσύ προς τον ερειπωμένο ναό. Ρίχνεις κι ένα βλέμμα προς την άδεια Αποστόλου Παύλου και κάνεις μεταβολή. Γυρνάς στο «πρόσωπο» και του λες. Αυτό ήταν! Πιο πάνω δεν έχει τίποτε άλλο. Μόνο πέτρες και χαλάσματα. Πίσω λοιπόν στον πολυπολιτισμό. Μα πάρα πολύ πολιτισμό.