Μία από τις δημοφιλέστερες όπερες επιστρέφει στο Ηρώδειο. Πρόκειται για με την «Τόσκα» του Πουτσίνι, την πρώτη από τις δύο όπερες που ανεβάζει φέτος στο Ηρώδειο η Εθνική Λυρική Σκηνή. Οι παραστάσεις δίνονται στις 14, 16, 17 και 18 Ιουνίου 2015 και ανεβαίνουν υπό την μουσική διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού και την σκηνοθεσία του διάσημου Αργεντινού σκηνοθέτη Ούγκο ντε Άνα, σε καλλιτεχνική αναβίωση Κατερίνας Πετσατώδη. Η τρίπρακτη «Τόσκα» βασίζεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Βικτωριέν Σαρντού, ενός δημοφιλούς, στην εποχή του, θεατρικού συγγραφέα που το είχε γράψει για την γνωστή ηθοποιό Σάρα Μπερνάρ.
Από το θέατρο στην όπερα
Η «Τόσκα» υπήρξε μια μεγάλη θεατρική επιτυχία σε όλη την Ευρώπη. Ο Πουτσίνι την είχε δει δυο φορές, μια στο Μιλάνο και μια στο Τουρίνο. Στις 7 Μαΐου του 1889, έγραψε γράμμα στον εκδότη του Τζούλιο Ρικόρντι, ικετεύοντας τον να πάρει την άδεια του Σαρντού για να την κάνει όπερα. Έγραφε σχετικά: «Βλέπω στην «Τόσκα» την όπερα που χρειάζομαι, χωρίς υπέρμετρες διαστάσεις, χωρίς περίτεχνο θέαμα και που δεν θα ζητήσει την υπερβολική έκταση της μουσικής».
Όμως παρόλο που ο Σαρντού συμφώνησε με τον ατζέντη που έστειλε ο Ρικόρντι, μια προσβλητική γνώμη του πρώτου για τον Πουτσίνι καθυστέρησε αρκετά την συγγραφή της όπερας σε λιμπρέτο Λουίτζι Ιλίκα που πέρασε για κάποιο διάστημα στα χέρια του Αλμπέρτο Φραντσέτι, πριν καταλήξει πάλι στα χέρια του ενδιαφερόμενου Πουτσίνι.
Η Ρώμη της «Τόσκας» και του Ναπολέοντα
Εδώ να πούμε ότι η υπόθεση της «Τόσκας» ιταλοποιήθηκε και τοποθετήθηκε στην εποχή των Ναπολεόντειων χρόνων. Σύμφωνα με το λιμπρέτο η δράση λαμβάνει χώρα ανάμεσα στις 17 και 18 Ιουνίου του 1800. Ήταν η εποχή που η Ιταλία είχε χωρισθεί σε διάφορα μικρά κρατίδια με τον Πάπα της Ρώμης να διοικεί τα παπικά κρατίδια στην κεντρική Ιταλία. Μετά την Γαλλική Επανάσταση, ο Γαλλικός στρατός υπό την διοίκηση του Ναπολέοντα εισέβαλε το 1796 στην Ιταλία και μπήκε στην Ρώμη χωρίς να βρει αντίσταση μιας και οι Ιταλοί έβλεπαν αρχικά τον μεγάλο Κορσικανό ως απελευθερωτή. Ο Ναπολέοντας ίδρυσε στην Ρώμη μια δημοκρατία με επτά πρόξενους. Η δράση της «Τόσκας» λαμβάνει χώρα στο πρώην γραφείο του πρόξενου Αγκελότι που θεωρείται ότι βασίζεται στην προσωπικότητα του αληθινού Λίμπερο Αγκελούτσι. Τον Σεπτέμβριο του 1799, οι Γάλλοι που προστάτευαν την Δημοκρατία της Ρώμης, αποσύρονται από την Αιώνια Πόλη και τότε τα στρατεύματα του Βασιλείου της Νάπολης καταλαμβάνουν την πόλη.
Τον Μάιο του 1800, ο Ναπολέων αδιαμφισβήτητος ηγεμόνας της Γαλλίας περνά τις Άλπεις και εισβάλλει ξανά στην Ιταλία. Στις 14 Ιουνίου, ο στρατός του συναντά τα Αυστριακά στρατεύματα στην μάχη του Μάρενγκο. Αν και αρχικά τα αυστριακά στρατεύματα νικούσαν υπό τον Μάικλ φον Μελάς, το απόγευμα έφτασαν γαλλικές ενισχύσεις και ο Ναπολέων νίκησε τους κουρασμένους Αυστριακούς. Ο στρατός της Νάπολης εγκατέλειψε την Ρώμη, η οποία για τα επόμενα 14 χρόνια τελούσε υπό γαλλική κυριαρχία.
Η «Τόσκα» και η πρεμιέρα της
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εξελίσσεται η υπόθεση της «Τόσκας». Η Φλόρα Τόσκα είναι μια ντίβα της όπερας της εποχής που είναι ερωτευμένη με τον ιδεαλιστή εθνικιστή επαναστάτη Μάριο Καβανταρόσι. Ο Καβανταρόσι κρύβει τον φίλο του Σήζαρ Αγκελότι, πολιτικό κατάδικο που δραπέτευσε και βρίσκει καταφύγιο στην Εκκλησία Σάντα Αντρέα ντε λα Βάλλε, όπου δουλεύει ο πρώτος ως ζωγράφος σε ένα πίνακα της Μαγδαληνής. Ο βαρώνος Σκάρπια, αρχηγός της αστυνομίας και εκπρόσωπος των δυνάμεων κατοχής (στρατεύματα της Νάπολης), αναζητά τον Αγκελότι και ποθεί σε τέτοιο σημείο την Τόσκα, που όταν συλλάβει τον Μάριο για ύποπτο συνεργασίας στην απόδραση, θα προτείνει στην ντίβα να γίνει δικιά του, με αντάλλαγμα να γλυτώσει ο αγαπημένος της τα βασανιστήρια και μια εικονική εκτέλεση. Όμως η Τόσκα τον σκοτώνει με ένα μαχαίρι και για να αποφύγει την σύλληψη από την αστυνομία που την κυνηγά αυτοκτονεί.
Για την «Τόσκα» ο Πουτσίνι έγραψε μερικές από τις πιο διάσημες άριες του λυρικού ρεπερτορίου. Ανάμεσα τους και η διάσημη «Vissi dʼ Arte». Επίσης χρησιμοποίησε βαγκνερικά «λάιτ μοτίβα» για να υπογραμμίσει την εμφάνιση κάθε πρωταγωνιστή, όχι όμως με την συνέπεια και την πολυπλοκότητα του συνθέτη των «Νιμπελούγκεν». Η πρεμιέρα έγινε στην Ρώμη το 1900 στην διάρκεια του Ιερού Ιωβηλαίου και μάζεψε την πολιτική αφρόκρεμα της εποχής, όπως ο πρωθυπουργός Λουίγκι Πελού και η βασίλισσα της Σαβοΐας Μαργαρίτα. Παρόντες επίσης και συνθέτες της όπερας, όπως ο μετέπειτα οπαδός της εθνικιστικής Ιταλίας Πιέτρο Μασκάνι («Καβαλλερία Ρουστικάνα»).
Ο Πουτσίνι έλπιζε να διευθύνει την «Τόσκα» ο Τοσκανίνι, αλλά ο διάσημος μαέστρος δούλευε αποκλειστικά με την Σκάλα του Μιλάνου. Ο νεαρός Ενρίκο Καρούζο έλπιζε να του ανατεθεί ο ρόλος του Μάριο Καβανταρόσι, όμως τον έχασε προς χάριν του πιο έμπειρου Έμιλο Μάρτσι, ενώ τον ρόλο της Τόσκας κράτησε η ελληνικής καταγωγής Χαρίκλεια Νταρκλή. Η παράσταση γνώρισε τεράστια επιτυχία και πολλά «ανκόρ».
Η διανομή του Ηρωδείου
Στο αρχετυπικό πρότυπο της Μαρίας Κάλλας, η οποία υπήρξε η ιδανική Τόσκα, τον ρόλο του τίτλου θα ερμηνεύσουν η σπουδαία Ελληνίδα σοπράνο Δήμητρα Θεοδοσίου και η διεθνώς αναγνωρισμένη υψίφωνος Τσέλια Κοστέα. Στον ρόλο του Μάριο Καβαραντόσι ο Ιταλός τενόρος Ρομπέρτο Αρόνικα, ενώ στην δεύτερη διανομή ο εξαιρετικός κορεάτης τενόρος Ρούντυ Παρκ. Τον βαρόνο Σκάρπια θα ερμηνεύσει ο κορυφαίος Έλληνας βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς, ο οποίος βρίσκεται στην απόλυτη ακμή της καριέρας του ενώ στην δεύτερη διανομή ο Φραντσέσκο Λαντόλφι.
Στην ιταλική γλώσσα με ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους. Η προπώληση των εισιτηρίων πραγματοποιείται από τα εκδοτήρια του Φεστιβάλ Αθηνών (Πανεπιστημίου 39, Στοά Πεσμαζόγλου, τηλ. 210-3272000), τα ταμεία του Θεάτρου Ολύμπια (Ακαδημίας 59, τηλ. 210-3662100) & online στα www.nationalopera.gr & www.greekfestival.gr.